Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

καὶ ὥρα

  • 1 ὥρα

    ὥρα or [full] ὤρα (B), only in [dialect] Ion. form [full] ὥρη, or [full] ὤρη, some part of a sacrificial victim,
    A

    λάψεται γλῶσσαν, ὀσφῦν δασέαν, ὤρην SIG1037.2

    (Milet., iv/iii B.C.); τοὺς Ἴωνας λέγειν φασὶ τὴν κωλῆν ὥρην καὶ ὡραίαν Sch.HQ Od.12.89: but distd. fr. κωλῆ, λάψεται.. κωλῆν ἀντὶ τῆς ὤρης SIGl.c.5; cf. ἄωρος(B). (Perh. cogn. with Lat. sūra.)
    ------------------------------------
    ὥρα (C), [dialect] Ion. [full] ὥρη, : [dialect] Ep. gen. pl. ὡράων, [dialect] Ion. ὡρέων: loc. pl. ὥρασι, q. v.
    A any period, fixed by natural laws and revolutions, whether of the year, month, or day (the sense 'day' is implied in the compd. ἑπτάωρος, q. v.),

    νυκτός τε ὥραν καὶ μηνὸς καὶ ἐνιαυτοῦ X.Mem. 4.7.4

    , cf. E.Alc. 449(lyr.), Pl.R. 527d;

    τοῦ γνώμονος ἡ σκιὰ ἐπιοῦσα ἐπὶ τὰς γραμμὰς σημαίνει τὰς ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ καὶ τῆς ἡμέρας IG12(8).240

    ([place name] Samothrace): but specially,
    I in Hom., part of the year, season; mostly in pl., the seasons,

    ὅτε τέτρατον ἦλθεν ἔτος καὶ ἐπήλυθον ὧραι Od.2.107

    , 19.152;

    ἀλλ' ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντο, ἂψ περιτελλομένου ἔτεος, καὶ ἐπήλυθον ὧραι 11.295

    , 14.294;

    ἀλλ' ὅτε δή ῥ' ἐνιαυτὸς ἔην, περὶ δ' ἔτραπον ὧραι 10.469

    , cf. Hes. Th. 58;

    Διὸς ὧραι Od.24.344

    , cf. Pi.O.4.2;

    ὁ κύκλος τῶν ὡρέων ἐς τὠυτὸ περιιών Hdt.2.4

    , cf. 1.32;

    δυώδεκα μέρεα δασαμένους τῶν ὡρέων ἐς [τὸν ἐνιαυτόν] Id.2.4

    ; οὐ μεταλλάσσουσι αἱ ὧραι ib.77;

    περιτελλομέναις ὥραις S.OT 156

    (lyr.); πάσαις ὥραις at all seasons, Id.Fr.592.6 (lyr.), Ar.Av. 696 (anap.);

    ὧραι ἐτῶν καὶ ἐνιαυτῶν Pl.Lg. 906c

    , cf. Smp. 188a, etc.;

    τῆς.. ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ ταύτης οὔσης, ἐν ᾗ ἀσθενοῦσιν ἄνθρωποι μάλιστα Th.7.47

    ; χαλεπὴ ὥ. a bad season, Pl.Prt. 344d;

    ἀ δ' ὤρα χαλέπα Alc.39

    ; ἡ ὥ. αὕτη this season, X.Cyn.7.1, cf. 5.6; κατὰ τὰς ὥρας according to the seasons, Arist.GA 786a31;

    οἱ περὶ τὴν ὥραν χρόνοι Id.Pol. 1335a37

    .—Hom. and Hes. distinguish three seasons, and express each by the sg. ὥρη, with a word added to specify each:
    a spring,

    ἔαρος.. ὥρη Il.6.148

    ;

    ὥρη εἰαρινή 2.471

    , 16.643, Od.18.367, etc.; so in Trag. and [dialect] Att., ἦρος ὥρα or ὧραι, Ar.Nu. 1008 (anap.), E.Cyc. 508 (lyr.);

    ὥρα νέα Ar.Eq. 419

    ;

    νεᾶνις E.Ph. 786

    (lyr.); v. infr. 2.
    b summer,

    θέρεος ὥρη Hes.Op. 584

    , 664;

    ὥρα θερινή X.Cyn.9.20

    , Pl.Epin. 987a, etc.
    c winter,

    χείματος ὥρη Hes.Op. 450

    ;

    ὥρῃ χειμερίῃ Od.5.485

    , Hes.Op. 494; χειμῶνος ὥρᾳ in winter, And.1.137;

    χιονοβόλος Plu.2.182e

    .—A. also names three seasons, Pr. 454sq.; an Egyptian division of the year, acc. to D.S.1.26.—A fourth first appears in Alcm.76, θέρος καὶ χεῖμα κὠπώραν τρίταν καὶ τέτρατον τὸ ϝῆρ; and in Hp.Vict.3.68,

    χειμών, ἦρ, θέρος, φθινόπωρον; ὥρας φαίνομεν ἡμεῖς ἦρος χειμῶνος ὀπώρας Ar.Av. 709

    (anap.); τετράμορφοι ὧραι E(?).Fr. 943 (hex.): later, seven seasons are named,

    ἔαρ, θέρος, ὀπώρα, φθινόπωρον, σπορητός, χειμών, φυταλιά Gal.17(1).17

    .
    b in historians, the campaigning season,

    τὸν τῆς ὥρας εἰς τὸν περίπλουν χρόνον X.HG6.2.13

    ; esp. in the phrase ὥρα ἔτους, Th.2.52, 6.70, Pl.Phdr. 229a, Lg. 952e, D.50.23, Thphr.CP3.23.2; εἰς ἔτους ὥραν next season, Plu.Per.10.
    3 the year generally,

    τῆς ὥρης μέσον θέρος Hdt.8.12

    ; ἐν τῇ πέρυσιν ὥρᾳ last year, D.56.3; εἰς ὥρας next year, Philem.116, Pl.Ep. 346c, LXX Ge.18.10, AP11.17 (Nicarch.), cf. Plu.Ages.22; also

    εἰς ἄλλας ὥρας

    hereafter,

    E.IA 122

    (lyr.);

    ἐς τὰς ὥρας τὰς ἑτέρας Ar.Nu. 562

    (lyr.);

    ἐκ τῶν ὡρῶν εἰς τὰς ὥρας Id.Th. 950

    (anap.); κἠς ὥρας κἤπειτα next year and for ever, Theoc.15.74; also

    ὥραις ἐξ ὡρᾶν Isyll.25

    ; cf. ὥρασιν.
    4 in pl., of the climate of a country, as determined by its seasons, Hdt.1.142, cf. 149, 4.199 (here perh. three harvest seasons);

    τὰς ὥ. κάλλιστα κεκρημένας Id.3.106

    ; cf. Pl.Criti. 111e, Phd. 111b; climatic conditions, Hdt.2.26.
    II time of day,

    νυκτὸς ἐν ὥρῃ h.Merc.67

    , 155, 400; αἱ ὧ. τῆς ἡμέρας the times of day, i.e. morning, noon, evening, and night, X.Mem.4.3.4; δι' ὥραν ἡμέρας by the time of day (fixed for meetings), D.Prooem.49, etc.;

    πᾶσαν ὥ. τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31

    ;

    μεσονυκτίοις ποθ' ὥραις Anacreont.31.1

    : without ἡμέρας or

    νυκτός, ἑκάστης ἡμέρας μέχρι τρίτου μέρους ὥρας Pl. Lg. 784a

    ;

    τῆς ὥρας μικρὸν πρὸ δύντος ἡλίου X.HG7.2.22

    ; ψευσθεὶς τῆς ὥ. having mistaken the hour, And.1.38; ἐποίησαν ἔξω μέσων νυκτῶν τὴν ὥραν, i.e. they prolonged the day beyond midnight, D.54.26;

    τῆς ὥρας ἐγίγνετ' ὀψέ Id.21.84

    ;

    ὀψίτερον τῆς ὥ. PTeb. 793 xi 12

    (ii B. C.);

    πολλῆς ὥρας

    it being late,

    Plb.5.8.3

    ;

    ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35

    ; ἄχρι πολλῆς ὥρας till late in the day, D.H.2.54.
    b duration, interval or lapse of time,

    μετὰ ἱκανὴν ὥραν τοῦ κατενεχθῆναι τὸν πέλεκυν ἐξακούεται ἡ τῆς πληγῆς φωνή S.E.M.5.69

    ; length of time, term, Ἄρτεμις ἐννέ' ἐτῶν δεκάδας βίον Ἀρτεμιδώρῳ ἔκχρησεν, τρεῖς δ' ὥραι(date.)

    ἔτι προσέθηκε Προνοίη IG12(3).1350.3

    (Thera, ii B. C.); ἐπὶ πολλὴν ὥ. for a long time, J.AJ8.4.4.
    b in ordinary life the day from sunrise to sunset was divided into twelve equal parts called ὧραι ( ὧραι καιρικαί when it was necessary to distinguish them from the ὧραι ἰσημεριναί, v. καιρικός 2 c),

    ἡμέρα ἡ.. δωδεκάωρος, τουτέστιν ἡ ἀπὸ ἀνατολῆς μέχρι δύσεως S.E.M.10.182

    ;

    οὐχὶ δώδεκά εἰσιν ὧραι τῆς ἡμέρας; Ev.Jo.11.9

    ;

    ὡράων ἀμφὶ δυωδεκάδι AP9.782

    (Paul.Sil.); the time of day was commonly given without the Art.,

    ὥρᾳ ᾱ PHamb.1.96.3

    (ii A. D.),

    τρίτης ὥρας Plu.Rom.12

    ; ὀγδόης, ἐνάτης, δεκάτης ὥ., Id.Alex.60, Aem.22, Ant.68, etc.; but we have περὶ τὴν τρίτην ὥραν, περὶ τὴν ἑνδεκάτην, Ev.Matt.20.3,6, beside περὶ ἕκτην καὶ ἐννάτην ὥ. ib.5;

    χθὲς ὥραν ἑβδόμην Ev.Jo.4.52

    , cf. IG5(1).1390.109 (Andania, i B. C.), etc.; ἐρωτᾷ σε Χαιρήμων δειπνῆσαι.. αὔριον, ἥτις ἐστὶν ιε, ἀπὸ ὥρας θ ¯ - to-morrow the 15th at 9 o'clock, POxy.110 (ii A. D.): prov., δωδεκάτης ὥ., as we say 'at the eleventh hour', Plu.Crass.17.
    c

    τὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων ἔμαθον οἱ Ἕλληνες Hdt. 2.109

    ; here ἡμέρη means the νυχθήμερον, and the μέρεα were each = 2 ὧραι ἰσημεριναί; these double hours (Assyr. kaš-bu) are called ὧραι by Eudox.,

    ἥμισυ ζῳδίου.., ὅ ἐστιν ὥρας ἥμισυ Ars14.11

    , cf. 16.2; cf.

    δωδεκάωρος 11

    .
    III Astrol., degree of the zodiac rising at the nativity (cf.

    ὡρονόμος 11

    ,

    ὡροσκόπος 11

    ), ὥ. μεροποσπόρος, τεκνοσπόρος, Man.4.577, 597; ἐξ ὥρης ἐσορῶν Ζεὺς Ἑρμείην Jupiter in the ascendant in aspect with Mercury, Id.3.186, cf. 32, al.
    B the fitting time or season for a thing (mostly without Art., even in [dialect] Att.), freq. in Hom. (v. infr.);

    ὥρα συνάπτει Pi.P.4.247

    ;

    ὧραι ἐπειγόμεναι Id.N.4.34

    ;

    ὅταν ὥ. ἥκῃ X.Mem.2.1.2

    ; but with Art.,

    τῆς ὥ. ἐνθυμεῖσθαι Id.Cyn.8.6

    : freq. in later writers,

    τῆς ὥρας ἐπιγενομένης Plb.2.34.3

    , etc.
    2 c. gen. rei, ὥρη κοίτοιο, μύθων, ὕπνου, the time for bed, tale-telling, or sleep, Od.3.334, 11.379, cf. Hdt.1.10;

    ὥρη δόρποιο Od.14.407

    ;

    περὶ ἀρίστου ὥραν Th.7.81

    , X.HG1.1.13;

    πολυηράτου ἐς γάμου ὥρην Od.15.126

    ;

    ἐς γάμου ὥρην ἀπικέσθαι Hdt. 6.61

    ;

    γάμων ἔχειν ὥραν D.H.5.32

    ; so εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἥκουσα time for a husband, Pl.Criti. 113d; ὥρη ἀρότου, ἀμήτου, Hes.Op. 460, 575;

    μέχρι ἀρότου ὥρης IG7.235.3

    (Oropus, iv B. C.);

    καρπῶν ὧραι Ar.Ra. 1034

    (anap.);

    ἡ ὥρα τῆς ὀχείας Arist.HA 509b20

    ; τοῦ φωλεύειν ib. 579a26, etc.; also ὥραν εἶχον παιδεύεσθαι I was of age to.. Is.9.28.
    3 ὥρα [ἐστίν] c. inf., it is time to do a thing,

    ἀλλὰ καὶ ὥρη εὕδειν Od.11.330

    , cf. 373; so also in Trag. and [dialect] Att., E.Ph. 1584, Heracl. 288 (anap.), Ar.Ec.30, Pl.Prt. 361e, 362a; so

    δοκεῖ οὐχ ὥρα εἶναι καθεύδειν X.An.1.3.11

    , cf. HG7.2.13 (dub. l.): c. acc. et inf.,

    ὥρα δ' ἐμπόρους καθιέναι ἄγκυραν A.Ch. 661

    , cf. S.OT 466 (lyr.): c. dat. et inf., X.Cyr.4.5.1, Pl.Tht. 145b: in these phrases the inf. [tense] pres. is almost universal; the [tense] aor., however, occurs in Od.21.428, S.Aj. 245 (lyr.), Ar.Ach. 393 (where also ἐστί is added to ὥρα, as in Philyll.3, ἀφαιρεῖν ὥρα 'στὶν ἤδη τὰς τραπέζας); and the [tense] pf. in

    ὥρα πεπαῦσθαι Plu.2.728d

    : sts. the inf. must be supplied,

    οὐδέ τί σε χρή, πρὶν ὥρη, καταλέχθαι Od.15.394

    , cf. E.El. 112 (lyr.), Ar.Ec. 877; ὥρα κἠς οἶκον (i. e. ἰέναι εἰς οἶκον) Theoc.15.147.
    4 in various adverb. usages,

    τὴν ὥρην

    at the right time,

    Hdt.2.2

    , 8.19, X.Oec.20.16: but τὴν ὥ. at that hour, Hes.Sc. 401; ταύτην τὴν ὥραν at this season, X.Cyn.9.1;

    [ἡ ἶρις] πᾶσαν ὥραν γίγνεται τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31

    ;

    δείελον ὥρην παύομαι ἀμήτοιο A.R. 3.417

    ; ὥραν οὐδενὸς κοινὴν θεῶν at an hour.., A.Eu. 109, cf. E.Ba. 724, Aeschin.1.9; αὐτῆς ὥρας immediately, PMich. in Class.Phil.22.255(iii A. D.); ἐν ὥρῃ in due season, in good time, Od.17.176, Hdt. 1.31, cf. Pi.O.6.28, Ar.V. 242, etc.; also αἰεὶ εἰς ὥρας in successive seasons, Od.9.135; ἐς τὰς ὥρας for all time, Ar.Ra. 382 (lyr. cf. supr. A. 1.3) (hence in an acclamation [ε] ἰς ὥρας πᾶσι τοῖς τὴν πόλιν φιλοῦσιν hurrah for.., POxy.41.29 (iii/iv A. D.));

    οἱ ὧδε χέζοντες εἰς ὥ. μὴ ἔλθοιεν Milet.2(3)

    No.406, cf.

    ὥρασι; καθ' ὥραν Theoc.18.12

    , Plb.1.45.4, cf. 3.93.6, etc.; opp.

    παρ' ὥρην AP7.534

    (Alex.Aet. or Autom.), cf. Plu.2.784b, etc.:—

    πρὸ τῆς ὥρας X.Oec.20.16

    ;

    πρὸ ὥρας Luc.Luct.13

    ;

    πρὸ ὥρας τελευτῆσαι IG42(1).84.26

    (Epid., i A. D.);

    πρὶν ὥρας Pi.P.4.43

    (cf.

    πρίν A. 11.4

    ).
    II metaph., the spring-time of life, the bloom of youth, Mimn.3.1;

    ὥραν ἐχούσας A.Supp. 997

    , cf. Th.13, 535;

    παῖδας πρὸς τέρμασιν ὥρας Ar.Av. 705

    (anap.);

    πάντες οἱ ἐν ὥρᾳ Pl.R. 474d

    ; οὐκ ἐνὥ., = πρεσβύτερος, Id.Phdr. 240d;

    ἐὰν ἐπὶ ὥρᾳ ᾖ Id.R. 474e

    ;

    ἕως ἂν ἐν ὥρᾳ ὦσι Id.Men. 76b

    ; παυσαμένου τῆς ὥ. prob. in Id.Phdr. 234a;

    ἀνθεῖν ἐν ὥ. Id.R. 475a

    ;

    τὴν ὥ. διαφυλάξαι ἄβατον τοῖς πονηροῖς Isoc.10.58

    ; λήγειν ὥρας, opp. ἀνθεῖν, Pl.Alc.1.131e;

    ἑς ἐπιγινόμενόν τι τέλος, οἷον τοῖς ἀκμαίοις ἡ ὥρα Arist.EN 1174b33

    , cf. 1157a8.
    2 freq. involving an idea of beauty,

    φεῦ φεῦ τῆς ὥρας τοῦ κάλλους Ar.Av. 1724

    (lyr.);

    ὥρᾳ.. ἡλικίας λαμπρός Th.6.54

    ;

    κάλλει καὶ ὥρᾳ διενεγκόντες Aeschin.1.134

    , cf. ib.158;

    καλὸς ὥρᾳ τε κεκραμένος Pi.O.10(11).104

    , cf. X.Mem. 2.1.22, Pl.Lg. 837b;

    ἀφ' ὥρας ἐργάζεσθαι

    quaestum corpore facere,

    Plu.

    Tim..14, cf. X.Mem..1.6.13, Smp.8.21;

    τὴν ὥ. πεπωληκότες Phld.Rh.1.344

    S.:—then,
    b generally, beauty, grace, elegance of style, D.H.Pomp.2, Plu.2.874b, etc.;

    γλυκύτης καὶ ὥ. Hermog.Id.2.3

    , cf. Men.Rh.p.335 S., Him.Or.1.2; of beauty in general,

    χάρις καὶ ὥρα Plu.2.128d

    .
    3 Ὥρα personified, like Ἥβη, Pi.N.8.1.
    III = τὰ ὡραῖα, the produce of the season, fruits of the year,

    ἀπὸ τῆς ὥρας ἐτρέφοντο X.HG2.1.1

    .
    C personified, αἱὯραι, the Hours, keepers of heaven's cloudgate, Il.5.749, 8.393; and ministers of the gods, ib. 433;

    Ζεῦ, τεαὶ.. Ὧραι Pi.O.4.2

    ; esp. of Aphrodite, h.Hom.6.5,12; also Ὧ. Διονυσιάδες, Καρνειάδες, Simon.148, Call.Ap.87; three in number, Eunomia, Dike, Eirene, daughters of Zeus and Themis, Hes.Th. 901;

    Ωραι πολυάνθεμοι Pi.O.13.17

    , cf. Alex.261.6, Theoc.1.150, etc.: freq. joined with the Χάριτες, h.Ap. 194, Hes.Op.75; worshipped at Athens, Paus.9.35.1; at Argos, Id.2.20.5; at Attaleia, BMus.Inscr. 1044 (i B. C.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὥρα

  • 2 ὥρα

    ὥρα, ας, ἡ (Hom. [ὥρη]+; ins, pap, LXX; PsSol 18:10; TestSol, TestAbr, TestJob, Test12Patr, JosAs, ParJer, GrBar; ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.; ApcSed, ApcMos, EpArist, Philo, Joseph.; Ar. 15:10; Just.; Tat. 20, 2).
    an undefined period of time in a day, time of day ὀψὲ ἤδη οὔσης τῆς ὥρας since it was already late in the day or since the hour was (already) late Mk 11:11 v.l.; cp. MPol 7:1b (s. ὀψέ 1 and 2; Demosth. 21, 84; Polyb. 3, 83, 7 ὀψὲ τῆς ὥρας). ὀψίας οὔσης τῆς ὥρας Mk 11:11 (ὄψιος 1). ὥρα πολλή late hour (Polyb. 5, 8, 3; Dionys. Hal. 2, 54; TestAbr A 14 p. 94, 24 [Stone p. 36]; Jos., Ant. 8, 118) 6:35ab. ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν Mt 14:15 (παρέρχομαι 2).—Mt 24:42 v.l., 44; Lk 12:39, 40; Rv 3:3; D 16:1. W. ἡμέρα day and time of day, hour (ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.) Mt 24:36, 50; 25:13; Mk 13:32; Lk 12:46.
    a period of time as division of a day, hour
    beside year, month, and day Rv 9:15; the twelfth part of a day (=period of daylight) οὐχὶ δώδεκα ὧραί εἰσιν τῆς ἡμέρας; J 11:9 (TestAbr B 7 p. 111, 24 [Stone p. 70]). μίαν ὥραν ἐποίησαν Mt 20:12 (s. ποιέω 6); cp. Lk 22:59; Ac 5:7; 19:34 (ἐπὶ ὥρας δύο CBurchard, ZNW 61, ’70, 167f; TestBenj 3:7, Judah 3, 4); MPol 7:3. συνεψήφισα τὰς ὥρας I counted the hours Hv 3, 1, 4. One ὥρα in this world corresponds to a ὥρα thirty days in length in the place of punishment Hs 6, 4, 4. μίαν ὥραν (not even) one hour Mt 26:40; Mk 14:37. Such passages help us to understand how ὥρα can acquire the sense
    a short period of time μιᾷ ὥρᾳ (cp. TestJob 7:12; ApcMos 25 [both ἐν]) in a single hour=in an extraordinarily short time Rv 18:10, 17, 19. μίαν ὥραν for a very short time 17:12. Likew. πρὸς ὥραν for a while, for a moment J 5:35; 2 Cor 7:8; Gal 2:5 (s. on this pass. KLake, Gal 2:3–5: Exp. 7th ser., 1, 1906, 236–45; CWatkins, Der Kampf des Pls um Galatien 1913; BBacon, JBL 42, 1923, 69–80); Phlm 15; MPol 11:2. πρὸς καιρὸν ὥρας 1 Th 2:17.
    as a temporal indicator, reckoned from the beginning of the day (6 hours or 6 A.M., our time) or the night (18 hours or 6 P.M.) (Plut. et al.; Appian, Mithrid. 19 §72 ἑβδόμης ὥρας=at the 7th hour or 1 P.M.; SIG 671A, 9 [162/160 B.C.] ὥρας δευτέρας; 736, 109 [92 B.C.] ἀπὸ τετάρτας ὥρας ἕως ἑβδόμας; Jos., Vi. 279 ἕκτη ὥ.; Mitt-Wilck. I/2, 1 II, 21 [246 B.C.] περὶ ὀγδόην ὥραν; PTebt 15, 2 [II B.C.]; Sb 5252, 20 [I A.D.] ἀφʼ ὥρας ὀγδόης; EpArist 303 μέχρι μὲν ὥρας ἐνάτης) ἕως ὥρας δευτέρας until the second hour (=8 A.M.) Hs 9, 11, 7. ὥρα τρίτη nine o’clock (A.M.) Mk 15:25 (Goodsp., Probs. 68f); Ac 2:15 (τῆς ἡμέρας); περὶ τρίτην ὥραν about nine o’clock (Appian, Bell. Civ. 2, 45 §182 περὶ τρίτην ὥραν ἡμέρας) Mt 20:3; ἀπὸ τρίτης ὥρας τῆς νύκτος by nine o’clock at night (= 21 hours, or simply tonight) Ac 23:23 (TestAbr A 5 p. 82, 11 [Stone p. 12] περὶ ὥραν τρίτην τῆς νυκτός; cp. ibid. B 6 p. 109, 27 [St. p. 66]; Jos., Bell. 6, 68; 79 ἀπὸ ἐνάτης ὥ. τῆς νυκτὸς εἰς ἑβδόμην τῆς ἡμέρας). ἀπὸ ὥρας ε´ (=πέμπτης) ἕως δεκάτης from eleven o’clock in the morning until four in the afternoon (= 16 hours) Ac 19:9 v.l. περὶ ὥραν πέμπτην (PTebt 15, 2 [114 B.C.]; POxy 1114, 24 περὶ ὥ. τρίτην) at eleven o’clock (A.M.) Hv 3, 1, 2. ὥρα ἕκτη twelve o’clock noon Mt 20:5; 27:45a; Mk 15:33a; Lk 23:44a; J 4:6 (ὥρα ὡς ἕκτη about noon; TestJos 8:1 ὥρα ὡσεὶ ἕκτη; ParJer 1:11 ἕκτην ὥραν τῆς νυκτός); 19:14 (ὥρα ὡς ἕκτη); Ac 10:9. ἐχθὲς ὥραν ἑβδόμην yesterday at one o’clock in the afternoon (= 13 hours) J 4:52b (on the use of the acc. to express a point of time s. Hdb. ad loc.; Soph., Lex. I 44; B-D-F §161, 3; Rob. 470). ὥρᾳ ὀγδόῃ at two o’clock in the afternoon (= 14 hours) MPol 21. ὥρα ἐνάτη three in the afternoon (= 15 hours) Mt 20:5; 27:45f; Mk 15:33b, 34; Lk 23:44b; Ac 3:1 (ἐπὶ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς τὴν ἐνάτην); 10:3 (ὡσεὶ περὶ ὥ. ἐνάτην τῆς ἡμέρας); ὥρας θ´ AcPl Ha 11, 3; περὶ ὥραν ἐνάτην GJs 2:4; GPt 6:22 (TestAbr B 12 p. 117, 2 [Stone p. 82] κατὰ τὴν ἐνάτην ὥραν). ὥρα ὡς δεκάτη about four in the afternoon (= 16 hours) J 1:39. ἑνδεκάτη ὥρα five o’clock in the afternoon (= 17 hours) Mt 20:(6, without ὥρα), 9. ἀπὸ τετάρτης ἡμέρας μέχρι ταύτης τῆς ὥρας ἤμην τὴν ἐνάτην προσευχόμενος four days ago, reckoned from (=at) this very hour, I was praying at three o’clock in the afternoon (= 15 hours) Ac 10:30 (echoing vs. 3, but inelegantly phrased; s. comm. on the textual problems). ἐπύθετο τὴν ὥραν ἐν ᾗ … he inquired at what timeJ 4:52a; cp. vs. 53 (cp. Ael. Arist. 50, 56 K.=26 p. 519 D.: … τὴν ὥραν αἰσθάνομαι … ἐκείνην, ἐν ᾗ … ; 47, 56 K.=23 p. 459 D.: ἀφυπνιζόμην κ. εὗρον ἐκείνην τὴν ὥραν οὖσαν, ᾗπερ …). ᾗ ἡμέρᾳ καὶ ὥρᾳ ἐμαρτύρησεν ὁ Πολύκαρπος the very day and hour that … EpilMosq 4.—Less definite are the indications of time in such expressions as ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας up to the present moment 1 Cor 4:11. πᾶσαν ὥραν hour after hour, every hour, constantly (Ex 18:22; Lev 16:2; JosAs 15:7; Ar. [Milne 76, 34]; cp. TestJob 10:1 πάσας ὥρας) 15:30. Also καθʼ ὥραν (Strabo 15, 1, 55; Ps.-Clem., Hom. 3, 69) 2 Cl 12:1. αὐτῇ τῇ ὥρᾳ at that very time, at once, instantly (oft. pap, e.g. POxy 235, 7 [I A.D.]; Da 3:6, 15; TestAbr B 12 p. 116, 27 [Stone p. 80]; GrBar 14:1; 15:1; ApcMos 20) Lk 2:38; 24:33; Ac 16:18; 22:13.
    a point of time as an occasion for an event, time (BGU 1816, 12 [I B.C.] πρὸ ὥρας=before the right time) ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ Mt 8:13; 10:19; 18:1 (v.l. ἡμέρᾳ); 26:55; Mk 13:11; Lk 7:21; Ac 16:33; Rv 11:13; MPol 7:2a; GJs 20:2 (only pap). Likew. ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ Lk 10:21; 12:12; 13:31; 20:19 (on both expressions s. JJeremias, ZNW 42, ’49, 214–17). ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης from that time on, at once Mt 9:22; 15:28; 17:18; J 19:27. ὥρα ἐν ᾗ J 5:28. ὥρα ὅτε 4:21, 23; 5:25; 16:25 (cp. ApcMos 17 περὶ ὥραν ὅταν). ὥρα ἵνα 16:2, 32. W. gen. of thing, the time for which has come (Diod S 13, 94, 1; Ael. Aristid. 51, 1 K.=27 p. 534 D.; PGM 1, 221 ἀνάγκης; JosAs 3:3 μεσημβρίας … καὶ ἀρίστου; ApcMos 42 [of Eve’s request] ἐν τῇ ὥρᾳ τῆς τελευτῆς αὐτῆς; Jos., Ant. 7, 326 ὥ. ἀρίστου; SibOr 4, 56) ἡ ὥρα τοῦ θυμιάματος Lk 1:10; τοῦ δείπνου 14:17, cp. MPol 7:1a; τοῦ πειρασμοῦ Rv 3:10; τῆς κρίσεως 14:7; τῆς δοξολογίας αὐτοῦ GJs 13:1; τοῦ ἀσπασμοῦ 24:1; ἡ ὥρα αὐτῶν the time for them J 16:4; w. the gen. (of the Passover) to be supplied Lk 22:14. Also w. inf. (Hom. et al.; Lucian, Dial. Deor. 20, 1; Aelian, VH 1, 21) ἡ ὥρα θερίσαι the time to reap Rv 14:15 (cp. Theopomp. [IV B.C.]: 115 Fgm. 31 Jac. θερινὴ ὥ.; Paus. 2, 35, 4 ὥ. θέρους). Also acc. w. inf. (Gen 29:7) ὥρα (ἐστιν) ὑμᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι Ro 13:11.—W. gen. of pers. the time of or for someone to do or to suffer someth. (cp. Philo, Leg. ad Gai. 168 σὸς νῦν ὁ καιρός ἐστιν, ἐπέγειρε σαυτόν) of a woman who is to give birth (cp. GrBar 3:5 ἐν τῇ ὥρᾳ τοῦ τεκεῖν αὐτήν) ἡ ὥρα αὐτῆς J 16:21 (v.l. ἡμέρα, s. ἡμέρα 3, beg.).—Lk 22:53. Esp. of Jesus, of whose ὥρα J speaks, as the time of his death (Diod S 15, 87, 6: the dying Epaminondas says ὥρα ἐστὶ τελευτᾶν. Cp. MPol 8:1 τοῦ ἐξιέναι) and of the glorification which is inextricably bound up w. it ἡ ὥρα αὐτοῦ J 7:30; 8:20; 13:1 (foll. by ἵνα); cp. ἡ ὥρα μου 2:4 (s. Hdb. ad loc.). ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ 12:23. ἡ ὥρα αὕτη 12:27ab. Also abs. ἐλήλυθεν ἡ ὥρα 17:1 (AGeorge, ‘L’heure’ de J 17, RB 61, ’54, 392–97); cp. Mt 26:45; Mk 14:35, 41.—ἐσχάτη ὥρα the last hour in the present age of the world’s existence 1J 2:18ab.—CCowling, Mark’s Use of ὥρα, Australian Biblical Review 5, ’56, 153–60. EBickermann, Chronology of the Ancient World 2 ’80, 13–16.—B. 954 and esp. 1001. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ὥρα

  • 3 ὥρα

    ὥρα, , ion. ὥρη, ursprünglich eine jede bestimmte Zeit; bes. die nach gewissen Zeitabschnitten oder Zeitumläufen wiederkehrt, also – 1) die Jahreszeit im Allgemeinen; Hom. gew. im plur., die wechselnden Jahreszeiten, ὅτε τέτρατον ἦλϑεν ἔτος καὶ ἐπήλυϑον ὧραι Od. 2, 107. 19, 152. 24, 142, öfter; h. Ven. 102; Hes. Th. 58; Her. 1, 32 u. sonst; ὧραι Διός Pind. Ol. 4, 1; κήρυκες ὡρᾶν I. 2, 23; περιτελλομέναις ὥραις Soph. O. R. 156; vgl. Ar. Av. 696; – auch das durch den Wechsel der Jahreszeiten bedingte mildere oder rauhere Klima eines Ortes od. Landes, Her. 1, 142. 149. 3, 106, bei dem auch die vier Himmelsgegenden dadurch bezeichnet sind, 2, 26; im sing. bei Hes. O. 666 Sc. 411. – Bes. die schöne Jahreszeit, der Frühling, ὅσα φύλλα καὶ ἄνϑεα γίγνεται ὥρῃ Od. 9, 51, vgl. Il. 2, 468; Hom. u. Hes. unterscheiden drei Jahreszeiten: Frühling, ἔαρ, εἴαρος ὥρη Il. 6, 148, ὥρη εἰαρινή 2, 471. 16, 643 Od. 18, 367. 22, 301 h. Cer. 174, ἦρος ὧραι Eur. Cycl. 506 Ar. Nubb. 995, auch νέα ὥρα, das junge Jahr, Frühjahr, Equ. 417; – Sommer, ϑέρος, ϑέρεος ὥρη Hes. O. 586, auch ὥρα ἔτους, Thuc. 2, 52 u. Plat. Legg. XII, 952 e, Bast ep. crit. p. 108, was aber auch von den übrigen Jahreszeiten gebraucht wird; – u. Winter, χειμών, χεῖμα, χεί. ματος ὥρη Hes. O. 452, ὥρη χειμερίη Od. 5, 485 Hes. O. 496. – Dazu wird dann noch zwischen Sommer u. Winter die ὀπώρα, der Herbst eingefügt, wo dann auf ἔαρ und ὀπώρα je zwei, auf ϑέρος und χειμών je vier Monate gerechnet werden, Eur. frg. inc. 143; später nimmt man sieben Jahreszeiten an : ἔαρ, ϑέρος, ὀπώρα, φϑινόπωρον, σπορητός, χειμών, φυταλιά; Plat. Legg. X, 906 d nennt die Jahreszeiten ὧραι ἐτῶν καὶ ἐνιαυτῶν; Arist. οἱ περὶ τὴν ὥραν χρόνοι; ὥρα μηνός Eur. Alc. 445; ἐκ τῶν ὡρῶν εἰς τὰς ὥρας Ar. Th. 950; ὡρῶν καὶ ἐνιαυτοῠ Plat. Crat. 408 e; ἡ τῶν ὡρῶν τοῠ ἐνιαυτοῠ σύστασις Conv. 188 a; vgl. noch Phil. 30 c Conv. 188 a Prot. 321 a. – Auch, bes. bei Sp., das Jahr, insofern es durch die Jahreszeiten bestimmt ist, ἐν τῇ πέρυσιν ὥρᾳ, im vorigen Jahre, Dem.; εἰς ὥρας, im künftigen Jahre, Plut. Pericl. 13; so εἰς ὥρας ἄλλας, ἑτέρας u. ä., Sp.; εἰς ὥρας κἤπειτα, in aller Zukunft, Theocr. 15, 74; μὴ ὥραισιν ἱκοίμην, Betheuerung od. Verwünschungsformel: möge ich nicht das nächste Jahr erleben (s. ὥρασιν, – Die Tageszeit; H. h. Merc. 65. 155. 440; μεσονυκτίοις ποτ' ὥραις Anacr. 31, 1; ὧραι ἡμέρας, die Tageszeiten, τῆς ὥρας ἐγίγνετο ὀψέ Dem. 21, 84, es wurde spät Abends; Xen. Mem. 4, 7,4 vrbdt νυκτὸς ὥρα καὶ μηνὸς καὶ ἐνιαυτοῦ, wofür 4, 3,4 μηνὸς μέρη steht. – Aber erst Sp. brauchen es für Stunde, welche Bedeutung von den Astronomen ausgegangen zu sein scheint; zuerst bei Hipparch., vgl. Ideler Chronol. I p. 239. – 2) Uebh. die rechte, angemessene Zeit, die passende Zeit, Etwas zu thun, also wie καιρός; bei Hom. bes. vom Essen u. Schlafen, auch von Reden und Hochzeit, also von Dingen, die an bestimmte Zeitabschnitte geknüpft sind; γάμου Od. 15, 126; δόρποιο 14, 407; κοίτοιο 3, 334. 19, 510; ὕπνου, μύϑων, 11, 379; ἀρότου, ἀμήτου, Hes. O. 462. 577, ὁδοῦ Th. 754, – c. inf., εὕδειν, O, d. 11, 830. 373; mit accus., δόρπον τετυκέσϑαι, 21. 428; so auch Tragg., ὥρα δ' ἐμπόρους μεϑιέναι ἄγκυραν Aesch. Ch. 650, es ist Zeit; ὥρα τάφου μνήμην τίϑεσϑαι Eur. Phoen. 1578; ὥρα 'στίν Ar. Ach. 393; ὥρα βαδίζειν Eccl. 30; ὥρα ἦν πάλαι, es war längst Zeit, 877; u. in Prosa: νῦν δ' ὥρα ἤδη καὶ ἔπ' ἄλλο τι τρέπεσϑαι Plat. Prot. 361 e; καὶ γὰρ ἐμοὶ πάλαι ὥρα ἰέναι 362; Theaet. 145 b Soph. 241 b u. oft; Xen. Cyr. 4, 5,1, An. 1, 3,11 u. oft, u. Folgde; εἴς τι Theocr. 15, 147; absol., ἐν ὥρῃ δεῖπνον ἑλέσϑαι Od. 17, 176, zur rechten Zeit, πρὶν ὥρη 15, 394, εἰς ὥρας ἀμῷεν 9, 135, mit besonderer Beziehung auf die Reise des Getreides, τὴν ὥρην = zur rechten Zeit, Her. 2, 2. 8, 19; ἐν ὥρᾳ, Ar. Vesp. 242; μηδένα καιρὸν μηδὲ ὥραν παραλείπειν Dem. 2, 23, – 3) die Reise, Aesch. frg. 36, bes. die Reise des Menschenlebens, oder die vollste Blüthe der Jugend, und die reifste, edelste Kraft der Mannheit, στείχει δ' ἴουλος ἄρτι διὰ παρηΐδων ὥρας φυούσης Spt. 517, vgl. Suppl. 975; ἐς γάμου ὥρην ἀπικέσϑαι (vgl. 2) Her. 6, 61; εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἥκουσα κόρη, die mannbar werdende Jungfrau, Plat. Critia. 113 d; ὥραν εἶχε Is. 2, 3, was nachher ist ἡλικίαν ἔχειν ἀνδρὶ συνοικεῖν; οὐκ οὖσαν αὐτῷ καϑ' ὥραν παῖδα Plut. Demetr. 14. – 4) die Schönheit, sowohl der Natur übh., als bes. von Menschen, die Blüthe, Anmuth, der Liebreiz; Ar. Av. 1721; οἱ τῆς σῆς ὥρας ἀπολαύσονται Plat. Phaedr. 234 a; Conv. 219 c; ὄψιν πρεσβυτέραν καὶ οὐκ ἐν ὥρᾳ Phaedr. 240 d; Polit. 270 e u. öfter; Xen. Mem. 2, 1,22. – Plat. leitet das Wort Crat. 410 c von ὁρίζω ab, ὅραι, διὰ τὸ ὁρίζειν χειμῶνάς τε καὶ ϑέρη. – Vgl. auch nom. propr.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ὥρα

  • 4 ὥρα

    ὥρα (ὥρα, -ας, -ᾳ, -α, -αι, -ᾶν, ὥραισι, -ας.)
    a time, hour ὥρα γὰρ συνάπτει (i. e. the limited time) P. 4.247

    τὰ μακρὰ δ' ἐξενέπειν ἐρύκει με τεθμὸς ὧραί τ ἐπειγόμεναι N. 4.34

    ὅν τε κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον, σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι (οἳ τὰς ὥρας καὶ τὸν καιρὸν τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ἀγῶνος ἐκήρυσσον, καθ' ἃς ἐτελεῖτο Σ.) I. 2.23
    b appointed time

    πρὸς Πιτάναν δὲ παρ' Εὐρώτα πόρον δεῖ σάμερον ἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28

    πρὶν ὥραςP. 4.43
    c youthful bloom, youthfulness

    ἰδέᾳ τε καλὸν ὥρᾳ τε κεκραμένον O. 10.104

    ὦ παῖδες, ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς μαλθακᾶς ὥρας ἀπὸ καρπὸν δρέπεσθαι fr. 122. 8, cf. N. 8.1
    d pro pers., s., Youthfulness

    ὥρα πότνια, κάρυξ Ἀφροδίτας ἀμβροσιᾶν φιλοτάτων N. 8.1

    esp., pl., the Seasons, daughters of Zeus and Themis,

    Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί μ' ἔπεμψαν O. 4.1

    πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.17

    εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ” (as the foster mothers of Aristaios) P. 9.60 ἁ δὲ (sc. Θέμις) τὰς χρυσάμπυκας ἀγλαοκάρπους τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (Boeckh ex Hesych.: ἀγαθὰ σωτῆρας codd. Clem. Alex.) fr. 30. 6. ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς ὧραί τε

    Θεμίγονοι Pae. 1.6

    φοινικοεάνων ὁπότ' οἰχθέντος ὡρᾶν θαλάμου εὔοδμον ἐπάγοισιν ἔαρ φυτὰ νεκτάρεα fr. 75. 14.

    Lexicon to Pindar > ὥρα

  • 5 καί

    καί conjunction (Hom.+), found most frequently by far of all Gk. particles in the NT; since it is not only used much more commonly here than in other Gk. lit. but oft. in a different sense, or rather in different circumstances, it contributes greatly to some of the distinctive coloring of the NT style.—HMcArthur, ΚΑΙ Frequency in Greek Letters, NTS 15, ’68/69, 339–49. The vivacious versatility of κ. (for earlier Gk. s. Denniston 289–327) can easily be depressed by the tr. ‘and’, whose repetition in a brief area of text lacks the support of arresting aspects of Gk. syntax.
    marker of connections, and
    single words
    α. gener. Ἰάκωβος καὶ Ἰωσὴφ καὶ Σίμων καὶ Ἰούδας Mt 13:55. χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν 2:11. ἡ ἐντολὴ ἁγία καὶ δικαία καὶ ἀγαθή Ro 7:12. πολυμερῶς κ. πολυτρόπως Hb 1:1. ὁ θεὸς κ. πατήρ God, who is also the Father 1 Cor 15:24; cp. 2 Cor 1:3; 11:31; Eph 1:3; Js 1:27; 3:9 al.—Connects two occurrences of the same word for emphasis (OGI 90, 19 [196 B.C.] Ἑρμῆς ὁ μέγας κ. μέγας; pap in Mayser II/1, 54) μείζων κ. μείζων greater and greater Hv 4, 1, 6. ἔτι κ. ἔτι again and again B 21:4; Hs 2, 6 (B-D-F §493, 1; 2; s. Rob. 1200).
    β. w. numerals, w. the larger number first δέκα καὶ ὁκτώ Lk 13:16. τεσσεράκοντα κ. ἕξ J 2:20. τετρακόσιοι κ. πεντήκοντα Ac 13:20.—The καί in 2 Cor 13:1 ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων καὶ τριῶν σταθήσεται πᾶν ῥῆμα=‘or’ ([v.l. ἢ τριῶν for καὶ τριῶν as it reads Mt 18:16]; cp. Js 4:13 v.l. σήμερον καὶ αὔριον=‘today or tomorrow’, but s. above all Thu. 1, 82, 2; Pla., Phd. 63e; X., De Re Equ. 4, 4 ἁμάξας τέτταρας καὶ πέντε; Heraclides, Pol. 58 τρεῖς καὶ τέσσαρας; Polyb. 3, 51, 12 ἐπὶ δυεῖν καὶ τρισὶν ἡμέραις; 5, 90, 6; Diod S 34 + 35 Fgm. 2, 28 εἷς καὶ δύο=one or two; schol. on Apollon. Rhod. 4, 1091 p. 305, 22 W. τριέτης καὶ τετραέτης) by the statement of two or three witnesses every charge must be sustained, as explained by Dt 19:15.
    γ. adding the whole to the part and in general (Aristoph., Nub. 1239 τὸν Δία καὶ τοὺς θεούς; Thu. 1, 116, 3; 7, 65, 1) Πέτρος καὶ οἱ ἀπόστολοι Peter and the rest of the apostles Ac 5:29. οἱ ἀρχιερεῖς κ. τὸ συνέδριον ὅλον the high priest and all the rest of the council Mt 26:59. Vice versa, adding a (specially important) part to the whole and especially (πᾶς Ἰουδὰ καὶ Ἰερουσαλήμ 2 Ch 35:24; cp. 32, 33; 1 Macc 2:6) τοῖς μαθηταῖς κ. τῷ Πέτρῳ Mk 16:7. σὺν γυναιξὶ κ. Μαριάμ Ac 1:14.
    δ. The expr. connected by καί can be united in the form of a hendiadys (Alcaeus 117, 9f D.2 χρόνος καὶ καρπός=time of fruit; Soph., Aj. 144; 749; Polyb. 6, 9, 4; 6, 57, 5 ὑπεροχὴ καὶ δυναστεία=1, 2, 7; 5, 45, 1 ὑπεροχὴ τῆς δυναστείας; Diod S 5, 67, 3 πρὸς ἀνανέωσιν καὶ μνήμην=renewal of remembrance; 15, 63, 2 ἀνάγκη καὶ τύχη=compulsion of fate; 16, 93, 2 ἐπιβουλὴ κ. θάνατος=a fatal plot; Jos., Ant. 12, 98 μετὰ χαρᾶς κ. βοῆς=w. a joyful cry; 17, 82 ἀκρίβεια κ. φυλακή) ἐξίσταντο ἐπὶ τῇ συνέσει καὶ ταῖς ἀποκρίσεσιν αὐτοῦ they were amazed at his intelligent answers Lk 2:47. δώσω ὑμῖν στόμα κ. σοφίαν I will give you wise utterance 21:15. τροφὴ κ. εὐφροσύνη joy concerning (your) food Ac 14:17. ἐλπὶς κ. ἀνάστασις hope of a resurrection 23:6 (2 Macc 3:29 ἐλπὶς καὶ σωτηρία; s. OLagercrantz, ZNW 31, ’32, 86f; GBjörck, ConNeot 4, ’40, 1–4).
    ε. A colloquial feature is the coordination of two verbs, one of which should be a ptc. (s. B-D-F §471; Rob. 1135f) ἀποτολμᾷ κ. λέγει = ἀποτολμῶν λέγει he is so bold as to say Ro 10:20. ἔσκαψεν κ. ἐβάθυνεν (=βαθύνας) Lk 6:48. ἐκρύβη κ. ἐξῆλθεν (=ἐξελθών) J 8:59. Sim. χαίρων κ. βλέπων I am glad to see Col 2:5. Linking of subordinate clause and ptc. Μαριὰμ ὡς ἦλθεν … καὶ ἰδοῦσα J 11:32 v.l. Cp. παραλαβών … καὶ ἀνέβη Lk 9:28 v.l.
    clauses and sentences
    α. gener.: ἐν γαστρὶ ἕξει κ. τέξεται υἱόν Mt 1:23 (Is 7:14). εἰσῆλθον … κ. ἐδίδασκον Ac 5:21. διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ κ. συνάξει τὸν σῖτον Mt 3:12. κεκένωται ἡ πίστις καὶ κατήργηται ἡ ἐπαγγελία Ro 4:14 and very oft. Connecting two questions Mt 21:23, or quotations (e.g. Ac 1:20), and dialogue (Lk 21:8), or alternate possibilities (13:18).
    β. Another common feature is the practice, drawn fr. Hebrew or fr. the speech of everyday life, of using κ. as a connective where more discriminating usage would call for other particles: καὶ εἶδον καὶ (for ὅτι) σεισμὸς ἐγένετο Rv 6:12. καὶ ἤκουσεν ὁ βασιλεὺς … καὶ (for ὅτι) ἔλεγον and the king learned that they were saying Mk 6:14 (s. HLjungvik, ZNW 33, ’34, 90–92; on this JBlinzler, Philol. 96, ’43/44, 119–31). τέξεται υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ (for οὗ τὸ ὄνομα καλ.) Mt 1:21; cp. Lk 6:6; 11:44. καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι καὶ ποιήσωμεν σκηνάς Mk 9:5. Esp. freq. is the formula in historical narrative καὶ ἐγένετο … καὶ (like וַ … וַיְהִי) and it happened or came about … that Mt 9:10; Mk 2:15; Lk 5:1 v.l. (for ἐγένετο δὲ … καὶ; so also the text of 6:12), 12, 17; 14:1; 17:11 al. (Gen 7:10 al.; JosAs 11:1; 22:1). S. MJohannessohn, Das bibl. Καὶ ἐγένετο u. seine Geschichte, 1926 (fr. ZVS 35, 1925, 161–212); KBeyer, Semitische Syntax im NT I, 1 ’62, 29–62; Mlt-Turner 334f; ÉDelebecque, Études Grecques sur L’Évangile de Luc ’76, 123–65; JVoelz, The Language of the NT: ANRW II/25/2, 893–977, esp. 959–64.—As in popular speech, κ. is used in rapid succession Mt 14:9ff; Mk 1:12ff; Lk 18:32ff; J 2:13ff; 1 Cor 12:5f; Rv 6:12ff; 9:1ff. On this kind of colloquial speech, which joins independent clauses rather than subordinating one to the other (parataxis rather than hypotaxis) s. B-D-F §458; Rdm.2 p. 222; Rob. 426; Dssm., LO 105ff (LAE 129ff), w. many references and parallels fr. secular sources. This is a favorite, e.g., in Polyaenus 2, 3, 2–4; 2, 4, 3; 3, 9, 10; 3, 10, 2; 4, 6, 1; 7, 36 al.
    γ. It is also coordination rather than subordination when κ. connects an expr. of time with that which occurs in the time (Od. 5, 362; Hdt. 7, 217; Thu. 1, 50, 5; Pla., Symp. 220c; Aeschin. 3, 71 νὺξ ἐν μέσῳ καὶ παρῆμεν; s. B-D-F §442, 4; KBrugmann4-AThumb, Griechische Gramm. 1913, 640*): ἤγγικεν ἡ ὥρα κ. παραδίδοται the time has come when he is to be given up Mt 26:45. κ. ἐσταύρωσαν αὐτόν when they crucified him Mk 15:25. κ. ἀνέβη εἰς Ἰεροσόλυμα when he went up to Jerusalem J 2:13. κ. συντελέσω when I will make Hb 8:8 (Jer 38:31); cp. J 4:35; 7:33; Lk 19:43; 23:44; Ac 5:7.
    δ. καί introducing an apodosis is really due to Hebr./LXX infl. (B-D-F §442, 7; Abel §78a, 6 p. 341; Mlt-H. 422; KBeyer, Semitische Syntax im NT I, 1 ’62, 66–72; but not offensive to ears trained in good Gk.: s. Il. 1, 478; Hdt. 1, 79, 2; sim.Thu. 2, 93, 4 ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς, καὶ ἐχώρουν εὐθύς; 8, 27, 5; Herm. Wr. 13, 1 …, καὶ ἔφης; Delebecque [s. above in β] 130–32) καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ …, κ. ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Lk 2:21; cp. Rv 3:20. Also κ. ἰδού in an apodosis Lk 7:12; Ac 1:10.
    ε. connecting negative and affirmative clauses Lk 3:14. οὔτε ἄντλημα ἔχεις κ. τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ you have no bucket, and the well is deep J 4:11; cp. 3J 10 (οὔτε … καί Eur., Iph. Taur. 591f; Longus, Past. 1, 17; 4, 28; Aelian, NA 1, 57; 11, 9; Lucian, Dial. Meretr. 2, 4 οὔτε πάντα ἡ Λεσβία, Δωρί, πρὸς σὲ ἐψεύσατο καὶ σὺ τἀληθῆ ἀπήγγελκας Μυρτίῳ ‘It wasn’t all lies that Lesbia told you, Doris; and you certainly reported the truth to Myrtium’). After a negative clause, which influences the clause beginning w. καί: μήποτε καταπατήσουσιν … κ. στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς Mt 7:6; cp. 5:25; 10:38; 13:15 (Is 6:10); 27:64; Lk 12:58; 21:34; J 6:53; 12:40 (Is 6:10); Ac 28:27 (Is 6:10); 1 Th 3:5; Hb 12:15; Rv 16:15.
    ζ. to introduce a result that comes fr. what precedes: and then, and so Mt 5:15; 23:32; Mk 8:34; 2 Cor 11:9; Hb 3:19; 1J 3:19. καὶ ἔχομεν and so we have 2 Pt 1:19. Esp. after the impv., or expr. of an imperatival nature (Soph., Oed. Col. 1410ff θέσθε … καὶ … οἴσει, El. 1207; Sir 2:6; 3:17) δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω and then I will make Mt 4:19. εἰπὲ λόγῳ, κ. ἰαθήσεται ὁ παῖς μου speak the word, and then my servant will be cured Mt 8:8; Lk 7:7; cp. Mt 7:7; Mk 6:22; Lk 10:28; J 14:16; Js 4:7, 10; Rv 4:1.—καί introduces a short clause that confirms the existence of someth. that ought to be: ἵνα τέκνα θεοῦ κληθῶμεν, καὶ ἐσμέν that we should be called children of God; and so we really are (καλέω 1d) 1J 3:1 (Appian, Bell. Civ. 2, 40 §161 they were to conquer Sardinia, καὶ κατέλαβον=and they really took it; 4, 127 §531 one day would decide [κρίνειν] the fate of Rome, καὶ ἐκρίθη).
    η. emphasizing a fact as surprising or unexpected or noteworthy: and yet, and in spite of that, nevertheless (Eur., Herc. Fur. 509; Philostrat., Her. 11 [II 184, 29 Kayser] ῥητορικώτατον καὶ δεινόν; Longus, Past. 4, 17 βουκόλος ἦν Ἀγχίσης καὶ ἔσχεν αὐτὸν Ἀφροδίτη) κ. σὺ ἔρχῃ πρὸς μέ; and yet you come to me? Mt 3:14; cp. 6:26; 10:29; Mk 12:12; J 1:5, 10; 3:11, 32; 5:40; 6:70; 7:28; 1 Cor 5:2; 2 Cor 6:9; Hb 3:9 (Ps 94:9); Rv 3:1. So also, connecting what is unexpected or otherw. noteworthy with an attempt of some kind (JBlomqvist, Das sogennante και adversativum ’79): but ζητεῖ κ. οὐχ εὑρίσκει but he finds none (no resting place) Mt 12:43. ἐπεθύμησαν ἰδεῖν κ. οὐχ εἶδαν but did not see (it) 13:17; cp. 26:60; Lk 13:7; 1 Th 2:18. Cp. GJs 18:3 (not pap). Perhaps Mk 5:20. Introducing a contrasting response καὶ ἀποδώσεις μοι Hv 2, 1, 3.
    θ. to introduce an abrupt question, which may often express wonder, ill-will, incredulity, etc. (B-D-F §442, 8. For older lit. exx. of this usage s. Kühner-G. II p. 247f; for later times EColwell, The Gk. of the Fourth Gospel ’31, 87f): κ. πόθεν μοι τοῦτο; how have I deserved this? Lk 1:43. κ. τίς; who then? Mk 10:26; Lk 10:29; J 9:36. καὶ τί γέγονεν ὅτι … ; how does it happen that … ? 14:22. καὶ πῶς σὺ λέγεις … ; how is it, then, that you say … J 14:9 v.l. W. a protasis εἰ γὰρ ἐγὼ λυπῶ ὑμᾶς, κ. τίς ὁ εὐφραίνων με; for if I make you sad, who then will cheer me up? 2 Cor 2:2 (cp. Ps.-Clem., Hom. 2, 43; 44 εἰ [ὁ θεὸς] ψεύδεται, καὶ τίς ἀληθεύει;). Thus Phil 1:22 is prob. to be punctuated as follows (s. ADebrunner, GGA 1926, 151): εἰ δὲ τὸ ζῆν ἐν σαρκί, τοῦτο μοι καρπὸς ἔργου, καὶ τί αἱρήσομαι; οὐ γνωρίζω but if living on here means further productive work, then which shall I choose? I really don’t know. καὶ πῶς αὐτοῦ υἱός ἐστιν; how, then, is he his son? Lk 20:44 (cp. Gen 39:9).
    ι. to introduce a parenthesis (Eur., Orest. 4, Hel. 393; X., Equ. 11, 2.—B-D-F §465, 1; Rob. 1182) κ. ἐκωλύθην ἄρχι τοῦ δεῦρο but so far I have been prevented Ro 1:13.
    oft. explicative; i.e., a word or clause is connected by means of καί w. another word or clause, for the purpose of explaining what goes before it and so, that is, namely (PPetr II, 18 [1], 9 πληγὰς … καὶ πλείους=blows … indeed many of them.—Kühner-G. II 247; B-D-F §442, 9; Rob. 1181; Mlt-Turner 335) χάριν κ. ἀποστολήν grace, that is, the office of an apostle Ro 1:5. ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τ. δαιμονιζομένων they told everything, namely what had happened to those who were possessed Mt 8:33. καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος that is, grace upon grace J 1:16. Cp. 1 Cor 3:5; 15:38.—Mt 21:5.—Other explicative uses are καὶ οὗτος, καὶ τοῦτο, καὶ ταῦτα (the first and last are in earlier Gk.: Hdt., X. et al.; s. Kühner-G. I 647; II 247) and, also ascensive and indeed, and at that Ἰ. Χρ., καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον J. Chr., (and) indeed him on the cross 1 Cor 2:2. καὶ τοῦτο Ro 13:11; 1 Cor 6:6, 8; Eph 2:8. καὶ ταῦτα w. ptc. and to be sure Hb 11:12. See B-D-F §290, 5; 425, 1; 442, 9.—The ascensive force of καί is also plain in Ῥωμαῖον καὶ ἀκατάκριτον a Roman citizen, and uncondemned at that Ac 22:25. ἔρχεται ὥρα καὶ νῦν ἐστιν an hour is coming, indeed it is already here J 5:25. προσέθηκεν καὶ τοῦτο ἐπὶ πᾶσιν καὶ κατέκλεισεν τὸν Ἰωάννην ἐν φυλακῇ added this on top of everything else, namely to put John in prison Lk 3:20.
    After πολύς and before a second adj. καί is pleonastic fr. the viewpoint of modern lang. (earlier Gk.: Hom. et al. [Kühner-G. II 252, 1]; cp. Cebes 1, 1 πολλὰ καὶ ἄλλα ἀναθήματα; 2, 3; B-D-F §442, 11) πολλὰ … κ. ἄλλα σημεῖα many other signs J 20:30 (cp. Jos., Ant. 3, 318). πολλὰ κ. βαρέα αἰτιώματα many severe charges Ac 25:7. πολλὰ … καὶ ἕτερα Lk 3:18 (cp. Himerius, Or. 40 [=Or. 6], 6 πολλὰ καὶ ἄλλα). πολλοὶ καὶ ἀνυπότακτοι Tit 1:10.
    introducing someth. new, w. loose connection: Mt 4:23; 8:14, 23, 28; 9:1, 9, 27, 35; 10:1; 12:27; Mk 5:1, 21; Lk 8:26; J 1:19 and oft.
    καί … καί both … and, not only …, but also (Synes., Dreams 10 p. 141b καὶ ἀπιστεῖν ἔξεστι καὶ πιστεύειν.—B-D-F §444, 3; Rob. 1182; Mlt-Turner 335) connecting single expressions Mt 10:28; Mk 4:41; Ro 11:33; Phil 2:13; 4:12. κ. ἐν ὀλίγῳ κ. ἐν μεγάλῳ Ac 26:29. κ. ἅπαξ κ. δίς (s. ἅπαξ 1) Phil 4:16; 1 Th 2:18. Connecting whole clauses or sentences: Mk 9:13; J 7:28; 9:37; 12:28; 1 Cor 1:22. Introducing contrasts: although … yet (Anthol. VII, 676 Δοῦλος Ἐπίκτητος γενόμην καὶ σῶμʼ ἀνάπηρος καὶ πενίην ῏Ιρος καὶ φίλος ἀθανάτοις ‘I was Epictetus, a slave; crippled in body and an Iros [a beggar in Hom., Od.] in poverty, but dear to the Immortals’) J 15:24; Ac 23:3. καὶ … κ. οὐ Lk 5:36; J 6:36. καὶ οὐ … καί 17:25; κ. … κ. now … now Mk 9:22. On τὲ … καί s. τέ 2c. Somet. w. ἤ q.v. 1aβ.—HCadbury, Superfluous καί in the Lord’s Prayer (i.e. Mt 6:12) and Elsewhere: Munera Studiosa (=WHatch Festschr.) ’46.
    marker to indicate an additive relation that is not coordinate to connect clauses and sentences, also, likewise, funct. as an adv.
    simply κ. τὴν ἄλλην the other one also Mt 5:39; cp. vs. 40; 6:21; 12:45; Mk 1:38; 2:26; 8:7 and oft. Freq. used w. pronouns κἀγώ (q.v.). καὶ σύ Mt 26:73. κ. ὑμεῖς 20:4, 7; Lk 21:31; J 7:47 and oft. κ. αὐτός (s. αὐτός 1f).
    intensive: even Mt 5:46f; 10:30; Mk 1:27; Lk 10:17; J 14:9 v.l.; Ac 5:39; 22:28; Ro 9:24 (ἀλλὰ καί); 1 Cor 2:10; 2 Cor 1:8; Gal 2:17; Eph 5:12; Phlm 21; Hb 7:25; 1 Pt 4:19 (but s. d below); Jd 23; Hs 5, 2, 10; 7:1; ἔτι καὶ νῦν Dg 2:3. CBlackman, JBL 87, ’68, 203f would transl. Ro 3:26b: even in the act of declaring righteous (cp. the gen. abs. Polemon Soph. B 14 Reader καὶ Δάτιδος ἀποπλέοντος=even though Datis was sailing away). In formulas expressing a wish: ὄφελον καί if only, would that Gal 5:12. In connection w. a comparative: κ. περισσότερον προφήτου one who is even more than a prophet Mt 11:9. κ. μείζονα ποιήσει J 14:12.
    In sentences denoting a contrast καί appears in var. ways, somet. in both members of the comparison, and oft. pleonastically, to our way of thinking καθάπερ …, οὕτως καί as …, thus also 2 Cor 8:11. ὥσπερ …, οὕτως καί (Hyperid. 1, 2, 5–8) Ro 5:19; 11:30f; 1 Cor 11:12; 15:22; Gal 4:29. ὡς …, οὕτως καί Ro 5:15, 18. ὸ̔ν τρόπον …, οὕτως καί 2 Ti 3:8.—οὕτως καί thus also Ro 6:11. ὡσαύτως καί in the same way also 1 Cor 11:25. ὁμοίως καί (Jos., Bell. 2, 575) J 6:11; Jd 8. ὡς καί Ac 11:17; 1 Cor 7:7; 9:5. καθὼς καί Ro 15:7; 1 Cor 13:12; 2 Cor 1:14; Eph 4:17. καθάπερ καί Ro 4:6; 2 Cor 1:14.—καί can also stand alone in the second member w. the mng. so also, so. ὡς … καί Mt 6:10; Ac 7:51; Gal 1:9; Phil 1:20. καθὼς … καί Lk 6:31 v.l.; J 6:57; 13:15; 1 Cor 15:49.—οἷος …, τοιοῦτος καί 1 Cor 15:48. After a comp. ὅσῳ καί by so much also Hb 8:6. καί is found in both members of the comparison (s. Kühner-G. II 256; 2 Macc 2:10; 6:14) Ro 1:13; 1 Th 2:14. καθὼς καὶ … οὕτως καί Col 3:13 (cp. Hyperid. 1, 40, 20–25 ὥσπερ καὶ … οὕτω καί; 3, 38).
    w. expressions that introduce cause or result, here also pleonastic to a considerable degree διὰ τοῦτο καί for this reason (also) Lk 11:49; J 12:18. διὸ καί Lk 1:35; Ac 10:29; Ro 4:22; Hb 13:12. εἰς τοῦτο καί 2 Cor 2:9. ὥστε καί 1 Pt 4:19 (but this pass. may well fit in b). ὅθεν καί Hb 7:25; 11:19.
    after an interrogative (as Thu., X., et al.; s. Kühner-G. II 255. S. also B-D-F §442, 14) at all, still ἱνατί καὶ τ. γῆν καταργεῖ; Lk 13:7. τί καί; (Hyperid. 3, 14 τί καὶ ἀδικεῖ; what kind of wrong, then, is he committing?) τί καὶ ἐλπίζει; why does he still (need to) hope? Ro 8:24. v.l. τί καὶ βαπτίζονται; why are they baptized (at all)? 1 Cor 15:29; cp. vs. 30.
    used w. a relative, it oft. gives greater independence to the foll. relative clause: Mk 3:14; Lk 10:30; J 11:2 v.l.; Ac 1:3, 11; 7:45; 10:39; 11:30; 12:4; 13:22; 28:10; Ro 9:24; 1 Cor 11:23; Gal 2:10; Col 1:29 al.
    used pleonastically w. prep.
    α. μετά (BGU 412, 6 μετὰ καὶ τ. υἱοῦ) Phil 4:3.
    β. σύν (ins in PASA III 612; PFay 108; BGU 179, 19; 515, 17) 1 Cl 65:1.—Dssm., NB 93 (BS 265f).
    w. double names ὁ καί who is also called … (the earliest ex. in a fragment of Ctesias: 688 Fgm. 15, 51 p. 469, 23 Jac. ῏Ωχος καὶ Δαρειαῖος [s. Hatch 141]; OGI 565; 574; 583; 589; 603; 604; 620; 623; 636; POxy 45; 46; 54; 101; 485; 1279; PFay 30; BGU 22, 25; 36, 4; Jos., Ant. 1, 240; 5, 85; 12, 285; 13, 320; 18, 35. Further material in WSchmid, Der Atticismus III 1893, 338; Dssm., B 181ff [BS 313–17]. Lit. in B-D-F §268, 1) Σαῦλος, ὁ καὶ Παῦλος Ac 13:9. Ἰγνάτιος, ὁ καὶ Θεοφόρος ins of all the letters of Ign.
    with other particles
    α. καὶ γάρ for (s. γάρ 1b).—καὶ γὰρ … ἀλλά (or granted that … but) 2 Cor 13:4; Phil 2:27.—καὶ γὰρ οὐ(κ): neither 1 Cor 11:9; for even … not 2 Cor 3:10.
    β. καί γε (without intervening word [opp. earlier Gk, e.g. Pla., Phd. 58d; Rep. 7, 531a]: Hippocr., Septim. 9, VII 450 Littré; Cornutus p. 40, 12; Περὶ ὕψους 13, 2; Rhetor Apsines [III A.D.] p. 332, 17 Hammer; TestReub 4:4 al.; for גָּם always in Theod. [DBarthélemy, Les devanciers d’Aquila ’63, 31ff]), weakened force: (if) only or at least Lk 19:42 v.l.; intensive: indeed (Jos. Ant 29, 19) Ac 2:18 (J 3:2 v.l.; Mel., P. 30, 207); Hm 8:5; 9:9. καί γε οὐ μακράν= and indeed God is not far Ac 17:27.—Kühner-G. II 176b; Schwyzer II 561; B-D-F §439, 2; Rdm.2 35–37.
    γ. καὶ … δέ and also, but also (s. δέ 5b).
    δ. καίτοι (Il. 13, 267 et al., ins, pap; 4 Macc 2:6; 5:18; 7:13; Ath. 8, 1 al.; Mel., P. 58, 422) particle (B-D-F §425, 1; 450, 3; Rob. 1129 and 1154) w. finite verb (Chion, Ep. 3, 1; Jos. Ant. 5, 78) yet, on the other hand Ac 14:17. W. gen. abs. foll. (BGU 850, 4 [76 A.D.] καίτοι ἐμοῦ σε πολλὰ ἐρωτήσαντος; 898, 26; Philo, Vi. Mos. 1, 20; Jos., Ant. 2, 321; Ath. 19, 2; 25, 2) Hb 4:3.—καίτοι γε or καί τοι γε (since Aristoph., Ach. 611; but esp. in later Gk. [cp. Schwyzer II 561; MMeister, De Aiocho dial., Breslau diss. 1915 p. 31, 5]; Ps.-Pla., Axioch. 364b; Jos., Bell. 1, 7, Ant. 5, 36; Epict. 3, 24, 90; Just., A II, 11, 2; D. 7, 3; Ath. 3, 1; 22, 7; SIG 685, 76 and 82 [139 B.C.]) although J 4:2; Ac 14:17 v.l.; Dg 8:3. W. part. foll. (Jos., C. Ap. 1, 230; Mel., P. 58, 422) AcPt Ox 849, 18.—Kühner-G. II 151f; B-D-F §439, 1; 450, 3.—For ἀλλὰ κ., δὲ και, ἐὰν κ., εἰ κ., ἢ κ. s. ἀλλά, δέ, ἐάν, εἰ, ἤ.—ERobson, KAI-Configurations in the Gk. NT, 3 vols. diss. Syracuse ’79. LfgrE s.v. καί col. 1273f (lit.). DELG. M-M. EDNT.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > καί

  • 6 ὥρα

    -ας + N 1 14-10-3-30-17=74 Gn 18,10.14; 29,7; Ex 9,18; 10,4
    fitting time, season Gn 29,7; season (one of the four seasons) 1 Ezr 9,11; time, moment Ex 9,18;
    springtime Is 52,7; fruit, product Dt 33,13
    εἰς ὥρας next year or in due time, hereafter Gn 18,10; πᾶσαν ὥραν hour after hour, every hour, constantly Ex 18,22; ἦλθον εἰς ὥραν καὶ καιρόν they came for a season and a time, they came for an appointed season Est 10,3h; αὐτῇ τῇ ὥρᾳ at that very time, at once, instantly DnTh 3,6
    *1 Sm 25,6 εἰς ὥρας in due time-חיה life, time (cpr. Gn 18,10.14) for MT לחי (= לאחי?) to my brother?;
    *DnLXX 11,45 ὥρα time-עת for MT עד to, towards
    Cf. DOGNIEZ 1992 189.349; DORIVAL 1994, 55; HARL 1986a 175; 1991=1992a 149; LE BOULLUEC 1989,
    157; ROST 1967, 129-132; WEVERS 1990 133; 1993 250; 1995 547 (Dt 33,13); →LSJ Suppl(1 Sm 25,6); LSJ RSuppl(1 Sm 25,6); NIDNTT; TWNT

    Lust (λαγνεία) > ὥρα

  • 7 χώρα

    χώρα, [dialect] Ion. [full] χώρη, ,
    A = χῶρος, space or room in which a thing is, defined as partly occupied space, distd. fr. κενόν and τόπος, Zeno Stoic. 1.26 (cf.2.163), S.E.P.3.124;

    ποταγορεύοντι τὰν ὕλαν τόπον καὶ χώραν Ti.Locr.94b

    (in

    ὁ τόπος τῆς χ. Pl.Lg. 705c

    χώρα = country (cf. 11.1); so

    χώρας ἐν τόποις Λιβυστικοῖς A.Eu. 292

    );

    οὐδέ τι πολλὴ χώρη μεσσηγύς Il.23.521

    ;

    νόμισμα.. χώρας μεγάλης δέοιτ' ἄν X.Lac.7.5

    ; χώραν τινὶ καταλιπεῖν leave room for it, Plu.2.123f, etc.
    2 generally, place, spot, στρέψεσθ' ἐκ χώρης ὅθι .. Il.6.516, cf. Od.16.352;

    ὀλίγῃ ἐνὶ χ. Il. 17.394

    ; χώραν ἐκ χώρας μεταβάλλειν move from place to place, Pl.Tht. 181c; field in a ceiling, IG42(1).103.193, 106ii139 (Epid., iv B. C.); ἡ πρώτη χ. the first field (on the chest of Cypselus), Paus.5.17.6; socket or cavity of a joint, Hp.Art.79, 80; of the eye, IG42(1).121.76 (Epid., iv B. C.); as euphemism for the genital organs, Hippiatr. 33,71.
    3 the position, proper place of a person or thing,

    ἐνὶ χώρῃ ἕζεται Il.23.349

    : esp. a soldier's post, Ἄρης οὐκ ἔνι χώρα is not at his post (or perh. in the land, cf. Ar.Lys. 524) A.Ag.78 (anap.); χώραν λιπεῖν, προλείπειν, Th.4.126, 2.87; μισθοφορεῖν κεναῖς χ. draw pay for unfilled vacancies, Aeschin.3.146;

    ἐπιγράψαι αὐτῷ τὴν χ. UPZ14.88

    (ii B. C.): later τὴν χ. τινὸς ἀποπληρῶσαι, ποιῆσαι, fill a person's place, POxy.136.15(vi A. D.), PMasp.32.11 (vi A. D.): χώραν λαβεῖν take a position, find one's place, ἕως ἂν χώραν λάβῃ [τὰ πράγματα] till they are brought into position, into order, X.Cyr.4.5.37;

    οὐ διδοὺς ἑτέρῳ τόπον οὐδὲ χώραν διακονίας Plu.2.62d

    ; οὐκ ἂν ἔχοι χώραν νοήσεως ἡντινοῦν τὸ ἀγαθόν the Good cannot have any possibility of thinking, Plot.5.6.6; σοὶ ἀστρονομεῖν χ. your province is astronomy, Philostr. VA5.15;

    ἐν τοῖς ἀτέχνοις χώραν ἔχει τὸ αὐτόματον Eun.Hist.p.225D.

    : freq. in the phrase ὥρα καὶ χ., time and place,

    ἐν ὁποία ἀξία φυτευθῆναι καὶ ὥρὰ καὶ χώρᾳ Pl.Hipparch. 225c

    ;

    ἐν ἄλλῃ καὶ χώρῃ Hp.Hum. 14

    ; πρὸς ὥρας καὶ χώρας καὶ διαίτας ib.16, Aph.3.3;

    ἥ τε τοῦ ἔτους ὥρα καὶ χ. καὶ φύσις τοῦ θεραπευομένου σώματος Gal.18(2).399

    , cf. Alex. Trall.1.10, Steph.in Hp.1.161, 180 D. b. in metric, position of a foot in a verse,

    τὸ δακτυλικὸν δέχεται δακτύλους καὶ σπονδείους κατὰ πᾶσαν χ. Heph.7.1

    , cf. 8.1;

    αἱ περιτταὶ χ. Id.5.1

    ,6.1.
    4 metaph., station, place, position, ἐν χώρᾳ τινὸς εἶναι to be in his position, be counted the same as he is, ἐν ἀνδραπόδων or μισθοφόρου χώρᾳ εἶναι to be in the position of slaves or mercenaries, to pass or rank as such, X.An.5.6.13, Cyr.2.1.18; ἐν οὐδεμιᾷ χ. εἶναι to have no place or rank, be in no esteem, Id.An.5.7.28;

    οὗ μέλλει χώρην μηδεμίαν θέμεναι Thgn.152

    ;

    τούτων τοι χώρη.. ὀλίγη τελέθει Id.822

    ;

    τὰς μεγίστας χ. ἔχειν Plb.1.43.1

    .
    5 in senses 3 and 4 freq. with a Prep., ἐκ χώρας ὁρμᾶν, opp. πορευόμενος μάχεσθαι, X.An.3.4.33; εἰς τὰς ἑαυτῶν χ. πάρεισι are at their posts, Id.Cyr.1.2.4, cf. Theoc. 15.57;

    εἰς τὰς τῶν λοχαγῶν χ. καταστήσεσθαι X.Cyr.2.1.23

    ; ἐν χώρᾳ in one's place, at one's post,

    ἐν ταῖς χ. γενέσθαι Id.An.4.8.15

    ; ἐν χώρᾳ πίπτειν, ἀποθνῄσκειν, die at one's post, Id.HG4.2.20, 8.39; ἐπὶ χώρας ἕσσαι set it in its place, Pi.P.4.273; also μένειν ἐπὶ χώρας, = μένειν κατὰ χώραν, remain in force, OGI90.16 (Rosetta, ii B. C.), BGU183.9 (i A. D.); κατὰ χώρην εἶναι be in one's place, Hdt.4.135; [

    φόροι] κατὰ χώρην διατελέουσι ἔχοντες Id.6.42

    , cf. Ar.Pl. 367, Ra. 793;

    κατὰ χ. μένειν Hdt.7.95

    , 8.108, Ar.Eq. 1354, Th.4.26; ἤλπιζον.. οὐ μενεῖν κατὰ χ. τὰ πράγματα ib.76;

    μένει τὸ ὅρκιον κατὰ χ.

    as it was, undisturbed,

    Hdt.4.201

    ; ἐᾶν κατὰ χ. τὴν πόλιν leave in its place, leave as it was, X.HG6.5.6, cf. Hdt.1.17;

    κατὰ χώραν μένειν τοὺς ἄλλους [νόμους] ἐᾶν D.24.5

    ; κατὰ χ. ἀπιέναι retire in their old order, X. An.6.4.11.
    II land, viz.,
    1 a land, country,

    ἅς τινας ἵκεο χώρας ἀνθρώπων Od.8.573

    ;

    ἡ χ. ἡ Ἀττική Hdt.9.13

    ;

    ἐμπορεύεσθαι εἰς τὴν χ. IG12.57.21

    , cf. 63.22, al.: freq. in Trag.,

    Ἑλλάδα χώραν A.Pers. 271

    (lyr.);

    Εὐβοῖδα χ. S.Tr.74

    , etc.; territory, ὁ τύραννος ἢ πόλεων ἢ χ. πολλῆς [ἐπιθυμεῖ] X.Hier.4.7: pl., OGI54.11 (Adule, iii B. C.), etc.
    2 landed estate, X.Cyr.8.4.28, 8.6.4. b. country town,

    τοὺς κήρυκας διαπέμψαντες ἐς τὰς χ. Schwyzer688

    B8 (Chios, v B. C.).
    3 the country, opp. to the town,

    ἡ πόλις καὶ ἡ χ. Lycurg. 1

    ;

    τὰ ἐκ τῆς χώρας Th.2.5

    , X.Mem.3.6.11; ὁ ἐκ τῆς χ. γιγνόμενος σῖτος ib.13;

    οἱ ἐν τῇ χ. ἐργάται Id.Hier.10.5

    ; ἐν τῇ χώρᾳ κοιταῖον γίγνεσθαι, opp. ἐν ἄστει, Decr. ap. D.18.37; ἁ κοινὰ χ. (of two cities) IG42(1).77.2 (Epid., ii B. C.): esp. of Egypt as opp. Alexandria, OGI56.5 (Canopus, iii B. C.), PHib.1.27.167 (iii B. C.), etc. (but in PTeb.5.98 (ii B. C.) ἐν τῇ Ἀλεξα (νδρέων) χ. means 'in Alexandria'); ἡ ἄνω χ. καὶ ἡ κάτω, Upper and Lower Egypt, OGI90.46 (Rosetta, ii B. C.), cf. Wilcken Chr.109.9 (iii B. C.).— χῶρος is another form: in signf. 11 χώρα alone is used in [dialect] Att.; whereas in signf. 1 χῶρος is common, exc. in the special sense of one's proper place or post ( χῶρος and χώρα perh. cogn. with χῆρος, χῆτος).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χώρα

  • 8 εὐ-φυΐα

    εὐ-φυΐα, , der schöne Wuchs, Hippocr.; τοῦ πλατάνου Luc.; καὶ ὥρα Plut. Sol. 1; ὄρϑιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυΐαν Amator. 21; von der guten Lage eines Ortes, dem günstigen Terrain, Pol. 2, 68, 5; χώρας εὐβοσία καὶ εὐφ. vrbdt Theophr. – Gew. übertr. auf den Geist, gute Anlagen, Talent, vgl. bes. Arist. Eth. Nic. 3, 7 u. Plat. defin. 413 d; ε ὐφυΐα τάχος μαϑήσεως, öfter bei Plut. u. a. Sp, wie D. Sic. 1, 97 διὰ τὴν εὐφυΐαν ἀξιωϑεὶς μεγάλης δόξης.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > εὐ-φυΐα

  • 9 κομάω

    κομάω, ion. κομέω, 1) das Haar, κόμη, lang wachsen lassen, langes, starkes Haar haben; Ἄβαντες ὄπιϑεν κομόωντες, am Hinterkopfe langes Haar tragend, Il. 2, 542; – auch von Pferden, ἐϑείρῃσιν κομόωντε, 8, 42. 13, 24; – Her. 1, 82 u. öfter; κομέουσι 2, 36, wie τὰ ὀπίσω κομέουσι τῆς κεφαλῆς 4, 180; Plat. Gorg. 524 c Phaedr. 89 c; μὴ ἅπτεσϑαί μου πρὶν ἂν τὸ γένειον τῇ κεφαλῇ ὁμοίως κομήσῃς Xen. Conv. 4, 28; Folgde; auch von den Haaren selbst, κομόωσιν ἔϑειραι Opp. Cyn. 3, 27. – 2) Uebertr., von Gewächsen u. vom Felde, Laub bekommen, grünen u. blühen; οὖϑαρ ἀρούρης μέλλεν ἄφαρ ταναοῖσι κομήσειν ἀσταχύεσσι, das Feld sollte prangen mit langen Aehren, H. h. Cer. 454; ἡ γῆ φυτοῖς κομῶσα Arist. de mundo 4; Λιβάνῳ κομόωσιν ἄρουραι D. Per. 950; αἴγειρος φύλλοισιν ἀπειρεσίοις κομόωσα Ap. Rh. 1, 928; λειμῶνες Anacr. 39, 2; – ἀστέρες κομόωντες, = κομῆται, Arat. 1092. – 3) langes Haar galt als Zeichen des Freien nicht bloß, Arist. rhet. 1, 8, 3, sondern auch der Freude, dah. man es bei der Trauer abschnitt; auch Zeichen des Reichthums u. Stolzes, vgl. Her. 1, 82; dah. κομᾶν = stolz, vornehm sein, prunken; οὗτος ἐπὶ τυραννίδι ἐκόμησε, er buhlte um die Alleinherrschaft, Her. 5, 71; vom Perserkönige, Ar. Plut. 170; τινί, stolz sein auf Etwas, mit Etwas großthun, Opp. Cyn. 3, 192; ἐπί τινι, Luc. Nigr. 1; ἐπὶ κάλλει καὶ ὥρᾳ Plut. Caes. 45; vgl. Antiphan. 5 (XI, 322); neben ὑψαυχεῖν u. μεγαληγορεῖν, Plut. de stoic. repugn. 13. – Bes. galt in Athen, wo die Jünglinge nur bis ins 18. Jahr langes Haar trugen, dann aber als ἔφηβοι es abschnitten u. kürzeres Haar trugen, das lange Haar als Merkmal eines Stutzers, als Zeichen der Prunkliebe u. Eitelkeit.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > κομάω

  • 10 εὐφυΐα

    A natural goodness of growth or shape, shapeliness,

    δακτύλων Hp. Off.4

    , cf. Art.82;

    εὐ. καὶ ὥρα Plu. Sol.1

    ; ἡ τῶν ζῴων εὐ. Porph. Abst.3.24.
    II good natural parts, and morally, goodness of disposition, freq. in both senses at once, Arist. EN 1114b12, Rh. 1362b24, etc.; defined as τάχος μαθήσεως, Pl.Def. 413d.
    2 of places, fertility, favourable situation, etc.,

    εὐ. πρός τι Thphr. CP1.2.3

    ; ἡ τῶν τόπων εὐ. Plb.2.68.5.— εὐφύεια is cited from Alex.317, and is found in Pap., as Anon. in Tht.4.43,al.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὐφυΐα

  • 11 ἐκπλήσσω

    ἐκπλήσσω, [dialect] Att. [suff] ἐκπλήρ-ττω,
    A strike out of, drive away from, expel,

    ἐκ δ' ἔπληξέ μου τὴν αἰδῶ A.Pr. 134

    ; ὃς (sc. κεραυνὸς) αὐτὸν ἐξέπληξε τῶν.. κομπασμάτων ib. 362, cf. E. Ion 635: abs.,drive away,

    ἡ τέρψις τὸ λυπηρὸν ἐκπλήσσει Th.2.38

    ; φόβος μνήμην ἐ. ib.87.
    II drive out of one's senses by a sudden shock, amaze, astound, Od.18.231 (tm.) ;

    κάλλει καὶ ὥρᾳ διενεγκόντες ἐ. τινάς Aeschin.1.134

    ;

    ὁ φόβος ἐκπλήσσων.. Antipho 2.1.7

    ;

    κακοὶ εὐτυχοῦντες ἐκπλήσσουσί με Trag.Adesp. 465

    ; ὅ μ' ἐκπλήσσει λόγου frightens me in speaking, E.Or. 549 :— in this sense most freq. in [tense] aor. 2 [voice] Pass., [dialect] Ep. ἐξεπλήγην (v. infr.), [dialect] Att. ἐξεπλάγην [pron. full] [ᾰ] (also [tense] aor. I

    ἐξεπλήχθην Id.Tr. 183

    : [tense] pf. part.

    ἐκπεπληγμένος A.Pers. 290

    , S.Tr. 386, etc.); to be panic-struck, amazed, esp. by fear,

    ἐκ γὰρ πλήγη φρένας Il.16.403

    , cf. 13.394 ;

    ἡνίοχοι ἔκπληγεν 18.225

    : c. part.,

    ἐκπεπληγμένον κεῖνον βλέποντες S.OT 922

    , cf. Ant. 433, etc.; ἐκπλαγῆναί τινι to be astonished at a thing, Hdt.1.116, etc. ;

    ὑπό τινος Id.3.64

    ;

    διά τι Th.7.21

    ;

    ἐπί τινι X.Cyr. 1.4.27

    ;

    πρός τι Plu.Thes.19

    , etc.: also c.acc., ἐκπλαγῆναί τινα to be struck with panic fear of.., S.Ph. 226,El. 1045 ;

    ἡμᾶς δ' ἂν..μάλιστα ἐκπεπληγμένοι εἶεν Th.6.11

    , cf.3.82.
    2 generally, of any sudden, overpowering passion, to be struck with desire, Ar.Pl. 673 ; with love, E.Hipp.38, Med.8 ; χαρᾷ, ἡδονῇ, A.Ch. 233, S.Tr. 629 ; with admiration, Hdt.3.148, etc.: c.acc.rei,

    ἐκπλαγέντα τὰ προκείμενα ἀγαθά Id.9.82

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐκπλήσσω

  • 12 ἔρχομαι

    ἔρχομαι impv. ἔρχου, ἔρχεσθε; impf. ἠρχόμην; fut. ἐλεύσομαι; 2 aor. ἦλθον, and the mixed forms ἦλθα (W-S. §13, 13; B-D-F §81, 3; Mlt-H. 208f), ἤλθοσαν (LXX; TestAbr A 20 p. 103, 12 [Stone p. 54]), ἤλθωσαν (GJs 21:1; ἤλθωσιν17:3; s. deStrycker p. 246f); pf. ἐλήλυθα; plpf. 3 sg. ἐληλύθει 3 Km 10:10, 12 (Hom.+). This multipurpose marker is not readily susceptible to precise classification, but the following outline of usage covers the principal lines:
    of movement from one point to another, with focus on approach from the narrator’s perspective, come
    of movement itself
    α. abs. ἔρχου καὶ ἔρχεται Mt 8:9; Lk 7:8; cp. Mt 22:3; Lk 14:17; J 5:7; Ac 10:29; 1 Cor 11:34; Rv 8:3 al. κραυγὴ γέγονεν• ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται Mt 25:6 v.l. (Jos., Bell. 5, 272 βοῶντες• ὁ υἱὸς ἔρχεται). οἱ ἐρχόμενοι καὶ οἱ ὑπάγοντες Mk 6:31. ἦλθε δρομέως came on the run AcPl Ha 4, 30 (TestAbr A 5 p. 82, 24 [Stone p. 12] ἦλθεν δρομαία ἐπʼ αὐτούς=Sarah came to them on the run). Also w. the specif. mng. come back, return (Hom. et al.; Bar 4:37; 1 Esdr 5:8; Tob 2:3 BA) J 4:27; 9:7; Ro 9:9; of Joseph GJs 16:2 (foll. by κατέβη of Mary; both Joseph and Mary ‘return’ from an uninhabited area). Come before the judgment-seat of God 2 Cl 9:4. Come in a hostile sense Lk 11:22 P75 et al. (cp. X., Hellenica 6, 5, 43).
    β. used w. prepositions: ἀπό w. gen. of place (Herodian 1, 17, 8 ἀ. τοῦ λουτροῦ; ἀ. βορρᾶς PsSol 11:3; ἀ. τῆς μεγάλης πόλεως TestAbr A 2 p. 78, 30 [Stone p. 4]) Mk 7:1; 15:21; Ac 18:2; 2 Cor 11:9; w. gen. of pers. Mk 5:35; J 3:2b; Gal 2:12.—ἐκ w. gen. of place Lk 5:17; J 3:31b.—εἰς w. acc. of place into Mt 2:11; 8:14; 9:1; Mk 1:29; 5:38; Lk 23:42 (cp. 1bα below, end); J 11:30; εἰς Κόρινθον AcPl Ha 6, 2 (εἰς τὸν παράδεισον TestAbr A 11 p. 90, 1 [Stone p. 28]). to, toward J 11:38; 20:3. εἰς τὸ πέραν Mt 8:28; 16:5. εἰς τ. ἑορτήν to the festival, i.e. to celebrate it J 4:45b; 11:56. ἐκ … εἰς J 4:54.—διά w. gen. of place and εἰς Mk 7:31; ὁ … ἐρχόμενος διᾶ τῆς θύρας one who enters by the gate 10:2 (P75).—μετά w. gen. of pers. ἵνα ἔλθῶ μετʼ αὐτοῦ ἐν τῇ δόξη τοῦ πατρὸς αὐτοῦ so that I might return with him in the glory of his Father AcPl Ha 10, 8. ἐν w. dat. of the thing w. which one comes Ro 15:29. ἐν ῥάβδῳ 1 Cor 4:21, also to denote the state of being in which one comes ἐν πνεύματι Lk 2:27; cp. Ro 15:32; w. dat. of the pers. who accompanies someone Jd 14.—ἐπί w. acc. of place over Mt 14:28, to (JosAs 26:5; ParJer 8:4; Jos., Ant. 7, 16; Just., D. 88, 3) Lk 19:5; Ac 12:10, 12; w. acc. of thing to (PTor I, 1; II, 29 [116 B.C.] ἔρχεσθαι ἐπὶ τὸ κριτήριον; Jos., Ant. 12, 395) Mt 3:7; Mk 11:13b; w. acc. of pers. to (ἐπὶ γυναῖκα Just., A I, 33, 3) J 19:33; Ac 24:8 v.l.; against Lk 14:31 (1 Macc 5:39 ἔρχ. ἐπί τινα εἰς πόλεμον; Jos., Ant. 7, 233; Mel., P. 17, 114).—κατά w. acc. of place to Lk 10:33; Ac 16:7; AcPl Ha 2, 5.—παρά w. acc. of place to Mt 15:29; w. gen. of pers. from Lk 8:49.—πρός w. acc. of pers. to (X., Mem. 1, 2, 27; En 106:4; JosAs 3:6; Jos., Ant. 2, 106; 11, 243; Just., D. 77, 4) Mt 3:14; 7:15; Mk 9:14; Lk 1:43; J 1:29, 47; 2 Cor 13:1 and oft. ἀπό τινος (gen. of pers.) πρός τινα 1 Th 3:6.
    γ. w. an adverb of place ἄνωθεν ἔ. J 3:31. ἐκεῖ 18:3. ἐνθάδε 4:16. ὄπισθεν Mk 5:27. πόθεν (Jdth 10:12) J 3:8; 8:14; Rv 7:13. ποῦ Hb 11:8. ὧδε Mt 8:29; Ac 9:21 (ApcEsdr 5:10; ApcSed 9:4; cp. ParJer 7:16 ἐνταῦθα. The adv. w. a case funct. as prep. ἄχρι τινός Ac 11:5. ἐγγύς τινος Hv 4, 1, 9. ἕως τινός Lk 4:42 (ApcMos 34 ἐλθὲ ἕως ἐμοῦ).
    δ. w. a case, without a prep.: dat. of pers. come to someone (Aeschyl., Prom. 358; Thu. 1, 13, 3; X., An. 7, 7, 30; BGU 1041, 16 [II A.D.] ὅτι ἔρχομαί σοι) Mt 21:5 (Zech 9:9); Rv 2:5, 16.
    ε. The purpose of coming is expressed by an inf. (Eur., Med. 1270, also Palaeph. p. 62, 12; 1 Macc 16:22; Bel 40 Theod.; 1 Esdr 1:23; 5:63; TestSol 5 D ἦλθε θεάσασθαι; TestAbr B 5 p. 109, 21 [Stone p. 66] ἔρχομαι … κοιμηθῆναι; Just., D. 78, 7 ὸ̔ν ἐληλύθεισαν προσκυνῆσαι) Mt 2:2; 12:42; Mk 15:36; Lk 1:59; 3:12 al.; by a fut. ptc. (Hom. et al.) Mt 27:49; Ac 8:27; by a pres. ptc. Lk 13:6 (TestJob 9:8 αἰτοῦντες); by ἵνα J 10:10; 12:9b (TestJob 34:5; ApcMos 29); εἰς τοῦτο ἵνα Ac 9:21; διά τινα J 12:9a.
    ζ. Single forms of ἔ. are used w. other verbs to denote that a person, in order to do someth., must first come to a certain place: in parataxis ἔρχεται καί, ἦλθεν καί etc. (Ex 19:7; 2 Km 13:36; 2 Esdr 5:16; JosAs 10:6; TestJob 8:3; ApcMos 37) Mt 13:19, 25; Mk 2:18; 4:15; 5:33; 6:29; 12:9; 14:37; Lk 8:12, 47; J 6:15; 11:48; 12:22; 19:38; 20:19, 26; 21:13; 3J 3; Rv 5:7; 17:1; 21:9. ἔρχου καὶ ἴδε J 1:46; 11:34. ἔρχεσθε καὶ ὄψεσθε 1:39. A ptc. of ἔ. followed by a finite verb ἐλθών (Hdt. 2, 115; LXX; TestJob 7:1; Just., D. 8, 4 al.) Mt 2:8; 8:7; 9:10, 18 (cp. εἷς 3b; προσέρχομαι 1a); 12:44; 14:12; 18:31; 27:64; 28:13; Mk 7:25; 12:14, 42; 14:45; 16:1; Ac 16:37, 39. ἐρχόμενος Lk 13:14; 16:21; 18:5. The participial constr. is best transl. come and. In some pass. ἐλθών is to be rendered when (someone) has come J 16:8; 2 Cor 12:20; Phil 1:27 (opp. ἀπών).—Instead of the transcription ]λη λυθεισα POxy 1081, 3, read after the Coptic SJCh 88, 19–89, 1: ἐ]ληλύθεισαν.
    of making an appearance come before the public, appear (cp. ἦλθον εἰς τόνδε τὸν κόσμον ‘I was born’ Ar. 1, 1).
    α. of Jesus as Messiah Lk 3:16; J 4:25; 7:27, 31, who for this reason (on the basis of pass. like Ps 117:26; Hab 2:3; Da 7:13 Theod.) is called ὁ ἐρχόμενος Mt 11:3; Lk 7:19f; Hb 10:37 (Hab 2:3), or ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου Mt 21:9; 23:39; Mk 11:9; Lk 13:35; 19:38; J 12:13 (in all cases Ps 117:26); also in John, in whose writings the idea of Jesus having come heaven-sent to the earth is of considerable importance J 16:28: (ὁ προφήτης) ὁ ἐρχόμενος εἰς τ. κόσμον J 6:14; 11:27 (cp. ἐρχόμενος εἰς τ. κόσμον ἐπὶ τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν ParJer 9:20). Of the appearance of Jesus among humans (s. Harnack, ‘Ich bin gekommen’: ZTK 22, 1912, 1–30; AFrövig, D. Sendungsbewusstsein Jesu u. d. Geist 1924, 129ff) Mt 11:19; Lk 7:34; J 5:43; 7:28; 8:42. Foll. by the inf. of purpose Mt 5:17; 10:34f; Lk 19:10. W. ἵνα foll. J 10:10b (ἦλθον, as here, Herm. Wr. 1, 30). W. εἰς τ. κόσμον and ἵνα foll. 12:46; 18:37; εἰς κρίμα, ἵνα 9:39; w. inf. foll. 1 Ti 1:15. ἔ. ἐν σαρκί come in the flesh 1J 4:2; 2J 7; B 5:10f. εἰς σάρκα AcPlCor 1:14. ἔ διʼ ὕδατος καὶ αἵματος 1J 5:6 w. the continuation ἐν τ. ὕδατι καὶ ἐν τ. αἵματι (on the mng. of the prep. s. B-D-F §223, 3; 198, 4). ὀπίσω w. gen. come after of Christ in relation to his forerunner Mt 3:11; Mk 1:7; J 1:15, 27, 30. The idea of coming is even plainer in connection w. the coming of the Human One (Son of Man), the return of Jesus fr. his heavenly home Mt 10:23; Ac 1:11 (opp. πορεύεσθαι); 1 Cor 4:5; 11:26; 2 Th 1:10 (Just., D. 28, 2 al.). W. ἐν τῇ δόξῃ Mt 16:27; 25:31; Mk 8:38; Lk 9:26 (cp. ἔνδοξος … ἐλεύσεται Just., D. 49, 2). ἐπὶ τ. νεφελῶν μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης Mt 24:30 (Just., D. 31, 1). ἐν νεφέλαις, νεφέλῃ etc. Mk 13:26; Lk 21:27. ἐν τ. βασιλείᾳ αὐτοῦ in his kingdom Mt 16:28; Lk 23:42 v.l.
    β. of forerunners of the Messiah and those who identify themselves as such: Elijah Mt 11:14; 17:10, 11, 12; Mk 9:11, 12, 13 (Just., D. 49, 1); John the Baptist Mt 11:18; Lk 7:33; J 1:31; w. εἰς μαρτυρίαν for testimony 1:7. Others, including false messiahs, false teachers, and an antichrist Mt 24:5; Mk 13:6; Lk 21:8 (ἐπὶ τ. ὀνόματί μου calling on my name); J 10:8; 2 Cor 11:4; 2 Pt 3:3; 1J 2:18.
    to proceed on a course, with destination in view, go (Hom. et al.; LXX) ὀπίσω τινός go with (lit. ‘after’) someone fig., of a disciple Mt 16:24; Mk 8:34 v.l.; Lk 9:23; 14:27. ἐπί τι go to someth. Mt 21:19; Mk 11:13a (w. indir. quest. foll.). πρός τινα Lk 15:20. σύν τινι J 21:3. ἔ. ὁδόν go on a journey (Hom. et al.) Lk 2:44. S. also 1bα above.
    to change place or position, with implication of being brought, be brought (Hom. et al.; Thu. 6, 71, 2 χρήματα; Arrian, Anab. 2, 13, 5 ἀγγελία et al.) ὁ λύχνος the lamp is brought Mk 4:21. Sim. ἐλθούσης τ. ἐντολῆς when the commandment came Ro 7:9.
    to take place, come
    of time
    α. of temporal increments ἔρχονται ἡμέραι in future sense (1 Km 2:31; Am 8:11) Lk 23:29; Hb 8:8 (Jer 38:31); ἐλεύσονται ἡμ. Mt 9:15; Mk 2:20; Lk 5:35; 17:22; 21:6 (TestSol 13:7 C; Just., D. 40, 2). ἦλθεν ἡ ἡμέρα 22:7; Rv 6:17.—ἔρχεται ὥρα ὅτε the time is coming when J 4:21, 23; 5:25; 16:25; also ἔ. ὥρα ἐν ᾗ J 5:28; ἔ. ὥρα ἵνα 16:2, 32. ἦλθεν ἡ ὥρα the hour has come = the hour is here Mk 14:41b; J 16:4; Rv 14:7, 15; w. ἵνα foll. J 13:1 (ἥκω P66). ἐλήλυθεν ἡ ὥ. ἵνα 12:23; 16:32; without ἵνα 17:1; cp. 7:30; 8:20.—ἔρχεται νύξ 9:4 (Appian, Bell. Civ. 2, 40 §159 νυκτὸς ἐρχομένης). ἡμέρα κυρίου 1 Th 5:2. καιροί Ac 3:20 (GrBar 8:1 ὁ καιρός). τὸ πλήρωμα τ. χρόνου Gal 4:4.
    β. of events and situations that are connected w. a certain time ὁ θερισμός J 4:35. ὁ γάμος τ. ἀρνίου Rv 19:7. ἡ κρίσις 18:10. So also the ptc. ἐρχόμενος coming, future, imminent: αἰὼν ἐ. (=הָעוֹלָם הַבָּא) the age to come Mk 10:30; Lk 18:30; ἑορτὴ ἐ. the coming festival Ac 18:21 v.l.; σάββατον ἐ. 13:44; ὀργὴ ἐ. the wrath which will be revealed (at the Judgment) 1 Th 1:10. τὰ ἐρχόμενα what is to come (Is 44:7 τὰ ἐπερχόμενα) J 16:13. Of God in Rv ὁ ὢν κ. ὁ ἦν κ. ὁ ἐρχόμενος 1:4, 8; 4:8.
    of events and circumstances
    α. of natural or sensory phenomena (Hom. et al.; also TestAbr A 19 p. 102, 10 [Stone p. 52]; βροντῆς … καὶ ἀστραπῆς ἐλθούσης; ApcEsdr 5:7 νεφέλη) ποταμοί Mt 7:25, 27. κατακλυσμός Lk 17:27. λιμός Ac 7:11. Of rain ἔ. ἐπὶ τῆς γῆς come upon the earth Hb 6:7. Sim. of the coming down of birds fr. the air Mt 13:4, 32; Mk 4:4; of a voice resounding fr. heaven ἦλθεν φωνὴ ἐκ τ. οὐρανοῦ J 12:28 (Test Abr A 10 p. 88, 15 and 14 p. 94, 25 [Stone p. 24; p. 36]; Just., D. 88, 8; cp. Il. 10, 139; En 13:8; TestSol 1:3 VW; TestJob 3:1; ParJer 9:12; ApcEsdr 7:13).
    β. of transcendent and moral-spiritual phenomena: of spiritual coming of God come, appear J 14:23; of Christ ibid. and vss. 3, 18, 28; of the Paraclete 15:26; 16:7, 13.—ἡ ἀποστασία 2 Th 2:3. ἡ βασιλεία τ. θεοῦ Mt 6:10; Lk 11:2 (MBurrows, JBL 74, ’55, 1–8); 17:20; 22:18 al.; 1 Cl 42:3.—τ. σκάνδαλα Mt 18:7; Lk 17:1. τὰ ἀγαθά Ro 3:8 (cp. Jer. 17:6). τὸ τέλειον 1 Cor 13:10. ἡ πίστις Gal 3:23, 25.
    ἐ. in var. prepositional combinations ἔ. ἐκ τ. θλίψεως have suffered persecution Rv 7:14. ἔ. εἰς τὸ χεῖρον Mk 5:26 (Witkowski no. 36, 12=White no. 35 τοῦ παιδίου εἰς τὰ ἔσχατα ἐληλυθότος of a child in desperate circumstances; TestAbr A 20 p. 102, 27 [Stone p. 52] εἰς θάνατον ἔρχονται). εἰς τοσαύτην ἀπόνοιαν, ὥστε 1 Cl 46:7 (Hyperid. 2, 5 εἰς τοῦτο ἀπονοίας ἔ., ὥστε). εἰς πειρασμόν Mk 14:38 (cp. Himerius, Or. 48 [Or. 14], 19 εἰς ἐπιθυμίαν ἐλθεῖν). εἰς ἀπελεγμόν Ac 19:27. εἰς τὴν ὥραν ταύτην J 12:27. ἔ. εἰς κρίσιν submit to judgment (letter of Philip in Demosth. 12, 11; 16; ApcEsdr 2:26 ἔλθωμεν ὁμοῦ εἰς κρίσιν) 5:24. εἰς ἐπίγνωσιν 1 Ti 2:4; 2 Ti 3:7 (Polyb. 6, 9, 12; Appian, Mithr. 31 §123 ἔρχεσθαι ἐς γνῶσίν τινος; Cebes 12, 3 εἰς τὴν ἀληθινὴν παιδείαν ἐλθεῖν; TestSol 20:5 εἰς ἔννοιαν ἐλθεῖν; Just., D. 90, 1 οὐδʼ εἰς ἔννοιαν τούτου ἐλθεῖν). ἵνα ἔλθω εἰς τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν so that I might realize the resurrection of the dead (cp. ApcMos 10 εἰς τὴν ἡμέραν τῆς ἀναστάσεως) AcPlCor 2:35. εἰς φανερόν come to light Mk 4:22; Lk 8:17. εἰς προκοπήν result in furthering Phil 1:12 (cp. Wsd 15:5). ἔ. εἴς τι of the writer of a letter come to, i.e. deal with someth. (a new subject) 2 Cor 12:1 (cp. w. ἐπὶ Ar. 2:1 al.; Just., D. 42 ἐπὶ τὸν λόγον). εἰς ἑαυτόν come to oneself (=to one’s senses) (Diod S 13, 95, 2; Epict. 3, 1, 15; TestJos 3:9; GrBar 17:3; Sb 5763, 35) Lk 15:17. ἐπί τινα of serious misfortunes come over someone (Dt 28:15; Jos., Ant. 4, 128) J 18:4 (cp. PIand 21, 2 ἡμῶν τὰ ἐρχόμενα οὐκ οἶδα); tortures IRo 5:3; blood upon the murderers Mt 23:35; the Holy Spirit comes down upon someone (cp. Ezk 2:2; Just., D. 49, 7; 88, 1 ἐλεύσεσθαι ἐπʼ αὐτὸν τὰς δυνάμεις) Mt 3:16; Lk 11:2 v.l.; Ac 19:6; peace Mt 10:13; the wrath of God Eph 5:6; cp. Col 3:6; ἡ βασιλεία Lk 11:2 D; ἔ. πρὸς τ. Ἰησοῦν come to Jesus = become disciples of Jesus J 5:40; 6:35, 37, 44f, 65; πρὸς τ. πατέρα 14:6. ἔ. ὑπὸ τὸν ζυγόν 1 Cl 16:17 (cp. PsSol 18, 7f. ὑπὸ ῥάβδον παιδείας Χριστοῦ).—Not infreq. the pres. ἔρχομαι has the mng. of the fut.: Mt 17:11; Lk 12:54 (corresp. to καύσων ἔσται vs. 55); 19:13; J 14:3. Esp. also ἕως ἔρχομαι until I shall come J 21:22f; 1 Ti 4:13; Hs 5, 2, 2; 9, 10, 5; 6; 9, 11, 1. S. B-D-F §323; 383, 1; Rob. 869. S. also 4aα above.—B. 696. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἔρχομαι

  • 13

    ὁ, ἡ, τό pl. οἱ, αἱ, τά article, derived fr. a demonstrative pronoun, ‘the’. Since the treatment of the inclusion and omission of the art. belongs to the field of grammar, the lexicon can limit itself to exhibiting the main features of its usage. It is difficult to set hard and fast rules for the employment of the art., since the writer’s style had special freedom of play here—Kühner-G. I p. 589ff; B-D-F §249–76; Mlt. 80–84; Rob. 754–96; W-S. §17ff; Rdm.2 112–18; Abel §28–32; HKallenberg, RhM 69, 1914, 642ff; FVölker, Syntax d. griech. Papyri I, Der Artikel, Progr. d. Realgymn. Münster 1903; FEakin, AJP 37, 1916, 333ff; CMiller, ibid. 341ff; EColwell, JBL 52, ’33, 12–21 (for a critique s. Mlt-H.-Turner III 183f); ASvensson, D. Gebr. des bestimmten Art. in d. nachklass. Epik ’37; RFink, The Syntax of the Greek Article ’53; JRoberts, Exegetical Helps, The Greek Noun with and without the Article: Restoration Qtly 14, ’71, 28–44; HTeeple, The Greek Article with Personal Names in the Synoptic Gospels: NTS 19, ’73, 302–17; Mussies 186–97.
    this one, that one, the art. funct. as demonstrative pronoun
    in accordance w. epic usage (Hes., Works 450: ἡ=this [voice]) in the quot. fr. Arat., Phaenom. 5 τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν for we are also his (lit. this One’s) offspring Ac 17:28.
    ὁ μὲν … ὁ δέ the one … the other (Polyaenus 6, 2, 1 ὁ μὲν … ὁ δὲ … ὁ δε; PSI 512, 21 [253 B.C.]); pl. οἱ μὲν … οἱ δέ (PSI 341, 9 [256 B.C.]; TestJob 29:1) some … others w. ref. to a noun preceding: ἐσχίσθη τὸ πλῆθος … οἱ μὲν ἦσαν σὺν τοῖς Ἰουδαίοις, οἱ δὲ σὺν τοῖς ἀποστόλοις Ac 14:4; 17:32; 28:24; 1 Cor 7:7; Gal 4:23; Phil 1:16f. Also without such a relationship expressed τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς Eph 4:11. οἱ μὲν … ὁ δέ Hb 7:5f, 20f. οἱ μὲν … ἄλλοι (δέ) J 7:12. οἱ μὲν … ἄλλοι δὲ … ἕτεροι δέ Mt 16:14. τινὲς … οἱ δέ Ac 17:18 (cp. Pla., Leg. 1, 627a; 2, 658 B.; Aelian, VH 2, 34; Palaeph. 6, 5).—Mt 26:67; 28:17 οἱ δέ introduces a second class; just before this, instead of the first class, the whole group is mentioned (cp. X., Hell. 1, 2, 14, Cyr. 3, 2, 12; KMcKay, JSNT 24, ’85, 71f)= but some (as Arrian, Anab. 5, 2, 7; 5, 14, 4; Lucian, Tim. 4 p. 107; Hesych. Miles. [VI A.D.]: 390 Fgm. 1, 35 end Jac.).
    To indicate the progress of the narrative, ὁ δέ, οἱ δέ but he, but they (lit. this one, they) is also used without ὁ μέν preceding (likew. Il. 1, 43; Pla., X.; also Clearchus, Fgm. 76b τὸν δὲ εἰπεῖν=but this man said; pap examples in Mayser II/1, 1926, 57f) e.g. Mt 2:9, 14; 4:4; 9:31; Mk 14:31 (cp. Just., A II, 2, 3). ὁ μὲν οὖν Ac 23:18; 28:5. οἱ μὲν οὖν 1:6; 5:41; 15:3, 30.—JO’Rourke, Paul’s Use of the Art. as a Pronoun, CBQ 34, ’72, 59–65.
    the, funct. to define or limit an entity, event, or state
    w. nouns
    α. w. appellatives, or common nouns, where, as in Pla., Thu., Demosth. et al., the art. has double significance, specific or individualizing, and generic.
    א. In its individualizing use it focuses attention on a single thing or single concept, as already known or otherwise more definitely limited: things and pers. that are unique in kind: ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, ὁ οὐρανός, ἡ γῆ, ἡ θάλασσα, ὁ κόσμος, ἡ κτίσις, ὁ θεός (BWeiss [s. on θεός, beg.]), ὁ διάβολος, ὁ λόγος (J 1:1, 14), τὸ φῶς, ἡ σκοτία, ἡ ζωή, ὁ θάνατος etc. (but somet. the art. is omitted, esp. when nouns are used w. preps.; B-D-F §253, 1–4; Rob. 791f; Mlt-Turner 171). ἐν συναγωγῇ καὶ ἐν τῷ ἱερῷ J 18:20.—Virtues, vices, etc. (contrary to Engl. usage): ἡ ἀγάπη, ἡ ἀλήθεια, ἡ ἁμαρτία, ἡ δικαιοσύνη, ἡ σοφία et al.—The individualizing art. stands before a common noun that was previously mentioned (without the art.): τοὺς πέντε ἄρτους Lk 9:16 (after πέντε ἄρτοι vs. 13). τὸ βιβλίον 4:17b (after βιβλίον, vs. 17a), τοὺς μάγους Mt 2:7 (after μάγοι, vs. 1). J 4:43 (40); 12:6 (5); 20:1 (19:41); Ac 9:17 (11); Js 2:3 (2); Rv 15:6 (1).—The individ. art. also stands before a common noun which, in a given situation, is given special attention as the only or obvious one of its kind (Hipponax [VI B.C.] 13, 2 West=D.3 16 ὁ παῖς the [attending] slave; Diod S 18, 29, 2 ὁ ἀδελφός=his brother; Artem. 4, 71 p. 245, 19 ἡ γυνή=your wife; ApcEsdr 6:12 p. 31, 17 μετὰ Μωσῆ … ἐν τῷ ὄρει [Sinai]; Demetr. (?): 722 fgm 7 Jac. [in Eus., PE 9, 19, 4] ἐπὶ τὸ ὄρος [Moriah]) τῷ ὑπηρέτῃ to the attendant (who took care of the synagogue) Lk 4:20. εἰς τὸν νιπτῆρα into the basin (that was there for the purpose) J 13:5. ἰδοὺ ὁ ἄνθρωπο here is this (wretched) man 19:5. ἐκ τῆς παιδίσκης or ἐλευθέρας by the (well-known) slave woman or the free woman (Hagar and Sarah) Gal 4:22f. τὸν σῖτον Ac 27:38. ἐν τῇ ἐπιστολῇ 1 Cor 5:9 (s. ἐπιστολή) τὸ ὄρος the mountain (nearby) Mt 5:1; 8:1; 14:23; Mk 3:13; 6:46; Lk 6:12; 9:28 al.; ἡ πεισμονή this (kind of) persuasion Gal 5:8. ἡ μαρτυρία the (required) witness or testimony J 5:36.—The art. takes on the idea of κατʼ ἐξοχήν ‘par excellence’ (Porphyr., Abst. 24, 7 ὁ Αἰγύπτιος) ὁ ἐρχόμενος the one who is (was) to come or the coming one par excellence=The Messiah Mt 11:3; Lk 7:19. ὁ προφήτης J 1:21, 25; 7:40. ὁ διδάσκαλος τ. Ἰσραήλ 3:10 (Ps.-Clem., Hom. 5, 18 of Socrates: ὁ τῆς Ἑλλάδος διδάσκαλος); cp. MPol 12:2. With things (Stephan. Byz. s.v. Μάρπησσα: οἱ λίθοι=the famous stones [of the Parian Marble]) ἡ κρίσις the (last) judgment Mt 12:41. ἡ ἡμέρα the day of decision 1 Cor 3:13; (cp. Mi 4:6 Mt); Hb 10:25. ἡ σωτηρία (our) salvation at the consummation of the age Ro 13:11.
    ב. In its generic use it singles out an individual who is typical of a class, rather than the class itself: ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος Mt 12:35. κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον 15:11. ὥσπερ ὁ ἐθνικός 18:17. ὁ ἐργάτης Lk 10:7. ἐγίνωσκεν τί ἦν ἐν τῷ ἀνθρώπῳ J 2:25. τὰ σημεῖα τοῦ ἀποστόλου 2 Cor 12:12. ὁ κληρονόμος Gal 4:1. So also in parables and allegories: ὁ οἰκοδεσπότης Mt 24:43. Cp. J 10:11b, 12. The generic art. in Gk. is often rendered in Engl. by the indef. art. or omitted entirely.
    β. The use of the art. w. personal names is varied; as a general rule the presence of the art. w. a personal name indicates that the pers. is known; without the art. focus is on the name as such (s. Dssm., BPhW 22, 1902, 1467f; BWeiss, D. Gebr. des Art. b. d. Eigennamen [im NT]: StKr 86, 1913, 349–89). Nevertheless, there is an unmistakable drift in the direction of Mod. Gk. usage, in which every proper name has the art. (B-D-F §260; Rob. 759–61; Mlt-Turner 165f). The ms. tradition varies considerably. In the gospels the art. is usu. found w. Ἰησοῦς; yet it is commonly absent when Ἰ. is accompanied by an appositive that has the art. Ἰ. ὁ Γαλιλαῖος Mt 26:69; Ἰ. ὁ Ναζωραῖος vs. 71; Ἰ. ὁ λεγόμενος Χριστός 27:17, 22. Sim. Μαριὰμ ἡ μήτηρ τοῦ Ἰ. Ac 1:14. The art. somet. stands before oblique cases of indecl. proper names, apparently to indicate their case (B-D-F §260, 2; Rob. 760). But here, too, there is no hard and fast rule.—HTeeple, NTS 19, ’73, 302–17 (synopt.).
    γ. The art. is customarily found w. the names of countries (B-D-F §261, 4; W-S. § 18, 5 d; Rob. 759f); less freq. w. names of cities (B-D-F §261, 1; 2; Rob. 760; Mlt-Turner 170–72). W. Ἰερουσαλήμ, Ἱεροσόλυμα it is usu. absent (s. Ἱεροσόλυμα); it is only when this name has modifiers that it must have the art. ἡ νῦν Ἰ. Gal 4:25; ἡ ἄνω Ἰ. vs. 26; ἡ καινὴ Ἰ. Rv 3:12. But even in this case it lacks the art. when the modifier follows: Hb 12:22.—Names of rivers have the art. ὁ Ἰορδάνης, ὁ Εὐφράτης, ὁ Τίβερις Hv 1, 1, 2 (B-D-F §261, 8; Rob. 760; Mlt-Turner 172). Likew. names of seas ὁ Ἀδρίας Ac 27:27.
    δ. The art. comes before nouns that are accompanied by the gen. of a pronoun (μοῦ, σοῦ, ἡμῶν, ὑμῶν, αὐτοῦ, ἑαυτοῦ, αὐτῶν) Mt 1:21, 25; 5:45; 6:10–12; 12:49; Mk 9:17; Lk 6:27; 10:7; 16:6; Ro 4:19; 6:6 and very oft. (only rarely is it absent: Mt 19:28; Lk 1:72; 2:32; 2 Cor 8:23; Js 5:20 al.).
    ε. When accompanied by the possessive pronouns ἐμός, σός, ἡμέτερος, ὑμέτερος the noun always has the art., and the pron. stands mostly betw. art. and noun: Mt 18:20; Mk 8:38; Lk 9:26; Ac 26:5; Ro 3:7 and oft. But only rarely so in John: J 4:42; 5:47; 7:16. He prefers to repeat the article w. the possessive following the noun ἡ κρίσις ἡ ἐμή J 5:30; cp. 7:6; 17:17; 1J 1:3 al.
    ζ. Adjectives (or participles), when they modify nouns that have the art., also come either betw. the art. and noun: ἡ ἀγαθὴ μερίς Lk 10:42; τὸ ἅγιον πνεῦμα 12:10; Ac 1:8; ἡ δικαία κρίσις J 7:24 and oft., or after the noun w. the art. repeated τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον Mk 3:29; J 14:26; Ac 1:16; Hb 3:7; 9:8; 10:15. ἡ ζωὴ ἡ αἰώνιος 1J 1:2; 2:25. τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν Ac 12:10. Only rarely does an adj. without the art. stand before a noun that has an art. (s. B-D-F §270, 1; Rob. 777; Mlt-Turner 185f): ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ 1 Cor 11:5. εἶπεν μεγάλῃ τῇ φωνῇ Ac 14:10 v.l.; cp. 26:24. κοιναῖς ταῖς χερσίν Mk 7:5 D.—Double modifier τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ Mt 25:41. τὸ θυσιαστήριον τὸ χρυσοῦν τὸ ἐνώπιον τοῦ θρόνου Rv 8:3; 9:13. ἡ πόρνη ἡ μεγάλη ἡ καθημένη 17:1.—Mk 5:36 τὸν λόγον λαλούμενον is prob. a wrong rdg. (B has τὸν λαλ., D τοῦτον τὸν λ. without λαλούμενον).—On the art. w. ὅλος, πᾶς, πολύς s. the words in question.
    η. As in the case of the poss. pron. (ε) and adj. (ζ), so it is w. other expressions that can modify a noun: ἡ κατʼ ἐκλογὴν πρόθεσις Ro 9:11. ἡ παρʼ ἐμοῦ διαθήκη 11:27. ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ 1 Cor 1:18. ἡ ἐντολὴ ἡ εἰς ζωήν Ro 7:10. ἡ πίστις ὑμῶν ἡ πρὸς τὸν θεόν 1 Th 1:8. ἡ διακονία ἡ εἰς τοὺς ἁγίους 2 Cor 8:4.
    θ. The art. precedes the noun when a demonstrative pron. (ὅδε, οὗτος, ἐκεῖνος) belonging with it comes before or after; e.g.: οὗτος ὁ ἄνθρωπος Lk 14:30; J 9:24. οὗτος ὁ λαός Mk 7:6. οὗτος ὁ υἱός μου Lk 15:24. οὗτος ὁ τελώνης 18:11 and oft. ὁ ἄνθρωπος οὗτος Mk 14:71; Lk 2:25; 23:4, 14, 47. ὁ λαὸς οὗτος Mt 15:8. ὁ υἱός σου οὗτος Lk 15:30 and oft.—ἐκείνη ἡ ἡμέρα Mt 7:22; 22:46. ἐκ. ἡ ὥρα 10:19; 18:1; 26:55. ἐκ. ὁ καιρός 11:25; 12:1; 14:1. ἐκ. ὁ πλάνος 27:63 and oft. ἡ οἰκία ἐκείνη Mt 7:25, 27. ἡ ὥρα ἐκ. 8:13; 9:22; ἡ γῆ ἐκ. 9:26, 31; ἡ ἡμέρα ἐκ. 13:1. ὁ ἀγρὸς ἐκ. vs. 44 and oft.—ὁ αὐτός s. αὐτός 3b.
    ι. An art. before a nom. noun makes it a vocative (as early as Hom.; s. KBrugman4-AThumb, Griech. Gramm. 1913, 431; Schwyzer II 63f; B-D-F §147; Rob. 769. On the LXX Johannessohn, Kasus 14f.—ParJer 1:1 Ἰερεμία ὁ ἐκλεκτός μου; 7:2 χαῖρε Βαρούχι ὁ οἰκονόμος τῆς πίστεως) ναί, ὁ πατήρ Mt 11:26. τὸ κοράσιον, ἔγειρε Mk 5:41. Cp. Mt 7:23; 27:29 v.l.; Lk 8:54; 11:39; 18:11, 13 (Goodsp, Probs. 85–87); J 19:3 and oft.
    Adjectives become substantives by the addition of the art.
    α. ὁ πονηρός Eph 6:16. οἱ σοφοί 1 Cor 1:27. οἱ ἅγιοι, οἱ πλούσιοι, οἱ πολλοί al. Likew. the neut. τὸ κρυπτόν Mt 6:4. τὸ ἅγιον 7:6. τὸ μέσον Mk 3:3. τὸ θνητόν 2 Cor 5:4. τὰ ἀδύνατα Lk 18:27. τὸ ἔλαττον Hb 7:7. Also w. gen. foll. τὰ ἀγαθά σου Lk 16:25. τὸ μωρόν, τὸ ἀσθενὲς τοῦ θεοῦ 1 Cor 1:25; cp. vs. 27f. τὸ γνωστὸν τοῦ θεοῦ Ro 1:19. τὰ ἀόρατα τοῦ θεοῦ vs. 20. τὸ ἀδύνατον τοῦ νόμου 8:3. τὰ κρυπτὰ τῆς αἰσχύνης 2 Cor 4:2.
    β. Adj. attributes whose noun is customarily omitted come to have substantive force and therefore receive the art. (B-D-F §241; Rob. 652–54) ἡ περίχωρος Mt 3:5; ἡ ξηρά 23:15 (i.e. γῆ). ἡ ἀριστερά, ἡ δεξιά (sc. χείρ) 6:3. ἡ ἐπιοῦσα (sc. ἡμέρα) Ac 16:11. ἡ ἔρημος (sc. χώρα) Mt 11:7.
    γ. The neut. of the adj. w. the art. can take on the mng. of an abstract noun (Thu. 1, 36, 1 τὸ δεδιός=fear; Herodian 1, 6, 9; 1, 11, 5 τὸ σεμνὸν τῆς παρθένου; M. Ant. 1, 1; Just., D. 27, 2 διὰ τὸ σκληροκάρδιον ὑμῶν καὶ ἀχάριστον εἰς αὐτόν) τὸ χρηστὸν τοῦ θεοῦ God’s kindness Ro 2:4. τὸ δυνατόν power 9:22. τὸ σύμφορον benefit 1 Cor 7:35. τὸ γνήσιον genuineness 2 Cor 8:8. τὸ ἐπιεικές Phil 4:5 al.
    δ. The art. w. numerals indicates, as in Il. 5, 271f; X. et al. (HKallenberg, RhM 69, 1914, 662ff), that a part of a number already known is being mentioned (Diod S 18, 10, 2 τρεῖς μὲν φυλὰς … τὰς δὲ ἑπτά=‘but the seven others’; Plut., Cleom. 804 [8, 4] οἱ τέσσαρες=‘the other four’; Polyaenus 6, 5 οἱ τρεῖς=‘the remaining three’; Diog. L. 1, 82 Βίας προκεκριμένος τῶν ἑπτά=Bias was preferred before the others of the seven [wise men]. B-D-F §265): οἱ ἐννέα the other nine Lk 17:17. Cp. 15:4; Mt 18:12f. οἱ δέκα the other ten (disciples) 20:24; Mk 10:41; lepers Lk 17:17. οἱ πέντε … ὁ εἷς … ὁ ἄλλος five of them … one … the last one Rv 17:10.
    The ptc. w. the art. receives
    α. the mng. of a subst. ὁ πειράζων the tempter Mt 4:3; 1 Th 3:5. ὁ βαπτίζων Mk 6:14. ὁ σπείρων Mt 13:3; Lk 8:5. ὁ ὀλεθρεύων Hb 11:28. τὸ ὀφειλόμενον Mt 18:30, 34. τὸ αὐλούμενον 1 Cor 14:7. τὸ λαλούμενον vs. 9 (Just., D. 32, 3 τὸ ζητούμενον). τὰ γινόμενα Lk 9:7. τὰ ἐρχόμενα J 16:13. τὰ ἐξουθενημένα 1 Cor 1:28. τὰ ὑπάρχοντα (s. ὑπάρχω 1). In Engl. usage many of these neuters are transl. by a relative clause, as in β below. B-D-F §413; Rob. 1108f.
    β. the mng. of a relative clause (Ar. 4, 2 al. οἱ νομίζοντες) ὁ δεχόμενος ὑμᾶς whoever receives you Mt 10:40. τῷ τύπτοντί σε Lk 6:29. ὁ ἐμὲ μισῶν J 15:23. οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον τὸ δεδομένον (ὸ̔ δέδοται) Ac 4:12. τινές εἰσιν οἱ ταράσσοντες ὑμᾶς Gal 1:7. Cp. Lk 7:32; 18:9; J 12:12; Col 2:8; 1 Pt 1:7; 2J 7; Jd 4 al. So esp. after πᾶς: πᾶς ὁ ὀργιζόμενος everyone who becomes angry Mt 5:22. πᾶς ὁ κρίνων Ro 2:1 al. After μακάριος Mt 5:4, 6, 10. After οὐαὶ ὑμῖν Lk 6:25.
    The inf. w. neut. art. (B-D-F §398ff; Rob. 1062–68) is used in a number of ways.
    α. It stands for a noun (B-D-F §399; Rob. 1062–66) τὸ (ἀνίπτοις χερσὶν) φαγεῖν Mt 15:20. τὸ (ἐκ νεκρῶν) ἀναστῆναι Mk 9:10. τὸ ἀγαπᾶν 12:33; cp. Ro 13:8. τὸ ποιῆσαι, τὸ ἐπιτελέσαι 2 Cor 8:11. τὸ καθίσαι Mt 20:23. τὸ θέλειν Ro 7:18; 2 Cor 8:10.—Freq. used w. preps. ἀντὶ τοῦ, διὰ τό, διὰ τοῦ, ἐκ τοῦ, ἐν τῷ, ἕνεκεν τοῦ, ἕως τοῦ, μετὰ τό, πρὸ τοῦ, πρὸς τό etc.; s. the preps. in question (B-D-F §402–4; Rob. 1068–75).
    β. The gen. of the inf. w. the art., without a prep., is esp. frequent (B-D-F §400; Mlt. 216–18; Rob. 1066–68; DEvans, ClQ 15, 1921, 26ff). The use of this inf. is esp. common in Lk and Paul, less freq. in Mt and Mk, quite rare in other writers. The gen. stands
    א. dependent on words that govern the gen.: ἄξιον 1 Cor 16:4 (s. ἄξιος 1c). ἐξαπορηθῆναι τοῦ ζῆν 2 Cor 1:8. ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι Lk 1:9 (cp. 1 Km 14:47 v.l. Σαοὺλ ἔλαχεν τοῦ βασιλεύειν).
    ב. dependent on a noun (B-D-F §400, 1; Rob. 1066f) ὁ χρόνος τοῦ τεκεῖν Lk 1:57. ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν 2:6. ἐξουσία τοῦ πατεῖν 10:19. εὐκαιρία τοῦ παραδοῦναι 22:6. ἐλπὶς τοῦ σῴζεσθαι Ac 27:20; τοῦ μετέχειν 1 Cor 9:10. ἐπιποθία τοῦ ἐλθεῖν Ro 15:23. χρείαν ἔχειν τοῦ διδάσκειν Hb 5:12. καιρὸς τοῦ ἄρξασθαι 1 Pt 4:17. τ. ἐνέργειαν τοῦ δύνασθαι the power that enables him Phil 3:21. ἡ προθυμία τοῦ θέλειν zeal in desiring 2 Cor 8:11.
    ג. Somet. the connection w. the noun is very loose, and the transition to the consecutive sense (=result) is unmistakable (B-D-F §400, 2; Rob. 1066f): ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν αὐτόν Lk 2:21. ὀφειλέται … τοῦ κατὰ σάρκα ζῆν Ro 8:12. εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι 1:24. ὀφθαλμοὺς τοῦ μὴ βλέπειν 11:8. τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑπενεγκεῖν 1 Cor 10:13.
    ד. Verbs of hindering, ceasing take the inf. w. τοῦ μή (s. Schwyzer II 372 for earlier Gk; PGen 16, 23 [207 A.D.] κωλύοντες τοῦ μὴ σπείρειν; LXX; ParJer 2:5 φύλαξαι τοῦ μὴ σχίσαι τὰ ἱμάτιά σου): καταπαύειν Ac 14:18. κατέχειν Lk 4:42. κρατεῖσθαι 24:16. κωλύειν Ac 10:47. παύειν 1 Pt 3:10 (Ps 33:14). ὑποστέλλεσθαι Ac 20:20, 27. Without μή: ἐγκόπτεσθαι τοῦ ἐλθεῖν Ro 15:22.
    ה. The gen. of the inf. comes after verbs of deciding, exhorting, commanding, etc. (1 Ch 19:19; ParJer 7:37 διδάσκων αὐτοὺ τοῦ ἀπέχεσθαι) ἐγένετο γνώμης Ac 20:3. ἐντέλλεσθαι Lk 4:10 (Ps 90:11). ἐπιστέλλειν Ac 15:20. κατανεύειν Lk 5:7. κρίνειν Ac 27:1. παρακαλεῖν 21:12. προσεύχεσθαι Js 5:17. τὸ πρόσωπον στηρίζειν Lk 9:51. συντίθεσθαι Ac 23:20.
    ו. The inf. w. τοῦ and τοῦ μή plainly has final (=purpose) sense (ParJer 5:2 ἐκάθισεν … τοῦ ἀναπαῆναι ὀλίγον; Soph., Lex. I 45f; B-D-F §400, 5 w. exx. fr. non-bibl. lit. and pap; Rob. 1067): ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπείρειν a sower went out to sow Mt 13:3. ζητεῖν τοῦ ἀπολέσαι = ἵνα ἀπολέσῃ 2:13. τοῦ δοῦναι γνῶσιν Lk 1:77. τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας vs. 79. τοῦ σινιάσαι 22:31. τοῦ μηκέτι δουλεύειν Ro 6:6. τοῦ ποιῆσαι αὐτά Gal 3:10. τοῦ γνῶναι αὐτόν Phil 3:10. Cp. Mt 3:13; 11:1; 24:45; Lk 2:24, 27; 8:5; 24:29; Ac 3:2; 20:30; 26:18; Hb 10:7 (Ps 39:9); 11:5; GJs 2:3f; 24:1.—The apparently solecistic τοῦ πολεμῆσαι Ro 12:7 bears a Semitic tinge, cp. Hos 9:13 et al. (Mussies 96).—The combination can also express
    ז. consecutive mng. (result): οὐδὲ μετεμελήθητε τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ you did not change your minds and believe him Mt 21:32. τοῦ μὴ εἶναι αὐτὴν μοιχαλίδα Ro 7:3. τοῦ ποιεῖν τὰ βρέφη ἔκθετα Ac 7:19. Cp. 3:12; 10:25.
    The art. is used w. prepositional expressions (Artem. 4, 33 p. 224, 7 ὁ ἐν Περγάμῳ; 4, 36 ὁ ἐν Μαγνησίᾳ; 4 [6] Esdr [POxy 1010 recto, 8–12] οἱ ἐν τοῖς πεδίοις … οἱ ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ μετεώροις; Tat. 31, 2 οἱ μὲν περὶ Κράτητα … οἱ δὲ περὶ Ἐρατοσθένη) τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς Ro 16:1. ταῖς ἐκκλησίαις ταῖς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Rv 1:4. τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν (w. place name) ἐκκλησίας 2:1, 8, 12, 18; 3:1, 7, 14 (on these pass. RBorger, TRu 52, ’87, 42–45). τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ to those in the house Mt 5:15. πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τ. οὐρανοῖς 6:9. οἱ ἀπὸ τῆς Ἰταλίας Hb 13:24. οἱ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ Ro 8:1. οἱ ἐξ ἐριθείας 2:8. οἱ ἐκ νόμου 4:14; cp. vs. 16. οἱ ἐκ τῆς Καίσαρος οἰκίας Phil 4:22. οἱ ἐξ εὐωνύμων Mt 25:41. τὸ θυσιαστήριον … τὸ ἐνώπιον τοῦ θρόνου Rv 8:3; cp. 9:13. On 1:4 s. ref in B-D-F §136, 1 to restoration by Nestle. οἱ παρʼ αὐτοῦ Mk 3:21. οἱ μετʼ αὐτοῦ Mt 12:3. οἱ περὶ αὐτόν Mk 4:10; Lk 22:49 al.—Neut. τὰ ἀπὸ τοῦ πλοίου pieces of wreckage fr. the ship Ac 27:44 (difft. FZorell, BZ 9, 1911, 159f). τὰ περί τινος Lk 24:19, 27; Ac 24:10; Phil 1:27 (Tat. 32, 2 τὰ περὶ θεοῦ). τὰ περί τινα 2:23. τὰ κατʼ ἐμέ my circumstances Eph 6:21; Phil 1:12; Col 4:7. τὰ κατὰ τὸν νόμον what (was to be done) according to the law Lk 2:39. τὸ ἐξ ὑμῶν Ro 12:18. τὰ πρὸς τὸν θεόν 15:17; Hb 2:17; 5:1 (X., Resp. Lac. 13, 11 ἱερεῖ τὰ πρὸς τοὺς θεούς, στρατηγῷ δὲ τὰ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους). τὰ παρʼ αὐτῶν Lk 10:7. τὸ ἐν ἐμοί the (child) in me GJs 12:2 al.
    w. an adv. or adverbial expr. (1 Macc 8:3) τὸ ἔμπροσθεν Lk 19:4. τὸ ἔξωθεν Mt 23:25. τὸ πέραν Mt 8:18, 28. τὰ ἄνω J 8:23; Col 3:1f. τὰ κάτω J 8:23. τὰ ὀπίσω Mk 13:16. τὰ ὧδε matters here Col 4:9. ὁ πλησίον the neighbor Mt 5:43. οἱ καθεξῆς Ac 3:24. τὸ κατὰ σάρκα Ro 9:5. τὸ ἐκ μέρους 1 Cor 13:10.—Esp. w. indications of time τό, τὰ νῦν s. νῦν 2b. τὸ πάλιν 2 Cor 13:2. τὸ λοιπόν 1 Cor 7:29; Phil 3:1. τὸ πρῶτον J 10:40; 12:16; 19:39. τὸ πρότερον 6:62; Gal 4:13. τὸ καθʼ ἡμέραν daily Lk 11:3.—τὸ πλεῖστον at the most 1 Cor 14:27.
    The art. w. the gen. foll. denotes a relation of kinship, ownership, or dependence: Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου Mt 10:2 (Thu. 4, 104 Θουκυδίδης ὁ Ὀλόρου [sc. υἱός]; Plut., Timol. 3, 2; Appian, Syr. 26 §123 Σέλευκος ὁ Ἀντιόχου; Jos., Bell. 5, 5; 11). Μαρία ἡ Ἰακώβου Lk 24:10. ἡ τοῦ Οὐρίου the wife of Uriah Mt 1:6. οἱ Χλόης Chloë’s people 1 Cor 1:11. οἱ Ἀριστοβούλου, οἱ Ναρκίσσου Ro 16:10f. οἱ αὐτοῦ Ac 16:33. οἱ τοῦ Χριστοῦ 1 Cor 15:23; Gal 5:24. Καισάρεια ἡ Φιλίππου Caesarea Philippi i.e. the city of Philip Mk 8:27.—τό, τά τινος someone’s things, affairs, circumstances (Thu. 4, 83 τὰ τοῦ Ἀρριβαίου; Parthenius 1, 6; Appian, Syr. 16 §67 τὰ Ῥωμαίων) τὰ τοῦ θεοῦ, τῶν ἀνθρώπων Mt 16:23; 22:21; Mk 8:33; cp. 1 Cor 2:11. τὰ τῆς σαρκός, τοῦ πνεύματος Ro 8:5; cp. 14:19; 1 Cor 7:33f; 13:11. τὰ ὑμῶν 2 Cor 12:14. τὰ τῆς ἀσθενείας μου 11:30. τὰ τοῦ νόμου what the law requires Ro 2:14. τὸ τῆς συκῆς what has been done to the fig tree Mt 21:21; cp. 8:33. τὰ ἑαυτῆς its own advantage 1 Cor 13:5; cp. Phil 2:4, 21. τὸ τῆς παροιμίας what the proverb says 2 Pt 2:22 (Pla., Theaet. 183e τὸ τοῦ Ὁμήρου; Menand., Dyscolus 633 τὸ τοῦ λόγου). ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου in my Father’s house (so Field, Notes 50–56; Goodsp. Probs. 81–83; difft., ‘interests’, PTemple, CBQ 1, ’39, 342–52.—In contrast to the other synoptists, Luke does not elsewhere show Jesus ‘at home’.) Lk 2:49 (Lysias 12, 12 εἰς τὰ τοῦ ἀδελφοῦ; Theocr. 2, 76 τὰ Λύκωνος; pap in Mayser II [1926] p. 8; POxy 523, 3 [II A.D.] an invitation to a dinner ἐν τοῖς Κλαυδίου Σαραπίωνος; PTebt 316 II, 23 [99 A.D.] ἐν τοῖς Ποτάμωνος; Esth 7:9; Job 18:19; Jos., Ant. 16, 302. Of the temple of a god Jos., C. Ap. 1, 118 ἐν τοῖς τοῦ Διός). Mt 20:15 is classified here by WHatch, ATR 26, ’44, 250–53; s. also ἐμός b.
    The neut. of the art. stands
    α. before whole sentences or clauses (Epict. 4, 1, 45 τὸ Καίσαρος μὴ εἶναι φίλον; Prov. Aesopi 100 P. τὸ Οὐκ οἶδα; Jos., Ant. 10, 205; Just., D. 33, 2 τὸ γὰρ … [Ps 109:4]) τὸ Οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις κτλ. (quot. fr. the Decalogue) Mt 19:18; Ro 13:9. τὸ Καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη (quot. fr. Is 53:12) Lk 22:37. Cp. Gal 5:14. τὸ Εἰ δύνῃ as far as your words ‘If you can’ are concerned Mk 9:23. Likew. before indirect questions (Vett. Val. 291, 14 τὸ πῶς τέτακται; Ael. Aristid. 45, 15 K. τὸ ὅστις ἐστίν; ParJer 6:15 τὸ πῶς ἀποστείλης; GrBar 8:6 τὸ πῶς ἐταπεινώθη; Jos., Ant. 20, 28 ἐπὶ πείρᾳ τοῦ τί φρονοῖεν; Pel.-Leg. p. 20, 32 τὸ τί γένηται; Mel., Fgm. 8, 2 [Goodsp. p. 311] τὸ δὲ πῶς λούονται) τὸ τί ἂν θέλοι καλεῖσθαι αὐτό Lk 1:62. τὸ τίς ἂν εἴη μείζων αὐτῶν 9:46. τὸ πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν 1 Th 4:1. Cp. Lk 19:48; 22:2, 4, 23f; Ac 4:21; 22:30; Ro 8:26; Hs 8, 1, 4.
    β. before single words which are taken fr. what precedes and hence are quoted, as it were (Epict. 1, 29, 16 τὸ Σωκράτης; 3, 23, 24; Hierocles 13 p. 448 ἐν τῷ μηδείς) τὸ ‘ἀνέβη’ Eph 4:9. τὸ ‘ἔτι ἅπαξ’ Hb 12:27. τὸ ‘Ἁγάρ’ Gal 4:25.
    Other notable uses of the art. are
    α. the elliptic use, which leaves a part of a sentence accompanied by the art. to be completed fr. the context: ὁ τὰ δύο the man with the two (talents), i.e. ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβών Mt 25:17; cp. vs. 22. τῷ τὸν φόρον Ro 13:7. ὁ τὸ πολύ, ὀλίγον the man who had much, little 2 Cor 8:15 after Ex 16:18 (cp. Lucian, Bis Accus. 9 ὁ τὴν σύριγγα [sc. ἔχων]; Arrian, Anab. 7, 8, 3 τὴν ἐπὶ θανάτῳ [sc. ὁδόν]).
    β. Σαῦλος, ὁ καὶ Παῦλος Ac 13:9; s. καί 2h.
    γ. the fem. art. is found in a quite singular usage ἡ οὐαί (ἡ θλῖψις or ἡ πληγή) Rv 9:12; 11:14. Sim. ὁ Ἀμήν 3:14 (here the masc. art. is evidently chosen because of the alternate name for Jesus).
    One art. can refer to several nouns connected by καί
    α. when various words, sing. or pl., are brought close together by a common art.: τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς Mt 2:4; cp. 16:21; Mk 15:1. ἐν τοῖς προφήταις κ. ψαλμοῖς Lk 24:44. τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ Ac 1:8; cp. 8:1; Lk 5:17 al.—Even nouns of different gender can be united in this way (Aristoph., Eccl. 750; Ps.-Pla., Axioch. 12 p. 37a οἱ δύο θεοί, of Apollo and Artemis; Ps.-Demetr., Eloc. c. 292; PTebt 14, 10 [114 B.C.]; En 18:14; EpArist 109) κατὰ τὰ ἐντάλματα καὶ διδασκαλίας Col 2:22. Cp. Lk 1:6. εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμούς 14:23.
    β. when one and the same person has more than one attribute applied to him: πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν J 20:17. ὁ θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ κυρίου Ἰ. Ro 15:6; 2 Cor 1:3; 11:31; Eph 1:3; 1 Pt 1:3. ὁ θεὸς καὶ πατὴρ (ἡμῶν) Eph 5:20; Phil 4:20; 1 Th 1:3; 3:11, 13. Of Christ: τοῦ κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος 2 Pt 1:11; cp. 2:20; 3:18. τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Tit 2:13 (PGrenf II, 15 I, 6 [139 B.C.] of the deified King Ptolemy τοῦ μεγάλου θεοῦ εὐεργέτου καὶ σωτῆρος [ἐπιφανοῦς] εὐχαρίστου).
    γ. On the other hand, the art. is repeated when two different persons are named: ὁ φυτεύων καὶ ὁ ποτίζων 1 Cor 3:8. ὁ βασιλεὺς καὶ ὁ ἡγεμών Ac 26:30.
    In a fixed expression, when a noun in the gen. is dependent on another noun, the art. customarily appears twice or not at all: τὸ πνεῦμα τοῦ θεοῦ 1 Cor 3:16; πνεῦμα θεοῦ Ro 8:9. ὁ λόγος τοῦ θεοῦ 2 Cor 2:17; λόγος θεοῦ 1 Th 2:13. ἡ ἡμέρα τοῦ κυρίου 2 Th 2:2; ἡμ. κ. 1 Th 5:2. ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου Mt 8:20; υἱ. ἀ. Hb 2:6. ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν Mt 22:31; ἀ. ν. Ac 23:6. ἡ κοιλία τῆς μητρός J 3:4; κ. μ. Mt 19:12.—APerry, JBL 68, ’49, 329–34; MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 93–95.—DELG. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία >

  • 14 εἰμί

    εἰμί (Hom.+) impv. ἴσθι, ἔσο IPol 4:1, ἔστω—also colloq. ἤτω (BGU 276, 24; 419, 13; POxy 533, 9; Ps 103:31; 1 Macc 10:31) 1 Cor 16:22; Js 5:12; 1 Cl 48:5; Hv 3, 3, 4;—3 pers. pl. ἔστωσαν (ins since 200 B.C. Meisterhans3-Schw. 191; PPetr III, 2, 22 [237 B.C.]) Lk 12:35; 1 Ti 3:12; GJs 7:2. Inf. εἶναι. Impf. 1 pers. only mid. ἤμην (Jos., Bell. 1, 389; 631; s. further below); ἦν only Ac 20:18 D, 2 pers. ἦσθα (Jos., Ant. 6, 104) Mt 26:69; Mk 14:67 and ἦς (Lobeck, Phryn. 149 ‘say ἦσθα’; Jos., Ant. 17, 110 al.; Sb 6262, 16 [III A.D.]) Mt 25:21, 23 al., 3 sg. ἦν, 1 pl. ἦμεν. Beside this the mid. form ἤμην (pap since III B.C.; Job 29:16; Tob 12:13 BA), s. above, gives the pl. ἤμεθα (pap since III B.C.; Bar 1:19) Mt 23:30; Ac 27:37; Eph 2:3. Both forms in succession Gal. 4:3. Fut. ἔσομαι, ptc. ἐσόμενος. The mss. vary in choice of act. or mid., but like the edd. lean toward the mid. (W-S. §14, 1; Mlt-H. 201–3; Rob. index; B-D-F §98; Rdm.2 99; 101f; Helbing 108f; Reinhold 86f). Also s. ἔνι.
    be, exist, be on hand a pred. use (for other pred. use s. 3a, 4, 5, 6, 7): of God (Epicurus in Diog. L. 10, 123 θεοί εἰσιν; Zaleucus in Diod S 12, 20, 2 θεοὺς εἶναι; Wsd 12:13; Just., D. 128, 4 angels) ἔστιν ὁ θεός God exists Hb 11:6; cp. 1 Cor 8:5. ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν the one who is and who was (cp. SibOr 3, 16; as amulet PMich 155, 3 [II A.D.] ὁ ὢν θεὸς ὁ Ἰάω κύριος παντοκράτωρ=the god … who exists.) Rv 11:17; 16:5. ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος, in this and the two preceding passages ἦν is treated as a ptc. (for the unusual use of ἦν cp. Simonides 74 D.: ἦν ἑκατὸν φιάλαι) 1:4; 4:8 (cp. Ex 3:14; Wsd 13:1; Paus. 10, 12, 10 Ζεὺς ἦν, Ζ. ἔστι, Ζ. ἔσσεται; cp. Theosophien 18. S. OWeinreich, ARW 19, 1919, 178f). οὐδʼ εἶναι θεὸν παντοκράτορα AcPlCor 1:11. ἐγώ εἰμι (ins in the Athena-Isis temple of Saïs in Plut., Is. et Os. 9, 354c: ἐγώ εἰμι πᾶν τὸ γεγονὸς κ. ὸ̓ν κ. ἐσόμενον. On the role of Isis in Gk. rel. s. IBergman, Ich bin Isis ’68; RMerkelbach, Isis Regina—Zeus Sarapis ’95; for further lit. s. MGustafson in: Prayer fr. Alexander to Constantine, ed. MKiley et al. ’97, 158.) Rv 1:8 (s. ἐγώ beg.). ὁ ὤν, … θεός Ro 9:5 is classed here and taken to mean Christ by JWordsworth ad loc. and HWarner, JTS 48, ’47, 203f. Of the λόγος: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λ. J 1:1 (for ἦν cp. Herm. Wr. 1, 4; 3, 1b ἦν σκότος, Fgm. IX 1 p. 422, 23 Sc. γέγονεν ἡ ὕλη καὶ ἦν).—Of Christ πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι, ἐγὼ εἰμί before Abraham was born, I am 8:58 (on the pres. εἰμί cp. Parmenides 8, 5: of the Eternal we cannot say ἦν οὐδʼ ἔσται, only ἔστιν; Ammonius Hermiae [Comm. in Aristotl. IV 5 ed. ABusse 1897] 6 p. 172: in Timaeus we read that we must not say of the gods τὸ ἦν ἢ τὸ ἔσται μεταβολῆς τινος ὄντα σημαντικά, μόνον δὲ τὸ ἔστι=‘was’ or ‘will be’, suggesting change, but only ‘is’; Ps 89:2; DBall, ‘I Am’ in John’s Gospel [JSNT Suppl. 124] ’96).—Of the world πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι before the world existed 17:5. Satirically, of the beast, who parodies the Lamb, ἦν καὶ οὐκ ἔστιν Rv 17:8. Of God’s temple: ἔστιν B 16:6f it exists. τὸ μὴ ὄν that which does not exist, the unreal (Sallust. 17 p. 32, 7 and 9; Philo, Aet. M. 5; 82) Hm 1:1. τὰ ὄντα that which exists contrasted w. τὰ μὴ ὄντα Ro 4:17; cp. 1 Cor 1:28; 2 Cl 1:8. Of God κτίσας ἐκ τοῦ μὴ ὄντος τὰ ὄντα what is out of what is not Hv 1, 1, 6 (on the contrast τὰ ὄντα and τὰ μὴ ὄντα cp. Ps.-Arist. on Xenophanes: Fgm. 21, 28; Artem. 1, 51 p. 49, 19 τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα; Ocellus Luc. 12; Sallust. 17, 5 p. 30, 28–32, 12; Philo, Op. M. 81; PGM 4, 3077f ποιήσαντα τὰ πάντα ἐξ ὧν οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι; 13, 272f τὸν ἐκ μὴ ὄντων εἶναι ποιήσαντα καὶ ἐξ ὄντων μὴ εἶναι; Theoph. Ant. 1, 4 [p. 64, 21] τὰ πάντα ὁ θεὸς ἐποίησεν ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι).—Of existing in the sense be present, available, provided πολλοῦ ὄχλου ὄντος since a large crowd was present Mk 8:1. ὄντων τῶν προσφερόντων those are provided who offer Hb 8:4. οὔπω ἦν πνεῦμα the Spirit had not yet come J 7:39. ἀκούσας ὄντα σιτία when he heard that grain was available Ac 7:12.—Freq. used to introduce parables and stories (once) there was: ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος there was (once) a rich man Lk 16:1, 19. ἦν ἄνθρωπος ἐκ τ. Φαρισαίων there was a man among the Pharisees J 3:1.There is, there are ὥσπερ εἰσὶν θεοὶ πολλοί as there are many gods 1 Cor 8:5. διαιρέσεις χαρισμάτων εἰσίν there are various kinds of spiritual gifts 12:4ff; 1J 5:16 al. Neg. οὐκ ἔστι there is (are) not, no (Ps 52:2; Simplicius in Epict. p. 95, 42 as a quot. from ‘tragedy’ οὐκ εἰσὶν θεοί) δίκαιος there is no righteous man Ro 3:10 (Eccl 7:20). ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν there is no resurr. of the dead 1 Cor 15:12; οὐδʼ εἶναι ἀνάστασιν AcPlCor 1:12; 2:24; cp. Mt 22:23; Ac 23:8 (cp. 2 Macc 7:14). εἰσὶν οἵ, or οἵτινες there are people who (Hom. et al.; LXX; Just., D. 47, 2 εἰ μήτι εἰσὶν οἱ λέγοντες ὅτι etc.—W. sing. and pl. combined: Arrian, Ind. 24, 9 ἔστι δὲ οἳ διέφυγον=but there are some who escaped) Mt 16:28; 19:12; Mk 9:1; Lk 9:27; J 6:64; Ac 11:20. Neg. οὐδείς ἐστιν ὅς there is no one who Mk 9:39; 10:29; Lk 1:61; 18:29. As a question τίς ἐστιν ὅς; who is there that? Mt 12:11—In an unusual (perh. bureaucratic terminology) participial construction Ac 13:1 ἡ οὖσα ἐκκλησία the congregation there (cp. Ps.-Pla., Eryx. 6, 394c οἱ ὄντες ἄνθρωποι=the people with whom he has to deal; PLond III 1168, 5 p. 136 [18 A.D.] ἐπὶ ταῖς οὔσαις γειτνίαις=on the adjoining areas there; PGen 49; PSI 229, 11 τοῦ ὄντος μηνός of the current month); cp. 14:13.—αἱ οὖσαι (sc. ἐξουσίαι) those that exist Ro 13:1 (cp. UPZ 180a I, 4 [113 B.C.] ἐφʼ ἱερέων καὶ ἱερειῶν τῶν ὄντων καὶ οὐσῶν).
    to be in close connection (with), is, freq. in statements of identity or equation, as a copula, the equative function, uniting subject and predicate. On absence of the copula, Mlt-Turner 294–310.
    gener. πραΰς εἰμι I am gentle Mt 11:29. ἐγώ εἰμι Γαβριήλ Lk 1:19. σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ Mk 3:11; J 1:49 and very oft. ἵνα … ὁ πονηρὸς … ἐλεγχθῇ [το? s. app. in Bodm.] μὴ ὢν θεός AcPlCor 2:15 (Just., D. 3, 3 φιλολόγος οὖν τις εἶ σύ).—The pred. can be supplied fr. the context: καὶ ἐσμέν and we are (really God’s children) 1J 3:1 (Eur., Ion 309 τ. θεοῦ καλοῦμαι δοῦλος εἰμί τε. Dio Chrys. 14 [31], 58 θεοφιλεῖς οἱ χρηστοὶ λέγονται καὶ εἰσίν; Epict. 2, 16, 44 Ἡρακλῆς ἐπιστεύθη Διὸς υἱὸς εἶναι καὶ ἦν.—The ptc. ὤν, οὖσα, ὄν used w. a noun or adj.and serving as an if-, since-, or although-clause sim. functions as a copula πονηροὶ ὄντες Mt 7:11; 12:34.—Lk 20:36; J 3:4; 4:9; Ac 16:21; Ro 5:10; 1 Cor 8:7; Gal 2:3 al.).—W. adv. of quality: οὕτως εἶναι be so preceded by ὥσπερ, καθώς or followed by ὡς, ὥσπερ Mt 13:40; 24:27, 37, 39; Mk 4:26; Lk 17:26. W. dat. of pers. οὕτως ἔσται ὁ υἱὸς τ. ἀ. τῇ γενεᾷ ταύτῃ so the Human One (Son of Man) will be for this generation 11:30. εἰμὶ ὡσ/ὥσπερ I am like Mt 6:5; Lk 18:11. W. dat. ἔστω σοι ὥσπερ τελώνης he shall be to you as a tax-collector Mt 18:17. εἰμὶ ὥς τις I am like someone of outward and inward similarity 28:3; Lk 6:40; 11:44; 22:27 al. καθώς εἰμι as I am Ac 22:3; 1J 3:2, 7; 4:17.—W. demonstr. pron. (Just., A I, 16, 1 ἃ ἔφη, ταῦτά ἐστι: foll. by a quotation; sim. 48, 5 ἔστι δὲ ταῦτα; and oft.) τὰ ὀνόματά ἐστιν ταῦτα Mt 10:2. αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία J 1:19. W. inf. foll. θρησκεία αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι Js 1:27. W. ὅτι foll. αὕτη ἐστὶν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν J 3:19; cp. 21:24; 1J 1:5; 3:11; 5:11. W. ἵνα foll. τοῦτό ἐστιν τὸ ἔργον, ἵνα πιστεύητε J 6:29; cp. vs. 39f; 15:12; 17:3; 1J 3:11, 23; 5:3. W. τηλικοῦτος: τὰ πλοῖα, τηλικαῦτα ὄντα though they are so large Js 3:4. W. τοσοῦτος: τοσοῦτων ὄντων although there were so many J 21:11. W. τοιοῦτος: τοιοῦτος ὤν Phlm 9 (cp. Just., A I, 18, 4 ὅσα ἄλλα τοιαῦτά ἐστι).—W. interrog. pron. ὑμεῖς τίνα με λέγετε εἶναι; who do you say I am? Mt 16:15; cp. 21:10; Mk 1:24; 4:41; 8:27, 29; Lk 4:34 al.; σὺ τίς εἶ; J 1:19; 8:25; 21:12 al. (cp. JosAs 14:6 τίς εἶ συ tell me ‘who you are’). σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων; (Pla., Gorg. 452b; Strabo 6, 2, 4 σὺ τίς εἶ ὁ τὸν Ὅμηρον ψέγων ὡς μυθογράφον;) Ro 14:4; ἐγὼ τίς ἤμην; (cp. Ex 3:11) Ac 11:17; τίς εἰμι ἐγὼ ὅτι who am I, that GJs 12:2 (Ex 3:11). W. πόσος: πόσος χρόνος ἐστίν; how long a time? Mk 9:21. W. ποταπός of what sort Lk 1:29.—W. relative pron. οἷος 2 Cor 10:11; ὁποῖος Ac 26:29; 1 Cor 3:13; Gal 2:6; ὅς Rv 1:19; ὅστις Gal 5:10, 19.—W. numerals ἦσαν οἱ φαγόντες πεντακισχίλιοι ἄνδρες 6:44 (cp. Polyaenus 7, 25 ἦσαν οἱ πεσόντες ἀνδρῶν μυριάδες δέκα); cp. Ac 19:7; 23:13. Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων L. was one of those at the table J 12:2; cp. Gal 3:20; Js 2:19. τῶν πιστευσάντων ἦν καρδία καὶ ψυχὴ μία Ac 4:32. εἷς εἶναι be one and the same Gal 3:28. ἓν εἶναι be one J 10:30; 17:11, 21ff; 1 Cor 3:8.—οὐδʼ εἶναι τὴν πλάσιν τὴν τῶν ἀνθρώπων τοῦ θεοῦ (that) the creation of humankind is not God’s doing AcPlCor 1:13.—To establish identity the formula ἐγώ εἰμι is oft. used in the gospels (corresp. to Hebr. אֲנִי הוּא Dt 32:39; Is 43:10), in such a way that the predicate must be understood fr. the context: Mt 14:27; Mk 6:50; 13:6; 14:62; Lk 22:70; J 4:26; 6:20; 8:24, 28; 13:19; 18:5f and oft.; s. on ἐγώ.—In a question μήτι ἐγώ εἰμι; surely it is not I? Mt 26:22, 25.
    to describe a special connection betw. the subject and a predicate noun ἡμεῖς ναὸς θεοῦ ἐσμεν ζῶντος we are a temple of the living God 2 Cor 6:16. ἡ ἐπιστολὴ ὑμεῖς ἐστε you are our letter (of recommendation) 3:2. σφραγίς μου τῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε you are the seal of my apostleship 1 Cor 9:2 and oft.
    in explanations:
    α. to show how someth. is to be understood is a representation of, is the equivalent of; εἰμί here, too, serves as copula; we usually translate mean, so in the formula τοῦτʼ ἔστιν this or that means, that is to say (Epict., Ench. 33, 10; Arrian, Tact. 29, 3; SIG 880, 50; PFlor 157, 4; PSI 298, 9; PMert 91, 9; Jos., C. Ap. 2, 16; ApcMos 19; Just., D. 56, 23; 78, 3 al.) Mk 7:2; Ac 19:4; Ro 7:18; 9:8; 10:6, 8; Phlm 12; Hb 7:5 al.; in the sense that is (when translated) (Polyaenus 8, 14, 1 Μάξιμος ἀνηγορεύθη• τοῦτο δʼ ἄν εἴη Μέγιστον) Mt 27:46; Ac 1:19. So also w. relative pron.: ὅ ἐστιν Mk 3:17; 7:11, 34; Hb 7:2. After verbs of asking, recognizing, knowing and not knowing (Antiphanes Com. 231, 1f τὸ ζῆν τί ἐστι;) μάθετε τί ἐστιν learn what (this) means Mt 9:13. εἰ ἐγνώκειτε τί ἐστιν 12:7; cp. Mk 1:27; 9:10; Lk 20:17; J 16:17f; Eph 4:9. W. an indir. question (Stephan. Byz. s.v. Ἀγύλλα: τὶς ἠρώτα τί ἂν εἴη τὸ ὄνομα) τί ἂν εἴη ταῦτα Lk 15:26; τί εἴη τοῦτο 18:36. τίνα θέλει ταῦτα εἶναι what this means Ac 17:20; cp. 2:12, where the question is not about the mng. of terms but the significance of what is happening.—Esp. in interpr. of the parables (Artem. 1, 51 p. 48, 26 ἄρουρα οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ γυνή=field means nothing else than woman) ὁ ἀγρός ἐστιν ὁ κόσμος the field means the world Mt 13:38; cp. vss. 19f, 22f; Mk 4:15f, 18, 20; Lk 8:11ff (cp. Gen 41:26f; Ezk 37:11; Ath. 22, 4 [Stoic interpr. of myths]). On τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου Mt 26:26; Mk 14:22; Lk 22:19 and its various interpretations, see lit. s.v. εὐχαριστία. Cp. Hipponax (VI B.C.) 45 Diehl αὕτη γάρ ἐστι συμφορή=this means misfortune.
    β. to be of relative significance, be of moment or importance, amount to someth. w. indef. pron. εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν meat offered to idols means anything 1 Cor 10:19. Esp. εἰμί τι I mean someth. of pers. 1 Cor 3:7; Gal 2:6; 6:3; and of things vs. 15. εἰμί τις Ac 5:36.—Of no account ἐμοὶ εἰς ἐλάχιστόν ἐστιν (telescoped fr. ἐλάχ. ἐστιν and εἰς ἐλάχ. γίνεται, of which there are many exx. in Schmid, I 398; II 161, 237; III 281; IV 455) it is of little or no importance to me 1 Cor 4:3.
    be in reference to location, persons, condition, or time, be
    of various relations or positions involving a place or thing: w. ἀπό: εἶναι ἀπό τινος be or come from a certain place (X., An. 2, 4, 13) J 1:44.—W. ἐν: ἐν τοῖς τ. πατρός μου in my father’s house Lk 2:49 (cp. Jos., Ant. 16, 302 καταγωγὴ ἐν τοῖς Ἀντιπάτρου). ἐν τῇ ὁδῷ on the way Mk 10:32. ἐν τῇ ἐρήμῳ Mt 24:26. ἐν ἀγρῷ Lk 15:25. ἐν δεξιᾷ τ. θεοῦ at God’s right hand Ro 8:34; in heaven Eph 6:9.—W. εἰς: τὴν κοίτην Lk 11:7; τὸν κόλπον J1:18.—W. ἐπὶ w. gen. be on someth. of place, roof Lk 17:31; head J 20:7 (cp. 1 Macc 1:59); also fig., of one who is over someone (1 Macc 10:69; Jdth 14:13 ὁ ὢν ἐπὶ πάντων τῶν αὐτοῦ) Ro 9:5 (of the angel of death Mel., P. 20, 142 ἐπὶ τῶν πρωτοτόκων); also ἐπάνω τινός J 3:31.—W. dat. be at someth. the door Mt 24:33; Mk 13:29.—W. acc. be on someone: grace Lk 2:40; Ac 4:33; spirit (Is 61:1) Lk 2:25; εἶναι ἐπὶ τὸ αὐτό be in the same place, together (Gen 29:2 v.l.) Ac 1:15; 2:1, 44; 1 Cor 7:5.—W. κατά w. acc. εἶναι κατὰ τὴν Ἰουδαίαν be in Judea Ac 11:1; εἶναι ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν were at Antioch in the congregation there 13:1.—W. ὑπό w. acc. τι or τινα of place be under someth. J 1:48; 1 Cor 10:1.—W. παρά w. acc. παρὰ τὴν θάλασσαν by the sea- (i.e. lake-) shore Mk 5:21; Ac 10:6.—W. πρός τι be close to, facing someth. Mk 4:1.—W. adv. of place ἐγγύς τινι near someth. Ac 9:38; 27:8. μακρὰν (ἀπό) Mk 12:34; J 21:8; Eph 2:13; also πόρρω Lk 14:32. χωρίς τινος without someth. Hb 12:8. ἐνθάδε Ac 16:28. ἔσω J 20:26. ἀπέναντί τινος Ro 3:18 (Ps 35:2). ἐκτός τινος 1 Cor 6:18; ἀντίπερά τινος Lk 8:26; ὁμοῦ J 21:2; οὗ Mt 2:9; ὅπου Mk 2:4; 5:40. ὧδε Mt 17:4; Mk 9:5; Lk 9:33. Also w. fut. mng. (ESchwartz, GGN 1908, 161 n.; on the fut. use of the pres. cp. POxy 531, 22 [II A.D.] ἔστι δὲ τοῦ Τῦβι μηνὸς σοὶ ὸ̔ θέλεις) ὅπου εἰμί J 7:34, 36; 12:26; 14:3; 17:24. As pred., to denote a relatively long stay at a place, stay, reside ἴσθι ἐκεῖ stay there Mt 2:13, cp. vs. 15; ἐπʼ ἐρήμοις τόποις in lonely places Mk 1:45; ἦν παρὰ τὴν θάλασσαν he stayed by the lakeside 5:21.
    involving humans or transcendent beings: w. adv. ἔμπροσθέν τινος Lk 14:2. ἔναντί τινος Ac 8:21; ἐνώπιόν τινος Lk 14:10; Ac 4:19; 1 Pt 3:4; Rv 7:15; ἐντός τινος Lk 17:21; ἐγγύς τινος J 11:18; 19:20; Ro 10:8 (Dt 30:14).—W. prep. ἐν τινί equiv. to ἔκ τινος εἶναι be among Mt 27:56; cp. Mk 15:40; Ro 1:6. Of God, who is among his people 1 Cor 14:25 (Is 45:14; Jer 14:9); of the Spirit J 14:17. Of persons under Christ’s direction: ἐν θεῷ 1J 2:5; 5:20 (s. Norden, Agn. Th. 23, 1). ἔν τινι rest upon, arise from someth. (Aristot., Pol. 7, 1, 3 [1323b, 1] ἐν ἀρετῇ; Sir 9:16) Ac 4:12; 1 Cor 2:5; Eph 5:18.—εἴς τινα be directed, inclined toward Ac 23:30; 2 Cor 7:15; 1 Pt 1:21.—κατά w. gen. be against someone (Sir 6:12) Mt 12:30; Mk 9:40 and Lk 9:50 (both opp. ὑπέρ); Gal 5:23.—σύν τινι be with someone (Jos., Ant. 7, 181) Lk 22:56; 24:44; Ac 13:7; accompany, associate w. someone Lk 8:38; Ac 4:13; 22:9; take sides with someone (X., Cyr. 5, 4, 37; 7, 5, 77; Jos., Ant. 11, 259 [of God]) Ac 14:4.—πρός τινα be with someone Mt 13:56; Mk 6:3; J 1:1f. I am to be compared w. IMg 12.—μετά and gen. be with someone (Judg 14:11) Mt 17:17; Mk 3:14; 5:18; J 3:26; 12:17; ἔστω μεθʼ ὑμῶν εἰρήνη AcPlCor 2:40; of God, who is with someone (Gen 21:20; Judg 6:13 al.; Philo, Det. Pot. Ins. 4; Jos., Ant. 6, 181; 15, 138) Lk 1:66; J 3:2; 8:29; Ac 10:38 al.; also be with in the sense be favorable to, in league with (Ex 23:2) Mt 12:30; Lk 11:23; of punishment attending a pers. τὸ πῦρ ἐστι μετʼ αὐτοῦ AcPlCor 2:37.—παρά and gen. come from someone (X., An. 2, 4, 15; Just., D. 8, 4 ἔλεος παρὰ θεοῦ) fr. God J 6:46; 7:29; w. dat. be with, among persons Mt 22:25; Ac 10:6. W. neg. be strange to someone, there is no … in someone Ro 2:11; 9:14; Eph 6:9.—ὑπέρ w. gen. be on one’s side Mk 9:4 and Lk 9:50 (both opp. κατά); w. acc. be superior to (Sir 25:10; 30:16) Lk 6:40.
    of condition or circumstance: κατά w. acc. live in accordance with (Sir 28:10; 43:8; 2 Macc 9:20) κατὰ σάκρα, πνεῦμα Ro 8:5. οὐκ ἔστιν κατὰ ἄνθρωπον not human (in origin) Gal 1:11.—Fig. ὑπό w. acc. be under (the power of) someth. Ro 3:9; 6:14f; Gal 3:10, 25.—W. ἐν of existing ἐν τῷ θεῷ εἶναι of humankind: have its basis of existence in God Ac 17:28. Of states of being: ἐν δόξῃ 2 Cor 3:8; ἐν εἰρήνῃ Lk 11:21; ἐν ἔχθρᾳ at enmity 23:12; ἐν κρίματι under condemnation vs. 40. ἐν ῥύσει αἵματος suffer from hemorrhages Mk 5:25; Lk 8:43 (cp. Soph., Aj. 271 ἦν ἐν τῇ νόσῳ; cp. TestJob 35:1 ἐν πληγαῖς πολλαῖς). Periphrastically for an adj. ἐν ἐξουσίᾳ authoritative Lk 4:32. ἐν βάρει important 1 Th 2:7. ἐν τῇ πίστει true believers, believing 2 Cor 13:5. Be involved in someth. ἐν ἑορτῇ be at the festival=take part in it J 2:23. ἐν τούτοις ἴσθι devote yourself to these things 1 Ti 4:15 (cp. X., Hell. 4, 8, 7 ἐν τοιούτοις ὄντες=occupied w. such things; Jos., Ant. 2, 346 ἐν ὕμνοις ἦσαν=they occupied themselves w. the singing of hymns).—Fig., live in the light 1J 2:9; cp. vs. 11; 1 Th 5:4; in the flesh Ro 7:5; 8:8; AcPlCor 1:6. ἐν οἷς εἰμι in the situation in which I find myself Phil 4:11 (X., Hell. 4, 2, 1; Diod S 12, 63, 5; 12, 66, 4; Appian, Hann. 55 §228 ἐν τούτοις ἦν=he was in this situation; Jos., Ant. 7, 232 ἐν τούτοις ἦσαν=found themselves in this sit.; TestJob 35:6 ἐν τίνι ἐστίν; s. ZPE VIII 170). ἐν πολλοῖς ὢν ἀστοχήμασι AcPlCor 2:1. Of characteristics, emotions, etc. ἔν τινί ἐστιν, e.g. ἀδικία J 7:18; ἄγνοια Eph 4:18; ἀλήθεια J 8:44; 2 Cor 11:10 (cp. 1 Macc 7:18); ἁμαρτία 1J 3:5.
    of time ἐγγύς of καιρός be near Mt 26:18; Mk 13:28. πρὸς ἑσπέραν ἐστίν it is toward evening Lk 24:29 (Just., D. 137, 4 πρὸς δυσμὰς … ὁ ἥλιός ἐστι).
    to be alive in a period of time, live, denoting temporal existence (Hom., Trag., Thu. et al.; Sir 42:21; En 102:5 Philo, De Jos. 17; Jos., Ant. 7, 254) εἰ ἤμεθα ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν if we had lived in the days of our fathers Mt 23:30. ὅτι οὐκ εἰσὶν because they were no more 2:18 (Jer 38:15). ἦσαν ἐπὶ χρόνον ἱκανόν (those who were healed and raised by Christ) remained alive for quite some time Qua.
    to be the time at which someth. takes place w. indications of specific moments or occasions, be (X., Hell. 4, 5, 1, An. 4, 3, 8; Sus 13 Theod.; 1 Macc 6:49; 2 Macc 8:26; Jos., Ant. 6, 235 νουμηνία δʼ ἦν; 11, 251): ἦν ὥρα ἕκτη it was the sixth hour (=noon acc. to Jewish reckoning) Lk 23:44; J 4:6; 19:14.—Mk 15:25; J 1:39. ἦν ἑσπέρα ἤδη it was already evening Ac 4:3. πρωί̈ J 18:28. ἦν παρασκευή Mk 15:42. ἦν ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων J 5:1. σάββατόν ἐστιν vs. 10 et al. Short clauses (as Polyaenus 4, 9, 2 νὺξ ἦν; 7, 44, 2 πόλεμος ἦν; exc. 36, 8 ἦν ἀρίστου ὥρα; Jos., Ant. 19, 248 ἔτι δὲ νὺξ ἦν) χειμὼν ἦν J 10:22; ἦν δὲ νύξ (sim. Jos., Bell. 4, 64) 13:30; ψύχος it was cold 18:18; καύσων ἔσται it will be hot Lk 12:55.
    to take place as a phenomenon or event, take place, occur, become, be, be in (Hom., Thu. et al.; LXX; En 104:5; 106:6.—Cp. Just., D. 82, 2 of Christ’s predictions ὅπερ καὶ ἔστι ‘which is in fact the case’.) ἔσται θόρυβος τοῦ λαοῦ a popular uprising Mk 14:2. γογγυσμὸς ἦν there was (much) muttering J 7:12. σχίσμα there was a division 9:16; 1 Cor 1:10; 12:25. ἔριδες … εἰσίν quarrels are going on 1:11. δεῖ αἱρέσεις εἶναι 11:19. θάνατος, πένθος, κραυγή, πόνος ἔσται Rv 21:4. ἔσονται λιμοὶ κ. σεισμοί Mt 24:7. Hence τὸ ἐσόμενον what was going to happen (Sir 48:25) Lk 22:49. πότε ταῦτα ἔσται; when will this happen? Mt 24:3. πῶς ἔσται τοῦτο; how can this be? Lk 1:34. Hebraistically (הָיָה; s. KBeyer, Semitische Syntax im NT, ’62, 63–65) καὶ ἔσται w. fut. of another verb foll. and it will come about that Ac 2:17 (Jo 3:1); 3:23 (w. δέ); Ro 9:26 (Hos 2:1).—W. dat. ἐστί τινι happen, be granted, come, to someone (X., An. 2, 1, 10; Jos., Ant. 11, 255; Just., D. 8, 4 σοὶ … ἔλεος ἔσται παρὰ θεοῦ) Mt 16:22; Mk 11:24; Lk 2:10; GJs 1:1; 4:3; 8:3; τί ἐστίν σοι τοῦτο, ὅτι what is the matter with you, that GJs 17:2.—Of becoming or turning into someth. become someth. εἰς χολὴν πικρίας εἶναι become bitter gall Ac 8:23. εἰς σάρκα μίαν Mt 19:5; Mk 10:8; 1 Cor 6:16; Eph 5:31 (all Gen 2:24. Cp. Syntipas p. 42, 24 οὐκ ἔτι ἔσομαι μετὰ σοῦ εἰς γυναῖκα); τὰ σκολιὰ εἰς εὐθείας Lk 3:5 (Is 40:4); εἰς πατέρα 2 Cor 6:18; Hb 1:5 (2 Km 7:14; 1 Ch 22:10; 28:6); εἰς τὸ ἕν 1J 5:8. Serve as someth. (IPriene 50, 39 [c. II B.C.] εἶναι εἰς φυλακὴν τ. πόλεως; Aesop., Fab. 28 H.=18 P.; 26 Ch.; 18 H-H. εἰς ὠφέλειαν; Gen 9:13; s. also εἰς 4d) 1 Cor 14:22; Col 2:22; Js 5:3.—Of something being ἀνεκτότερον ἔσται it will be more tolerable τινί for someone Lk 10:12, 14.
    to exist as possibility ἔστιν w. inf. foll. it is possible, one can (Περὶ ὕψους 6; Diog. L. 1, 110 ἔστιν εὑρεῖν=one can find; Just., A I, 59, 10 ἔστι ταῦτα ἀκοῦσαι καὶ μαθεῖν; D. 42, 3 ἰδεῖν al.; Mel., P. 19, 127); neg. οὐκ ἔστιν νῦν λέγειν it is not possible to speak at this time Hb 9:5. οὐκ ἔστιν φαγεῖν it is impossible to eat 1 Cor 11:20 (so Hom. et al.; UPZ 70, 23 [152/151 B.C.] οὐκ ἔστι ἀνακύψαι με πώποτε … ὑπὸ τῆς αἰσχύνης; 4 Macc 13:5; Wsd 5:10; Sir 14:16; 18:6; EpJer 49 al.; EpArist 163; Jos., Ant. 2, 335; Ath. 22, 3 ἔστιν εἰπεῖν).
    to have a point of derivation or origin, be,/come from somewhere ἐκ τῆς ἐξουσίας Ἡρῴδου from Herod’s jurisdiction Lk 23:7; ἐκ Ναζαρέτ (as an insignificant place) J 1:46; ἐκ τῆς γῆς 3:31; ἐκ γυναικός 1 Cor 11:8 al. ἐξ οὐρανοῦ, ἐξ ἀνθρώπων be of heavenly (divine), human descent Mt 21:25; Mk 11:30; Lk 20:4. Be generated by (cp. Sb 8141, 21f [ins I B.C.] οὐδʼ ἐκ βροτοῦ ἤεν ἄνακτος, ἀλλὰ θεοῦ μεγάλου ἔκγονος; En 106:6) Mt 1:20. Esp. in Johannine usage ἐκ τοῦ διαβόλου εἶναι originate from the devil J 8:44; 1J 3:8. ἐκ τοῦ πονηροῦ 3:12; ἐκ τοῦ κόσμου J 15:19; 17:14, 16; 1J 4:5. ἐκ τῆς ἀληθείας εἶναι 2:21; J 18:37 etc. Cp. 9 end.
    to belong to someone or someth. through association or genetic affiliation, be, belong w. simple gen. (X., Hell. 2, 4, 36; Iambl., Vi. Pyth. 33, 230 τῶν Πυθαγορείων) οἱ τῆς ὁδοῦ ὄντες those who belong to the Way Ac 9:2. εἰμὶ Παύλου I belong to Paul 1 Cor 1:12; 3:4; cp. Ro 8:9; 2 Cor 10:7; 1 Ti 1:20; Ac 23:6. ἡμέρας εἶναι belong to the day 1 Th 5:8, cp. vs. 5. W. ἔκ τινος 1 Cor 12:15f; Mt 26:73; Mk 14:69f; Lk 22:58 al. (cp. X., Mem. 3, 6, 17; oft LXX). ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δώδεκα belong to the twelve 22:3. ὅς ἐστιν ἐξ ὑμῶν who is a fellow-countryman of yours Col 4:9.—To belong through origin 2 Cor 4:7. Of Mary: ἦν τῆς φυλῆς τοῦ Δαυίδ was of David’s line GJs 10:1. Cp. 8 above.
    to have someth. to do with someth. or someone, be. To denote a close relationship ἐξ ἔργων νόμου εἶναι rely on legal performance Gal 3:10. ὁ νόμος οὐκ ἔστιν ἐκ πίστεως the law has nothing to do with faith vs. 12.—To denote a possessor Mt 5:3, 10; l9:14; Mk 12:7; Lk 18:16; 1 Cor 6:19. Esp. of God who owns the Christian Ac 27:23; 1 Cor 3:23; 2 Ti 2:19 (Num 16:5). οὐδʼ εἶναι τὸν κόσμον θεοῦ, ἀλλὰ ἀγγέλων AcPlCor 1:15 (cp. Just., A II, 13, 4 ὅσα … καλῶς εἴρηται, ἡμῶν τῶν χριστιανῶν ἐστι).—W. possess. pron. ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία Lk 6:20. οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι Mk 10:40 (cp. Just., A I, 4, 2 ὑμέτερον ἀγωνιᾶσαί ἐστι ‘it is a matter for your concern’).—To denote function (X., An. 2, 1, 4) οὐχ ὑμῶν ἐστιν it is no concern of yours Ac 1:7—Of quality παιδεία οὐ δοκεῖ χαρᾶς εἶναι discipline does not seem to be (partake of) joy Hb 12:11.—10:39.
    as an auxiliary: very commonly the simple tense forms are replaced by the periphrasis εἶναι and the ptc. (B-D-F §352–55; Mlt. 225–27, 249; Mlt-H. 451f; Rdm.2 102, 105, 205; Kühner-G. I 38ff; Rob. 374–76, 1119f; CTurner, Marcan Usage: JTS 28, 1927 349–51; GKilpatrick, BT 7, ’56, 7f; very oft. LXX).
    (as in Hom et al.) w. the pf. ptc. to express the pf., plpf. and fut. pf. act. and pass. (s. Mayser 329; 377) ἦσαν ἐληλυθότες they had come Lk 5:17. ἦν αὐτῶν ἡ καρδία πεπωρωμένη their hearts were hardened Mk 6:52. ἠλπικότες ἐσμέν we have set our hope 1 Cor 15:19. ὁ καιρὸς συνεσταλμένος ἐστίν the time has become short 7:29. ἦν ἑστώς (En 12:3) he was standing (more exactly he took his stand) Lk 5:1.
    w. pres. ptc. (B-D-F §353).
    α. to express the pres. ἐστὶν προσαναπληροῦσα τὰ ὑστερήματα supplies the wants 2 Cor 9:12 (Just., A I, 26, 5 Μαρκίων … καὶ νῦν ἔτι ἐστὶ διδάσκων; Mel., P. 61, 441 ἐστὶν … κηρυσσόμενον).
    β. impf. or aor. ἦν καθεύδων he was sleeping Mk 4:38. ἦσαν ἀναβαίνοντες … ἦν προάγων 10:32; cp. Lk 1:22; 5:17; 11:14 al. (JosAs 1:3 ἦν συνάγων τὸν σίτον; Mel., P. 80, 580 ἦσθα εὐφραινόμενος). ἦν τὸ φῶς τὸ ἀλήθινόν … ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον the true light entered the world J 1:9, w. ἦν introducing a statement in dramatic contrast to the initial phrase of vs. 8.—To denote age (Demetr.: 722 Fgm. 1, 2 al. Jac.; POxy 275, 9 [66 A.D.] οὐδέπω ὄντα τῶν ἐτῶν; Tob 14:11) Mk 5:42; Lk 3:23; Ac 4:22; GJs 12:3.—Mussies 304–6.
    γ. fut. ἔσῃ σιωπῶν you will be silent Lk 1:20; cp. 5:10; Mt 24:9; Mk 13:13; Lk 21:17, 24 al.; 2 Cl 17:7 Bihlm. (the child) shall serve him (God).
    w. aor. ptc. as plpf. (Aelian, NA 7, 11; Hippiatr. 34, 14, vol. I p. 185, 3 ἦν σκευάσας; ISyriaW 2070b ἦν κτίσας; AcThom 16; 27 [Aa II/2 p. 123, 2f; p. 142, 10]; B-D-F §355 m.—JVogeser, Z. Sprache d. griech. Heiligenlegenden, diss. Munich 1907, 14; JWittmann, Sprachl. Untersuchungen zu Cosmas Indicopleustes, diss. Munich 1913, 20; SPsaltes, Gramm. d. byzant. Chroniken 1913, 230; Björck [διδάσκω end] 75; B-D-F §355). ἦν βληθείς had been thrown Lk 23:19; J 18:30 v.l.—GPt 6:23; 12:51. (Cp. Just., A II, 10, 2 διʼ εὑρέσεως … ἐστὶ πονηθέντα αὐτοῖς ‘they achieved through investigation’).
    Notice esp. the impersonals δέον ἐστίν it is necessary (Pla. et al.; POxy 727, 19; Sir praef. ln. 3; 1 Macc 12:11 δέον ἐστὶν καὶ πρέπον) Ac 19:36; εἰ δέον ἐστίν if it must be 1 Pt 1:6 (s. δεῖ 2a); 1 Cl 34:2; πρέπον ἐστίν it is appropriate (Pla. et al.; POxy 120, 24; 3 Macc 7:13) Mt 3:15; 1 Cor 11:13.
    In many cases the usage w. the ptc. serves to emphasize the duration of an action or condition (BGU 183, 25 ἐφʼ ὸ̔ν χρόνον ζῶσα ᾖ Σαταβούς); JosAs 2:1 ἦν … ἐξουθενοῦσα καὶ καταπτύουσα πάντα ἄνδρα). ἦν διδάσκων he customarily taught Mk 1:22; Lk 4:31; 19:47. ἦν θέλων he cherished the wish 23:8. ἦσαν νηστεύοντες they were keeping the fast Mk 2:18. ἦσαν συλλαλοῦντες they were conversing for a while 9:4. ἦν προσδεχόμενος he was waiting for (the kgdm.) 15:43. ἦν συγκύπτουσα she was bent over Lk 13:11.
    to emphasize the adjectival idea inherent in the ptc. rather than the concept of action expressed by the finite verb ζῶν εἰμι I am alive Rv 1:18. ἦν ὑποτασσόμενος he was obedient Lk 2:51. ἦν ἔχων κτήματα πολλά he was very rich Mt 19:22; Mk 10:22. ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων you shall have authority Lk 19:17 (Lucian, Tim. 35 ἴσθι εὐδαιμονῶν). ἦν καταλλάσσων (God) was reconciling 2 Cor 5:19 (cp. Mel., P. 83, 622 οὗτος ἦν ὁ ἐκλεξάμενός σε; Ath. 15, 2 οὗτός ἐστιν ὁ … καρπούμενος).—LMcGaughy, Toward a Descriptive Analysis of ΕΙΝΑΙ as a Linking Verb in the Gk. NT, diss. Vanderbilt, ’70 (s. esp. critique of treatment of εἰμί in previous edd. of this lexicon pp. 12–15).—Mlt. 228. B. 635. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἰμί

  • 15 είμαι

    1.
    1) быть, существовать; иметься; ποιός ξέρει, αν θα είμαστε τού χρόνου кто знает, доживём ли мы до следующего года; είναι φόβος να πεθάνει есть опасение, что он умрёт; δεν είναι τρόπος να πεισθεί его невозможно убедить; 2) быть, находиться; είναι εδώ он здесь; ήσουν μακρυά; ты был далеко?; είμασταν περίπατο мы гуляли; ήταν στα ξένα он был за границей; είναι με τίς παντούφλεο он в домашних туфлях;

    είμαι με το μέρος σου — я на твоей стороне, я с тобой;

    3) быть, происходить; случаться;
    τί είναι εδώ; что здесь происходит?; τί ήτανε; что случилось?, что произошло?; 4) быть (в каком-л. состоянии, настроении и т. п.); πώς είσαστε; как вы поживаете?, как вы себя чувствуете?;

    είμαι καλά — я чувствую себя хорошо;

    είναι θυμωμένος он сердит;

    είμαι στο κέφι — быть в настроении;

    5) участвовать, принимать участие;
    ήταν κΓ αυτός στο αντάρτικο он тоже участвовал в партизанском движении; 6) быть включённым (в список и т. п.);

    δεν είμαι στον κατάλογο των προσκεκλημένων — я не включён в список приглашённых;

    7) (με γεν.) а) принадлежать;
    τίνος είσαι συ; ты чей?; τίνος είναι η βάρκα; чья это лодка?; τό σπίτι είναι τού πατέρα μου это дом моего отца; είναι κι' αυτός της παρέας он тоже из этой компании; б) (о возрасте): πόσων χρονών (или ετών) είσαι; сколько тебе лет?;

    είμαι εικοσιτριών χρονών — мне двадцать три года;

    8):

    είμαι από — происходить, вести свой род;

    είμαι από φτωχή οικογένεια — я из бедной семьи;

    από πού είσαι; ты откуда?;

    είμαι από τη Μόσχα — я из Москвы;

    9):

    είμαι γιά... — а) собираться (куда-л. и т. п.);

    είμαι γιά Θεσσαλονίκη — я собираюсь в Салоники, мне надо ехать в Салоники;

    είμαστε γιά φευγάλα мы думаем бежать, нам надо бежать;
    б) быть достойным (чего-л.); είσαι γιά φίλημα ты достоин поцелуя; είναι γιά γέλια он смешон; 2. (в качестве вспомогат. гл.) 1) знач связки) быть; являться;

    εγώ είμαι 5 — то я;

    είμαι νέος — я молод;

    είμαστε έτοιμοι мы готовы;
    είμαστε καμμιά εικοσαριά нас около двадцати человек; ποιός είσαι; кто ты?; τί είναι αυτός; кто он такой?; τί ώρα είναι; который час?; τί καιρός είναι; какая погода?; είναι ζέστη тепло; είναι ψύχρα холодновато; είναι δροσιά прохладно; είναι κρύο холодно; είναι χειμώνας зима; είναι πολύ πρωΐ ещё раннее утро; είναι κοσμοπλημμύρα очень много народа, огромное скопление народа; 2) (употр, для образования сложных форм страд, залога):

    θα είμαι πεσμένος στο κρεββάτι — я лягу спать;

    3. (с зависимым наклонением означает):
    1) собираться, намереваться;

    είμαι να πάω εξοχή — я собираюсь поехать за город;

    2) предполагаться;
    ήταν να γίνει η παράσταση, μα ανεβλήθη должно было состояться представление, но было отложено; 3) суждено; ήταν να σπάσει к' έσπασε ему суждено было разбиться, и он разбился; 4) можно..., следует...; είναι να τα λες αυτά; разве можно такие вещи говорить?; είναι να τραβάει κανείς τα μαλλιά του! это такой ужас!; είναι να τρελλαθεί κανείς! от этого можно с ума сойтиI, от этого голова кругом идёт!; 5) настало, наступило время; καιρός είναι να σταματήσει пора остановиться, перестать; είναι ώρα να φεύγουμε время уезжать (уходить);

    § είμαι της γνώμης ότι... — я думаю, моё мнение таково, что...; — я полагаю, что...;

    είμαι σε θέση να... — я в состоянии, я могу;

    είμαι σε διάθεση σας — я к вашим услугам;

    είσαι με τα καλά (или στα καλά) σου; ты в своём уме?;
    δεν είσαι με τα καλά σου ты с ума сошёл, ты не в своём уме; άς είναι пусть будет так; όπως και (или κι') άν είναι как бы то ни было; τό φόρεμα αυτό δεν είναι πλέον (или πιά) της μόδας эта одежда уже не в моде; είναι τρία χρόνια πού... три года прошло с тех пор, как...; είναι πολύς καιρός πού δεν μιλήσαμε давно мы с вами не беседовали; είναι στο χέρι μου это в моих руках, это зависит от меня; είμαστε γιά να 'μαστέ вот мы какие молодцы!; καί πού 'σαι ακόμα! и это ещё не всё!; и что ещё будет!; όπου (καί) να 'ναι скоро, в скором времени; вот-вот; να 'ταν (καί) να... если бы...; τί 'σαι συ και τί 'μαι γώ калина себя хвалила; αυτός είναι πού είναι он таков, каков он есть; έ, αυτός είναι κι' αν είναι ψεύτης большего лгуна и не сыщешь!; πες μου με ποιόν πας, να σού πώ ποιός είσαι скажи мне, кто твои друзья, и я скажу тебе, кто ты

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > είμαι

  • 16 με

    I (тж. με) αντων. αιτιατ. от εγώ
    με2
    II ηρόθ. με αίτιατ.
    1) (при обознач, совместности, связи, совместного действия) с: ήρθε ο Μάης με τα λουλούδια пришёл май с цветами; ο πόλεμος με τούς γερμανοφασίστες война с немецкими фашистами; τάβαλα με όλους я поссорился со всеми; είμαι με το μέρος σου я на твоей стороне; με ποιόν μιλούσες; с кем ты разговаривал?; 2) (про, обознач, объекта действия, занятия, состояния или отношения): έχω μανία με το κυνήγι у меня страсть к охоте; ασχολείται με την κηπουρική он занимается садоводством; έτσι συνέβηκε και με μένα то же самое случилось и со мной; είμαι πολύ στενοχωρημένος με την αρρώστια τού παιδιού я очень озабочен болезнью ребёнка; 3) (при обознач, смежности, близости): χέρι με χέρι рука об руку; πρόσωπο με πρόσωπο лицом к лицу; μάχη στήθος με στήθος рукопашная (битва); καθόμαστε πόρτα με πόρτα мы живём дверь в дверь; φιλούμαστε στόμα με στόμα (или χείλη με χείλη) целоваться в уста; 4) (при обознач, времени, срока) с; με τον ήλιο с восходом солнца; με την αυγή с зарёй; την αυγή με τη δροσούλα по утренней росе; με το χάραμα с рассветом, на рассвете; με τα σταφύλια когда поспеет виноград; με τα πρωτοβρόχια с первыми дождями; με την επιστροφή μου после моего возвращения; ώρα με την ώρα с каждым часом, час от часу; μέρα με τη μέρα изо дня в день; с каждым днём; день ото дня; χρόνο με το χρόνο с каждым годом; из года в год, год от года; δέκα με δεκάμιση от десяти до половины одиннадцатого; τό πρωί οχτώ με δέκα утром от восьми до десяти; με τρία χρόνια по истечении трёх лет, через три года; 5) знач вопреки, несмотря на): μ' όλα ταύτα несмотря на всё это, при всём этом; μ' όλην την βροχή несмотря на дождь; 6) (при обознач, характера, образа действия) с; με τη βία силой; με τη βιάση в спешке; με την αράδα или με τη σειρά по очереди; με χίλια βάσανα с большим трудом; με δάκρυα στα μάτια со слезами на глазах; με γέλια со смехом, смеясь; με κλάματα с плачем, плача; με όρεξη с аппетитом; με την καρδιά μου с удовольствием, охотно; με χαρά с радостью; μ' όλη μου την καρδιά от всего сердца; γέλασα με όλη μου την καρδιά я посмеялся от души; με πρόσκληση по приглашению; με συνοδεία а) под аккомпанемент; б) под конвоем; καμωμένο με γούστο сделано со вкусом; με το κομμάτι а) поштучно; б) сдельно; πουλώ με έκπτωση продавать со скидкой; πουλώ με το μέτρο продавать на метрьг, πουλώ με κέρδος (με ζημία) продавить с выгодой (в убыток); με την πρόφαση под предлогом, под видом; με το στανιό а) вынужденно, по принуждению; б) с натяжкой, с трудом; με τον ιδρωτα μου βγάζω το ψωμί μου в поте лица добывать свой хлеб; καί μ'αύτόν τον τρόπο тем самым; του μίλησα με το καλό (με το άγριο) я с ним разговаривал вежливо (грубо); τον είδε με υποψία он с подозрением отнёсся к нему; 7) (при обознач, средства, орудия действия): γράφω με στυλό писать авторучкой; με τα μάτια μου или με τα ίδια μου τα μάτια своими собственными глазами; δεν καταφέρνεις τίποτα με τα κλάματα слезами ничего не добьёшься; τό λογάριασα με το μάτι я прикинул это на глаз; ήρθαμε με τα πόδια мы пришли пешком; έφυγε με το αεροπλάνο он улетел самолётом; με τί λεφτά ήρθες; на какие деньги ты приехал?; 8) (при обознач, материала, из которого сделан предмет): ψωμί με πατατάλευρο хлеб с картофельной мукой; σπίτι χτισμένο με τούβλα дом построен из кирпича; 9) (при обознач, цены, стоимости); τό αγόρασα με είκοσι δραχμές я купил это за двадцать драхм; 10) знач имеющий что-л., обладающий чём-л. или содержащий что-л.) с; άνθρωπος με μυαλό человек с умом; άνθρωπος με περιουσία состоятельный человек; έργο με αξιώσεις выдающееся произведение; νύφη με προίκα невеста с приданым; άνθρωπος με δέκα παιδιά человек, имеющий десять детей; σπίτι με τρία πατώματα дом в три этажа; βιβλίο με εικόνες книга с картинками; τετράδιο με χαράκια тетрадь в линеечку; καφέ με γάλα кофе с молоком; μποτίλια με λάδι бутылка с маслом; 11) (при обознач, предмета, который носят или надевают): τό κορίτσι με τα μαύρα девушка в чёрном; ένας κύριος με γυαλιά человек в очках; 12) (при обознач, обстоятемств, окружающей обстановки): με το φεγγάρι при луне; με τη λάμπα при лампе; με το κρύο в холод; ταξιδεύω με φουσκρθαλασσιά, με δυνατό άνεμο путешествовать в шторм, при сильном ветре; πηγαίνω με ούριο άνεμο идти по ветру (о судне); ξημερωθήκαμε με χιόνι когда мы проснулись, был снег; με τέτοιον καιρό κάθομαι σπίτι в такую погоду я сижу дома; 13) (при обознач, размера): ένας διάδρομος τρία με πέντε коридор размером три на пять; 14) (при обознач, условия, соглашения, договорённости): με το μεροκάματο подённо; με μισθό τρείς χιλιάδες с окладом в три тысячи драхм; με μεγάλο τόκο под большой процент; δανείζω χρήματα με δέκα τα εκατό давать взаймы деньги под десять процентов; νοικιάζω δωμάτια με το μήνα (με το χρόνο) сдавать комнаты помесячно (на год); 15) (при обознач, замены): αλλάζω λίρες με δραχμές менять фунты на драхмы; § με σκοπό с целью; με την ηλικία с возрастом; με τον καιρό или με χρόνους με καιρούς со временем; με την ώρα вовремя; με το καλό να πας (να γυρίσεις) счастливо доехать (вернуться); με τρόπο а) искусно, умело, ловко; б) осторожно, намёками; με λίγα λόγια а) одним словом; б) коротко, без лишних слов; με τί δικαίωμα; по какому праву?

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > με

  • 17 ὅς

    ὅς, ἥ, ὅ
    as relative pron. who, which, what, that (Hom.+). On its use s. B-D-F §293–97; 377–80; Rydbeck 98–118; W-S. §24; Rob. 711–26, and for ancient Gk. in gener. Kühner-G. II 399ff; Schwyzer II 639–41.
    As a general rule, the relative pron. agrees in gender and number w. the noun or pron. to which it refers (i.e. its antecedent); its case is determined by the verb, noun, or prep. that governs it: ὁ ἀστήρ, ὸ̔ν εἶδον Mt 2:9. ὁ Ἰησοῦς, ὅν ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν Ac 17:3. Ἰουδαῖον, ᾧ (sc. ἦν) ὄνομα Βαριησοῦς 13:6. ὁ Ἰουδαῖος …, οὗ ὁ ἔπαινος Ro 2:29. Ἰσραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστιν J 1:47. οὗτος, περὶ οὗ ἀκούω τοιαῦτα Lk 9:9 and very oft.
    A demonstrative pron. is freq. concealed within the relative pron.:
    α. in such a way that both pronouns stand in the same case: ὅς the one who ὅς οὐ λαμβάνει Mt 10:38; sim. Mk 4:9; 9:40 (the three w. implied condition). οὗ of the one whose J 18:26. to the one to whom Ro 6:16. ὅν the one whom (or someth. sim.) Mk 15:12; J 1:45. οἷς to those for whom Mt 20:23. οὕς those whom Mk 3:13; J 5:21.that which, what Mt 10:27.—A prep. governing the relative belongs in certain pass. to the (omitted) demonstr. pron. alone: παρʼ ὅ Ro 12:3; Gal 1:8; ὑπὲρ ὅ (ἅ) 1 Cor 10:13; 2 Cor 12:6; Phlm 21; πρὸς ἅ 2 Cor 5:10; εἰς ὅν J 6:29. In others it must be added to both pronouns: ἐν ᾧ in that in which 2 Cor 11:12; 1 Pt 2:12; 3:16 (these passages in 1 Pt may be classed under 1kγ also). ἐν οἷς Phil 4:11. ὑπὲρ οὑ because of that for which 1 Cor 10:30. ἀφʼ ὧν from the persons from whom 2 Cor 2:3.—The much disputed pass. ἑταῖρε, ἐφʼ ὸ̔ πάρει Mt 26:50 would belong here if we were to supply the words necessary to make it read about as follows: friend, (are you misusing the kiss) for that (purpose) for which you are here? (Wlh.; EKlostermann) or thus: in connection with that (=the purposes), for which (=for the realization of which) you have appeared (do you kiss me)? (Rdm.2 78). Friend, are you here for this purpose? FRehkopf, ZNW 52, ’61, 109–15. But s. βב and iβ below.
    β. But the two pronouns can also stand in different cases; in such instances the demonstr. pron. is nearly always in the nom. or acc.
    א. in the nom. οὗ one whose Ac 13:25. ὧν those whose Ro 4:7 (Ps 31:1). ᾧ the one to or for whom Lk 7:43; 2 Pt 1:9. οἷς those to whom Mt 19:11; Ro 15:21 (Is 52:15). ὅ that (nom.) which (acc.) Mt 13:12; 25:29; 26:13; Mk 11:23; Lk 12:3. Likew. ἅ Lk 12:20. ὅν he whom J 3:34; 4:18; Ac 10:21. ἐφʼ ὅν the one about whom Hb 7:13.
    ב. in the acc. ὧν the things of which J 13:29. the one (in) whom 2 Ti 1:12. So also w. a prep.: ἐν ᾧ anything by which Ro 14:21. ἐν οἷς things in which 2 Pt 2:12. ἐφʼ ὅ that upon which Lk 5:25. περὶ ὧν the things of which Ac 24:13. ἐφʼ οἷς from the things of which Ro 6:21 (this passage perh. uses a commercial metaphor, for pap s. Mayser II/2, 434f §121). εἰς ὸ̔ν the one in whom Ro 10:14a.—So Mt 26:50 (s. bα above), if the words to be supplied are about as follows: friend, (do that) for which you have come! (so ESchwartz, ByzZ 25, 1925, 154f; EOwen, JTS 29, 1928, 384–86; WSpiegelberg, ZNW 28, 1929, 341–43; FZorell, VD 9, 1929, 112–16; sim. PMaas, Byz.-Neugriech. Jahrb. 8, ’31, 99; 9, ’32, 64; WEltester: OCullmann Festschr., ’62, 70–91; but s. iβ end.—S. Jos., Bell. 2, 615 at πάρειμι 1a).
    ג. Only in isolated instances does the demonstr. pron. to be supplied stand in another case: οὗ = τούτῳ, οὗ in him of whom Ro 10:14b. παρʼ ὧν = τούτοις, παρʼ ὧν Lk 6:34.
    Constructions peculiar in some respect
    α. The pleonastic use of the pers. pron. after ὅς (Mlt. 94f; B-D-F §297) γυνὴ ἧς εἶχεν τὸ θυγάτριον αὐτῆς Mk 7:25 is found in older Gk. (Hyperid., Euxen. 3 ὧν … τούτων.—Kühner-G. II 433f), and is not unknown in later Gk. (POxy 117, 15), but above all is suggested by Semitic languages (LXX; GrBar 2:1; Thackeray 46; JHudson, ET 53, ’41/42, 266f); the omission of αὐτῆς in the v.l. is in line w. Gk. usage. οὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ Mt 3:12; Lk 3:17. οὗ … τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ Mk 1:7; Lk 3:16. οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ 1 Pt 2:24 v.l. οὗ καὶ πολλὰ αὐτοῦ συγγράματα EpilMosq 2. In a quot. ἐφʼ οὓς ἐπικέκληται … ἐπʼ αὐτούς Ac 15:17 = Am 9:12. οὗ ἡ πνοὴ αὐτοῦ 1 Cl 21:9. Esp. freq. in Rv 3:8; 7:2, 9; 9:11 v.l.; 13:8, 12; 20:8.
    β. constructions ‘ad sensum’
    א. a relative in the sing. refers to someth. in the pl. οὐρανοῖς … ἐξ οὗ (οὐρανοῦ) Phil 3:20.
    ב. a relative in the pl. refers to a sing. (Jdth 4:8 γερουσία, οἵ) πλῆθος πολύ …, οἳ ἦλθον Lk 6:17f. κατὰ πόλιν πᾶσαν, ἐν αἷς Ac 15:36. Cp. ἤδη δευτέραν ἐπιστολήν, ἐν αἷς (i.e. ἐν ταῖς δυσὶν ἐπιστ.) 2 Pt 3:1.
    ג. the relative conforms to the natural gender rather than the grammatical gender of its antecedent noun τέκνα μου, οὕς Gal 4:19; cp. 2 J 1; Phlm 10. ἔθνη, οἵ Ac 15:17 (Am 9:12); cp. 26:17. παιδάριον, ὅς J 6:9. θηρίον, ὅς Rv 13:14. ὀνόματα, οἵ 3:4 v.l. γενεᾶς σκολιᾶς, ἐν οἷς Phil 2:15. W. ref. to Christ, τὴν κεφαλήν, ἐξ οὗ Col 2:19.
    Attraction (or assimilation) of the relative. Just as in Hdt. and freq. Att., ins, pap, LXX, the simple relative ὅς, ἥ, ὅ is somet. attracted to the case of its antecedent, even though the relationship of the relative within its own clause would demand a different case.
    α. In most instances it is the acc. of the rel. that is attracted to the gen. or dat. of the antecedent: περὶ πράγματος οὗ ἐὰν αἰτήσωνται Mt 18:19. τῆς διαθήκης ἧς ὁ θεὸς διέθετο Ac 3:25. Cp. Mt 24:50b; Mk 7:13; Lk 2:20; 3:19; 5:9; 9:43; 15:16; J 4:14; 7:31; 15:20; 17:5; 21:10; Ac 1:1; 2:22; 22:10; 1 Cor 6:19; 2 Cor 1:6; 10:8, 13; Eph 2:10; 2 Th 1:4; Jd 15 al.—When the antecedent is an understood but unexpressed demonstr. pron. (s. b, beg.) that would stand in the gen. or dat., the acc. of a relative pron. can be attracted to this gen. or dat.: οὐδὲν ὧν ἑώρακαν is really οὐδὲν τούτων ἃ ἑώρακαν Lk 9:36 (Schwyzer II 641); ἅ takes on the case of τούτων which, in turn, is omitted (so already Soph., Pla., et al.).—23:14, 41; Ac 8:24; 21:19, 24; 22:15; 25:11; 26:16; Ro 15:18; 1 Cor 7:1; Eph 3:20; Hb 5:8. ὧν = τούτων, οὕς J 17:9; 2 Cor 12:17. οἷς = τούτοις, ἅ Lk 24:25.
    β. The dat. of the relative is less frequently attracted (B-D-F §294, 2; Rob. 717) ἕως τῆς ἡμέρας ἧς (=ᾗ) ἀνελήμφθη Ac 1:22 (cp. Lev 23:15; 25:50; Bar 1:19); Eph 1:6; 4:1; 1 Ti 4:6 v.l.; κατέναντι οὗ ἐπίστευσεν θεοῦ = κατέν. τοῦ θεοῦ ᾧ ἐπίστ. Ro 4:17. διὰ τῆς παρακλήσεως ἧς παρακαλούμεθα 2 Cor 1:4.
    γ. In relative clauses that consist of subject, predicate, and copula, the relative pron. somet. agrees in gender and number not w. the noun to which it refers, but w. the predicate if it is the subj. and, conversely, w. the subj. if it is the pred. of its own clause: πνεύματι …, ὅς ἐστιν ἀρραβών Eph 1:14 v.l. τῷ σπέρματί σου, ὅς ἐστιν Χριστός Gal 3:16. τὴν μάχαιραν τοῦ πνεύματος, ὅ ἐστιν ῥῆμα θεοῦ Eph 6:17.—Rv 4:5; 5:8.
    δ. Inverse attraction occurs when the relative pronoun attracts its antecedent to its own case (as early as Hom.; also Soph., Oed. Rex 449; s. Kühner-G. II 413; Schwyzer II 641; B-D-F §295; Rob. 717f); τὸν ἄρτον ὸ̔ν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία … ἐστιν; = ὁ ἄρτος ὅν … 1 Cor 10:16. λίθον, ὸ̔ν ἀπεδοκίμασαν … οὗτος ἐγενήθη (Ps 117:22) Mt 21:42; Mk 12:10; Lk 20:17; 1 Pt 2:7 v.l.—παντὶ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρʼ αὐτοῦ Lk 12:48. ὅρκον, ὸ̔ν ὤμοσεν (=μνησθῆναι ὅρκου ὅν) 1:73 (s. W-S. §24, 7 note). τοὺς λίθους, οὓς εἶδες, ἀποβεβλημένους, οὗτοι … ἐφόρεσαν Hs 9, 13, 3. Cp. 1J 2:25.
    ε. Attraction can, as in earlier Gk. (Thu. 2, 70, 4), fail to take place when the relative clause is more distinctly separated fr. its antecedent by additional modifiers of the noun and by the importance attaching to the content of the relative clause itself (B-D-F §294, 1; Rob. 714f): τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ κύριος, οὐκ ἄνθρωπος Hb 8:2. But s. also Mk 13:19; J 2:22; 4:5; Ac 8:32; 1 Ti 4:3; Tit 1:2; Phlm 10; Hb 9:7; Rv 1:20.
    The noun which is the antecedent of a relative clause can be incorporated into the latter
    α. without abbreviating the constr. and without attraction of the case: ᾗ οὐ δοκεῖτε ὥρᾳ = τῇ ὥρᾳ ᾗ οὐ δοκ. Mt 24:44; cp. Lk 12:40; 17:29, 30. ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα 24:1. ὸ̔ ἐποίησεν σημεῖον J 6:14. ὸ̔ θέλω ἀγαθόν Ro 7:19.
    β. w. abbreviation, in that a prep. normally used twice is used only once: ἐν ᾧ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε = ἐν τῷ κρίματι, ἐν ᾧ κρίνετε, κριθήσεσθε Mt 7:2a. Cp. vs. 2b; Mk 4:24. ἐν ᾧ ἦν τόπῳ = ἐν τῷ τόπῳ ἐν ᾧ ἦν J 11:6. καθʼ ὸ̔ν τρόπον = κατὰ τὸν τρόπον, καθʼ ὅν Ac 15:11.
    γ. w. a change in case, due mostly to attraction
    א. of the relative pron. περὶ πάντων ὧν ἐποίησεν πονηρῶν = περὶ πάντων πονηρῶν, ἃ ἐπ. Lk 3:19. περὶ πασῶν ὧν εἶδον δυνάμεων = περὶ πασῶν δυνάμεων, ἃς εἶδον 19:37. αἰτίαν … ὧν ἐγὼ ὑπενόουν πονηρῶν Ac 25:18.—The dat. of the relative is also attracted to other cases: ἄχρι ἧς ἡμέρας = ἄχρι τῆς ἡμέρας, ᾖ Mt 24:38; Lk 1:20; 17:27; Ac 1:2. ἀφʼ ἧς ἡμέρας Col 1:6, 9.
    ב. of the noun to which the rel. refers: ὸ̔ν ἐγὼ ἀπεκεφάλισα Ἰωάννην, οὗτος ἠγέρθη = Ἰωάννης ὸ̔ν κτλ. Mk 6:16 εἰς ὸ̔ν παρεδόθητε τύπον διδαχῆς = τῷ τύπῳ τῆς διδαχῆς εἰς ὸ̔ν παρεδόθητε Ro 6:17.
    δ. The analysis is doubtful in passages like περὶ ὧν κατηχήθης λόγων = περὶ τῶν λόγων οὓς κατηχήθης or τῶν λόγων, περὶ ὧν κατηχήθης Lk 1:4. ἄγοντες παρʼ ᾧ ξενισθῶμεν Μνάσωνι Ac 21:16 must acc. to the sense = ἄγοντες πρὸς Μνάσωνα, ἵνα ξενισθῶμεν παρʼ αὐτῷ. S. B-D-F §294, 5; Rob. 719.
    The prep. can be omitted before the relative pron. if it has already been used before the antecedent noun: ἐν παντὶ χρόνῳ ᾧ (=ἐν ὧ.) Ac 1:21. εἰς τὸ ἔργον ὅ (=εἰς ὅ) 13:2. ἀπὸ πάντων ὧν (=ἀφʼ ὧν) vs. 38. Cp. 26:2. ἐν τῷ ποτηρίῳ ᾧ (=ἐν ᾧ) Rv 18:6.
    The neut. is used
    α. in explanations, esp. of foreign words and of allegories: ὅ ἐστιν which or that is, which means: βασιλεὺς Σαλήμ, ὅ ἐστιν βασιλεὺς εἰρήνης Hb 7:2; cp. Mt 27:33; Mk 3:17; 7:11, 34; 15:42. Also ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Mt 1:23; Mk 5:41; Ac 4:36; cp. J 1:38, 41f. ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενος κρανίου τόπος Mk 15:22 v.l. (for μεθερμηνευόμενον). τόπος, ὸ̔ λέγεται, Ἑβραϊστὶ Γολγοθά J 19:17.—S. also αὐλῆς, ὅ ἐστιν πραιτώριον Mk 15:16. λεπτὰ δὺο, ὅ ἐστιν κοδράντης 12:42. τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία Col 1:24. πλεονέκτης ὅ ἐστιν εἰδωλολάτρης Eph 5:5. τὴν ἀγάπην ὅ ἐστιν σύνδεσμος τῆς τελειότητος Col 3:14.—B-D-F §132, 2.
    β. when the relative pron. looks back upon a whole clause: τοῦτον τ. Ἰησοῦν ἀνέστησεν ὁ θεός, οὗ πάντες ἡμεῖς ἐσμεν μάρτυρες Ac 2:32; cp. 3:15; 11:30; 26:9f; Gal 2:10; Col 1:29; 1 Pt 2:8; Rv 21:8.
    γ. ὅ is to be understood as an obj. acc. and gains its content fr. what immediately follows in these places (s. W-S. §24, 9; Rob. 715): ὸ̔ ἀπέθανεν, τῇ ἁμαρτίᾳ ἀπέθανεν ἐφάπαξ = τὸν θάνατον, ὸ̔ν ἀπέθανεν κτλ. what he died, i.e. the death he suffered, he suffered for sin Ro 6:10a; cp. vs. 10b. ὸ̔ νῦν ζῶ ἐν σαρκί the life that I now live in the flesh Gal 2:20.
    The relative is used w. consecutive or final mng. (result or purpose): τίς ἔγνω νοῦν κυρίου, ὸ̔ς συμβιβάσει αὐτόν; who has known the mind of the Lord, so that he could instruct him? 1 Cor 2:16 (cp. Is 40:13). ἄξιός ἐστιν ᾧ παρέξῃ τοῦτο he is worthy that you should grant him this Lk 7:4. ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου …, ὸ̔ς κατασκευάσει Mt 11:10. ἔπεμψα Τιμόθεον …, ὸ̔ς ὑμᾶς ἀναμνήσει 1 Cor 4:17. ἔχετε μεθʼ ἑαυτῶν, εἰς οὓς ἐργάσεσθε τὸ καλόν 21:2.
    taking the place of the interrogative pron.
    α. in indirect questions (Soph., Oed. Rex 1068; Thu. 1, 136, 4; Attic ins of 411 B.C. in Meisterhans3-Schw.; pap [Witkowski 30, 7]; oft. Joseph. [Schmidt 369]; Just., D. 44, 4 διʼ ἧς ὁδοῦ). ὸ̔ ἐγὼ ποιῶ what I am doing J 13:7. ἃ λέγουσιν 1 Ti 1:7 (Just., D. 9, 1 οὐ γὰρ οἶδας ὸ̔ λέγεις).—J 18:21.
    β. NT philology has generally dismissed the proposition that ὅς is used in direct questions (Mlt. 93; B-D-F §300, 2; Radermacher2 78; PMaas [see 1bβב above]). An unambiguous example of it is yet to be found. Even the ins on a goblet in Dssm., LO 100ff [LAE 125–31], ET 33, 1922, 491–93 leaves room for doubt. Therefore also the translation of ἐφʼ ὸ̔ πάρει Mt 26:50 as ‘what are you here for?’ (so Goodsp., Probs. 41–43; similarly, as early as Luther, later Dssm.; JWilson, ET 41, 1930, 334) has been held suspect. S. ZNW 52, ’61, 109ff.—Rob. 725 doubts the interrogative here, but Mlt-Turner 50 inclines toward it. If further proof for interrogative use of ὅς can be found, lit.-crit. considerations (s. vv. 14–16) invite attention to the v.l. (s. Tdf. app.) ἐφʼ ᾦ, a combination used in commercial documents (PGrenf II, 17, 2; 5; Mayser II/1 p. 215); the colloquial use suggests the sense: What deal did you make?—See also 1bβב above.
    combined w. particles
    α. with ἄν (ἐάν), s. ἄν I. b.
    β. with γέ (s. γέ aβ and cp. PFlor 370, 9) Ro 8:32.
    γ. w. δήποτε whatever J 5:3(4) v.l. (the vv.ll. vary betw. οἵῳ and ᾧ, δηποτοῦν and δήποτε).
    δ. w. καί who also Mk 3:19; Lk 6:13f; 7:49 al.
    ε. with περ = ὅσπερ, ἥπερ, ὅπερ (TestSol, TestAbr; TestJob 7:13; JosAs 14:12; GrBar; ApcSed 2:1; Jos., Ant. 2, 277, Vi. 95; apolog. [exc. Mel.]) just the one who Mk 15:6 v.l. ὅπερ which indeed Ox 840, 35; ISm 4:1. πάντα ἅπερ whatever GPt 11:45.
    used w. preposition (s. also above: 1bα; 1bβב; 1eβ,γ; 1f, and s. Johannessohn, Präp. 382f [ind.]), whereby a kind of conjunction is formed:
    α. with ἀντί: ἀνθʼ ὧν (s. ἀντί 4) because Lk 1:20; 19:44; Ac 12:23; 2 Th 2:10; therefore Lk 12:3.
    β. w. εἰς: εἰς ὅ to this end 2 Th 1:11.
    γ. with ἐν: ἐν οἷς connects w. the situation described in what precedes under which circumstances = under these circumstances Lk 12:1; Ac 24:18 v.l.; 26:12. So also perh. ἐν ᾧ 1 Pt 1:6; 2:12; 3:16, 19; 4:4. S. also ἐν 7 and cp. 1bα above.
    δ. w. ἐπί: ἐφʼ ᾧ (normally, ‘for which’: Plut., Cimon 483 [8, 6] Cimon receives honors in requital for his generous deed [cp. the pl. ἐφʼ οἷς IPriene 114, 22 of honors heaped on a gymnasiarch for his numerous contributions]; cp. Plut., Mor. 522e and Diog. L. 7, 173. Conversely Plut., Aratus 1048 [44, 4]: A. suffers some dishonor ‘for what’ he did to one of his associates) has freq. been interpreted=ἐπὶ τούτῳ ὅτι for the reason that, because Ro 5:12 (lit. on ἁμαρτία 3a); 2 Cor 5:4; Phil 3:12; for 4:10. But a commercial metaphor may find expression in the first 3 passages cited here; s. ἐπί 6c. Difft. on Ro 5:12 JFitzmyer, NTS 39, ’93, 321–39; also comm. (Anchor), ad loc.: ‘with the result that, so that’
    ε. οὗ χάριν therefore Lk 7:47.
    ζ. in indications of time: ἀφʼ ἧς (s. ἀπό 2bγ and cp. BGU 252, 9 [98 A.D.]) from the time when; since Lk 7:45; Ac 24:11; 2 Pt 3:4; Hs 8, 6, 6 v.l.; as soon as, after 8, 1, 4.—ἀφʼ οὗ (s. ἀπό 2bγ) when once, since Lk 13:25; 24:21; Rv 16:18. ἄχρι οὗ (s. ἄχρι 1bα) until (the time when) Ac 7:18; Ro 11:25; 1 Cor 11:26; Gal 3:19. Also ἕως οὗ until Mt 1:25; 13:33; 14:22; 17:9; Lk 13:21; D 11:6 al. μέχρις οὗ until Mk 13:30; Gal 4:19.—On the gen. οὗ as an adv. of place s. it as a separate entry.
    Demonstrative pron. this (one) (Hom.+; prose of Hdt. et al. [Kühner-G. II 228f]; pap, LXX).
    ὸ̔ς δέ but he (Ps.-Lucian, Philopatris 22; PRyl 144, 14 [38 A.D.]) Mk 15:23; J 5:11 v.l. Mostly
    ὸ̔ς μὲν … ὸ̔ς δέ the one … the other (Hippocr.+; very oft. in later wr.; POxy 1189, 7 [c. 117 A.D.]; SibOr 3, 654) the masc. in var. cases of sing. and pl. Mt 22:5; Lk 23:33; Ac 27:44; Ro 14:5; 1 Cor 11:21; 2 Cor 2:16; Jd 22f. ὸ̔ μὲν … ὸ̔ δέ this … that Ro 9:21. ἃ μὲν … ἃ δέ (Lucian, Rhet. Praec. 15) some … others 2 Ti 2:20. ὸ̔ς μὲν … ὸ̔ς δὲ … ὸ̔ς δέ Mt 21:35; 25:15 (Lucian, Tim. 57 διδοὺς … ᾧ μὲν πέντε δραχμάς, ᾧ δέ μνᾶν, ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον). ὸ̔ μὲν … ὸ̔ δὲ … ὸ̔ δέ Mt 13:8b, 23. ᾧ μὲν … ἄλλῳ δὲ … ἑτέρῳ (ἄλλῳ δέ is then repeated five times, and before the last one there is a second ἑτέρῳ) 1 Cor 12:8–10. ὸ̔ μὲν … καὶ ἄλλο κτλ. Mk 4:4. ὸ̔ μὲν … καὶ ἕτερον (repeated several times) Lk 8:5. ἃ μὲν … ἄλλα δέ (repeated several times) Mt 13:4–8a. In anacoluthon οὓς μέν without οὓς δέ 1 Cor 12:28. ὸ̔ς μὲν … ὁ δὲ ἀσθενῶν Ro 14:2.—B-D-F §250. MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 100f.—DELG 1 ὅς. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ὅς

  • 18

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 19

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 20 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

См. также в других словарях:

  • ώρα — Στην αρχαία ελληνική, ώ. σήμαινε εποχή. Σήμερα, σημαίνει χρονική διάρκεια ίση με το ένα εικοστό τέταρτο του ημερονυχτίου και συνεκδοχικά την κατάλληλη στιγμή, τον καιρό, την ακμή. Η ώ. διαιρείται σε 60 πρώτα λεπτά και το κάθε λεπτό σε 60 δεύτερα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Ιστορικό και Λαογραφικό και Φυσικής Ιστορίας Κοζάνης — Το Ιστορικό, Λαογραφικό και Φυσικής Ιστορίας Μουσείο Κοζάνης, ιδρύθηκε το 1969, με σκοπό την περισυλλογή, διάσωση και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς του νομού Κοζάνης. Είναι δημιούργημα του «Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Κοζάνης» και… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • κινητήρας — Μηχανή η οποία παράγει μηχανική ενέργεια απορροφώντας ενέργεια άλλης μορφής, συνηθέστερα θερμική, ηλεκτρική ή υδραυλική. Η ποσότητα της απορροφώμενης ενέργειας είναι πάντοτε μεγαλύτερη από την ποσότητα της παραγόμενης, εξαιτίας των απωλειών που… …   Dictionary of Greek

  • ορώ — άω (ΑΜ ὁρῶ, άω, Α επικ. τ. ὁρόω, ιων. τ. ὁρέω, αιολ. τ. ὄρημι) 1. βλέπω, θωρώ, κοιτάζω («ἔστι δίκης ὀφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ ὁρᾱ», Μέν.) 2. (το παθ.) ορώμαι είμαι ορατός, είμαι θεατός, φαίνομαι, διακρίνομαι αρχ. 1. έχω την όρασή μου, έχω τα μάτια μου …   Dictionary of Greek

  • πλανησφαίριο — (Αστρον.). Διάταξη με βάση την οποία φαίνεται σε χάρτη του ουρανού, από κάποιο τόπο, το κάθε φορά πάνω από τον ορίζοντα ημισφαίριο του καθώς και η θέση ως προς τον ορίζοντα των αστέρων και των αστερισμών για κάθε ημερομηνία και ώρα. Για το σκοπό… …   Dictionary of Greek

  • δίκη — Με τον όρο δ. υποδηλώνεται το σύνολο των πράξεων οι οποίες αποτελούν την ιδιαίτερη εκείνη νομική σχέση που ονομάζεται δικονομική σχέση και αναπτύσσεται μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και των δικαστικών οργάνων του κράτους προς τον σκοπό της… …   Dictionary of Greek

  • ημερολόγιο — Σύστημα μέτρησης του χρόνου σε ορισμένες περιόδους (έτη, μήνες, εβδομάδες και ημέρες). Η αρχή των αρχαιότερων συστημάτων για τον υπολογισμό του χρόνου συνδέεται, σύμφωνα με τις πιο έγκυρες γνώμες, με την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας …   Dictionary of Greek

  • Ερατοσθένης ο Κυρηναίος — (Κυρήνη 276 π.Χ. – Αλεξάνδρεια 196; π.Χ.). Αστρονόμος, μαθηματικός, γεωγράφος, φιλόλογος, φιλόσοφος και ποιητής. Πνεύμα εξαιρετικά πολυμερές, μαθητής μεταξύ άλλων του Λυσανία του Κυρηναίου στην Ελλάδα, πήγε το 235 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια – όπου τον …   Dictionary of Greek

  • κλήση — (Νομ.). Το έγγραφο με το οποίο καλείται κάποιος να παρουσιαστεί ενώπιον της δημόσιας αρχής, κυρίως ανακριτικής ή δικαστικής. Πρέπει να κοινοποιείται με αστυνομικό όργανο ή άλλον δημόσιο υπάλληλο, κατά τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, και να… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»